‘Οταν πρόκειται για κάπνισμα, ο Έλληνας επιμένει στα εισαγόμενα. Και οι

ελληνικές καπνοβιομηχανίες, διαπιστώνοντας ότι μεταξύ 1991 και 1998 το μερίδιο

των ξένων τσιγάρων έφθασε στο 64% ­ από 38%, αναζητούν σωσίβιο στις εξαγωγές.



Μία ιδιαίτερα ανταγωνιστική αγορά αποδεικνύεται η Ελλάδα για τις ελληνικές

καπνοβιομηχανίες. Οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν να αντιμετωπίσουν το «σκληρό

μαρκάρισμα» που τους κάνουν… εντός έδρας οι ξένες μάρκες και άλλα,

γενικότερα προβλήματα, όπως η αντικαπνιστική εκστρατεία και η εισαγωγή

λαθραίων τσιγάρων.

Σύμφωνα με τον κ. Σοφ. Δοδόπουλο, διευθύνοντα σύμβουλο της ΣΕΚΑΠ, «σήμερα στην

Ελλάδα καταναλώνονται σχεδόν 30 δισεκατομμύρια τσιγάρα ετησίως. Παρά την

αντικαπνιστική εκστρατεία, η αγορά παρουσιάζει κάθε χρόνο αύξηση γύρω στο

1%-2% και υπολογίζεται ότι ο ρυθμός αυτός στην αύξηση της κατανάλωσης τσιγάρων

θα συνεχιστεί για μία ακόμα δεκαετία».

Όταν ο κ. Δοδόπουλος αναφέρεται στην ελληνική αγορά, την χαρακτηρίζει

«ιδιαίτερα ανταγωνιστική». Όπως λέει, «κυκλοφορούν περί τα 280-300 εγχώρια και

ξένα σήματα (μάρκες τσιγάρων), ενώ την εικόνα της αγοράς συμπληρώνει η έντονη

αντικαπνιστική εκστρατεία, ιδιαίτερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που πλήττει και

τους παραγωγούς καπνού. Προσθέστε σε αυτά και την εισαγωγή λαθραίων τσιγάρων…».

Με τα παραπάνω συμφωνεί και η μεγαλύτερη ελληνική καπνοβιομηχανία, η εταιρεία

Παπαστράτος: «Είναι γεγονός ότι τα ξένα σήματα αυξάνονται έναντι των

ελληνικών, στην εσωτερική αγορά. Ακόμα και στα ελληνικά προϊόντα, που δεν

έχουν ποιοτικώς τίποτα να ζηλέψουν από τα ξένα ­ όπως είναι τα τσιγάρα ­ ο

Έλληνας καταναλωτής συνεχίζει να είναι στις προτιμήσεις του… εισαγόμενος».

Σύμφωνα, όμως, με την εταιρεία, στο εξωτερικό δεν συμβαίνει το ίδιο. Όπως

εκτιμά, πολλά από τα προϊόντα της «όπως ο Assos International και το

President, ανταγωνίζονται στο εξωτερικό τα ξένα σήματα». Η εταιρεία πιστεύει

ότι «όπου οι καταναλωτές δίνουν σημασία στα ποιοτικά χαρακτηριστικά και όχι

στο «σύννεφο επιτυχίας», γύρω από το όνομα και το πακέτο, η τιμή των ελληνικών

σημάτων αποτελεί συγκριτικό πλεονέκτημα. Αυτό φέρνει την επιτυχία των

ελληνικών σημάτων στο εξωτερικό».

Οι προτιμήσεις των καπνιστών

Αυτή τη στιγμή, στην ελληνική αγορά «παρατηρείται μία στροφή των καπνιστών σε

τσιγάρα τύπου American blend, αλλά και στα τσιγάρα με μικρή περιεκτικότητα σε

πίσσα και νικοτίνη», λέει ο κ. Δοδόπουλος. Δεν είναι τυχαίο που η εταιρεία

ΣΕΚΑΠ, την οποία διευθύνει, παρουσιάζει τώρα ένα νέο τσιγάρο που χρησιμοποιεί

επίσης το βιολογικό φίλτρο, αλλά έχει και πολύ μικρές τιμές πίσσας και νικοτίνης.

Το ίδιο συμβαίνει και με την εταιρεία Κεράνης. Ένα από τα πρώτα βήματα της

νέας διοίκησης «είναι η παρουσίαση και άλλων δύο τύπων τσιγάρου του νέου

σήματος που παράγει η επιχείρηση, του Millenium», λέει ο κ. Κ. Ροκόφυλλος,

διευθύνων σύμβουλος της καπνοβιομηχανίας. Τι τσιγάρα θα είναι αυτά; Μα, τα

τσιγάρα για τα οποία υπάρχει ρεύμα στην αγορά, δηλαδή το Millenium σε τύπο

ελαφρύ και ένα ακόμα τσιγάρο, πιο ελαφρύ ακόμα.

«Διαλέξαμε αυτό το όνομα, γιατί συμβολίζει τη νέα χιλιετία και τη νέα πνοή που

επιδιώκει να δώσει στον Κεράνη η νέα πολυμετοχική σύνθεση της εταιρείας», λέει

ο κ. Ροκόφυλλος. Η πρώτη προσπάθεια ήταν το «νοικοκύρεμα» της επιχείρησης και

το νέο τσιγάρο. Θα ακολουθήσουν και άλλες». Σύμφωνα με τον νέο πρόεδρο της

επιχείρησης κ. Σ. Γλυνιαδάκη, γνωστό και από τη θητεία του παλαιότερα ως

προέδρου της Εμπορικής και της Ιονικής Τράπεζας, «η επιχείρηση είχε

υποχρεώσεις που το 1998 έφθαναν τα 9 δισ. δρχ. και το 1999 τα 5 δισ. Με

μετατροπή των δανείων σε άλλο νόμισμα, η επιχείρηση θα γλιτώσει περίπου 1,5

δισ. δρχ.».

Παράλληλα, ο κ. Γλυνιαδάκης υπολογίζει ότι «με την προώθηση των πωλήσεων, το

νέο τσιγάρο και τον εκσυγχρονισμό του εργοστασίου, η επιχείρηση θα αρχίσει από

το 1999 να έχει καθαρά κέρδη». Ο ίδιος αναφέρει ότι ένα σημαντικό βήμα που

έγινε ήταν «η βελτίωση των σχέσεων με τη μεγάλη πολυεθνική εταιρεία ΒΑΤ, της

οποίας τα σήματα (π.χ. Cortina, Kent, Η-Β, Lucky Strike, Pall Mall) εισάγει ο

Κεράνης». Και στον Παπαστράτο, όμως, πνέει άνεμος αισιοδοξίας, αφού η εταιρεία

ανανέωσε πρόσφατα το συμβόλαιό της με την Philip Morris, για λογαριασμό της

οποίας παράγει στην Ελλάδα τα τσιγάρα Marlboro. «Η νέα σύμβαση ισχύει μέχρι το

2010, με προβλεπόμενη πιθανότητα πενταετούς ανανέωσης», λένε από την εταιρεία.

«Όπου χρειαστεί…»

Στο μεταξύ, η εταιρεία διεισδύει όλο και περισσότερο σε αγορές του εξωτερικού.

Έτσι, απέκτησε εργοστάσιο στο Βουκουρέστι της Ρουμανίας, προχώρησε σε

εκσυγχρονισμό του και μέσα στο καλοκαίρι θα ξεκινήσει η παραγωγή του Assos

International και στη Ρουμανία. «Είναι το πρώτο εργοστάσιό μας στο εξωτερικό

και θα ακολουθήσουν και άλλα, όπου χρειαστεί», λένε στην εταιρεία. Η

επιχείρηση προετοιμάζει την παραγωγή του τσιγάρου President στην Ουκρανία,

ώστε να διασφαλιστεί η καλή θέση που έχει στην τοπική αγορά, από τη σταδιακή

αύξηση των δασμών παραγωγής. Επίσης, στην εξωτική Γουινέα η εταιρεία παράγει

σε τοπικό εργοστάσιο γαλλικής ιδιοκτησίας, του γκρουπ Bollore, το τσιγάρο

Cosmos. Εξάγει προϊόντα της σε Γεωργία, Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Τουρκμενιστάν,

Καζακστάν, Κιργιστάν, Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν, Αλβανία, Γιουγκοσλαβία,

Μολδαβία, τις Βαλτικές χώρες και τη Ρωσία, το Ιράκ και το Ισραήλ.

Η ΣΕΚΑΠ ετοιμάζει εργοστάσιο στη Ρωσία και έχει ξεκινήσει τις διαδικασίες για

τη σύσταση μεικτής εταιρείας στη χώρα αυτή. Στα σχέδιά της είναι η σύσταση

γραφείων στη Ρουμανία, την Τσεχία και την Αίγυπτο, όπου ήδη κάνει εξαγωγές,

όπως άλλωστε και στη Ρωσία.

Στο Χρηματιστήριο

Η εταιρεία, αν και συνεταιριστική, στοχεύει να μπει στο Χρηματιστήριο, ενώ

πρόσφατα απέκτησε και τρίτο ιδιόκτητο χώρο (μετά την Ξάνθη και την Αθήνα), στη

Θεσσαλονίκη, όπου διαθέτει κτίριο 3.500 τετραγωνικών μέτρων, σε οικόπεδο

συνολικής έκτασης 9,5 στρεμμάτων. Η ΣΕΚΑΠ υλοποιεί επενδυτικό πρόγραμμα 4 δισ.

δρχ. για τον εκσυγχρονισμό του εξοπλισμού της και την τυποποίηση των

διαδικασιών που της έδωσαν πιστοποιητικό ISO 9.002, ενώ επενδύει κυρίως στη

βιομηχανική αξιοποίηση του βιολογικού φίλτρου BF.

Επενδυτικό πρόγραμμα

Επενδυτικό σχέδιο για διείσδυση στην αλβανική αγορά ξεκινά φέτος η εταιρεία

ΚΑΡΕΛΙΑ. Το επενδυτικό πρόγραμμα, προβλέπει μεταξύ άλλων και τη λειτουργία

νέου εργοστασίου της εταιρείας στη γειτονική χώρα. Η παραγωγή, σύμφωνα με το

πρόγραμμα της εταιρείας, θα διατίθεται στην τοπική αγορά, όπου οι υψηλοί

δασμοί εμποδίζουν την εισαγωγή τσιγάρων. Η εταιρεία επενδύει 1.5 δισ. δρχ

φέτος και στην Ελλάδα.

Τον χρόνο που πέρασε, η εταιρεία ΚΑΡΕΛΙΑ ενίσχυσε την παρουσία της στην

Τσεχία, ενώ άρχισε να διαθέτει τα προϊόντα της στις αγορές της Ρωσίας και της

Ελβετίας. Παραδοσιακά η εταιρεία κάνει εξαγωγές σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης

και της Μέσης Ανατολής, ενώ εξάγει και στις ΗΠΑ, την Ανατολική Ευρώπη και την Αφρική.

Ένα σημαντικό κομμάτι των εξαγωγών της εταιρείας γίνεται μέσω των Duty Free.

Το 1998, οι πωλήσεις της σε αξία εξαχθέντων αφορολόγητων (προϊόντων και

εμπορευμάτων) έφθασαν τα 6 δισ. δρχ.

Ενας τομέας στον οποίο έχει επενδύσει και έχει ρίξει ιδιαίτερο βάρος η

«ΚΑΡΕΛΙΑΣ» είναι εκείνος των «ελαφρών» τσιγάρων σε διάφορους τύπους. Το 1995,

η εταιρεία λανσάρισε για πρώτη φορά ένα ελληνικό «λεπτό» τσιγάρο, το Karelia

Slim. Σήμερα, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας, αυτή είναι και η πιο δυναμικά

αναπτυσσόμενη κατηγορία τσιγάρων.

Στην ελληνική αγορά δραστηριοποιούνται πέντε εγχώριες καπνοβιομηχανίες. Οι

Παπαστράτος, Καρέλιας, ΣΕΚΑΠ, Κεράνης και Γεωργιάδης παράγουν περίπου τα μισά

από τα 300 σήματα που υπολογίζεται ότι κυκλοφορούν σε διάφορους τύπους και

παραλλαγές στην ελληνική αγορά.

Με εξαίρεση το 1997, που τα ξένα σήματα έχασαν μερίδιο 1,5% στην αγορά αυτή,

την τελευταία δεκαετία διευρύνουν συνεχώς το ποσοστό τους έναντι των ελληνικών

σημάτων. Βέβαια, μέσα στα ξένα σήματα πρέπει να υπολογισθούν, για παράδειγμα,

και οι διάφοροι τύποι των Camel και Marlboro, που έχουν κορυφαία μερίδια

κατανάλωσης και τα οποία παράγουν αντίστοιχα οι ελληνικές καπνοβιομηχανίες

Καρέλιας και Παπαστράτος.

Έτσι, αν υπολογισθεί το σύνολο των τσιγάρων που καταναλώνεται στην Ελλάδα και

παράγεται από τις ελληνικές καπνοβιομηχανίες, σε σχέση με τα ξένα σήματα της

αγοράς που εισάγονται, τότε το… σκορ είναι υπέρ των τσιγάρων ελληνικής

παραγωγής. Τα 2/3 των τσιγάρων που καταναλώνονται, παράγονται στην Ελλάδα,

σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Καπνοβιομηχανιών.

Αντίστοιχα και τα μερίδια των εταιρειών που αφορούν μόνο στα ελληνικά σήματα

διαφοροποιούνται. Ο Παπαστράτος παραμένει πρώτος, με ποσοστό αυξημένο πάνω από

10 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ στη δεύτερη θέση ανεβαίνει η εταιρεία Καρέλιας,

για την οποία θα πρέπει να διπλασιαστεί (περίπου) το ποσοστό που καταλαμβάνει

στον πίνακα της κατανάλωσης ελληνικών σημάτων.