Από έλλειψη τροφής, που έφερε συμπτώματα αφυδάτωσης και τελικά εξασθένησε τον

οργανισμό, ώστε να ακολουθήσει το μοιραίο καρδιακό επεισόδιο, πέθανε, σύμφωνα

με την ιατρική γνωμάτευση του νοσοκομείου κρατουμένων Κορυδαλλού, ο 52χρονος

Νικόλαος Ρούσσος, ο οποίος είχε καταδικαστεί σε δίμηνη φυλάκιση για χρέη προς

το ΤΕΒΕ.


Στο Μοναστηράκι. Αυτό το κατάστημα στην οδό Ηφαίστου, διατηρούσε έως το 1986

ο Νίκος Ρούσσος, που πέθανε τα ξημερώματα της Κυριακής στο νοσοκομείο

κρατουμένων στον Κορυδαλλό

ΣΥΜΦΩΝΑ με την ιατρική γνωμάτευση, που διαβιβάστηκε στο υπουργείο Δικαιοσύνης

και στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιά, ο Νικόλαος Ρούσσος ηρνείτο πεισματικά

να φάει, από την πρώτη ημέρα που μπήκε στη φυλακή (στις 2 Αυγούστου). Τα

συμπτώματα αφυδάτωσης δεν άργησαν να φανούν. Ο οργανισμός του σταδιακά

εξασθένισε, και έτσι τα ξημερώματα της περασμένης Κυριακής δεν άντεξε το

καρδιακό επεισόδιο που τον βρήκε στο ψυχιατρείο κρατουμένων. Αμέσως οδηγήθηκε

στο νοσοκομείο κρατουμένων, αλλά ήταν ήδη αργά.

ΗΡΝΕΙΤΟ

Όπως ανέφεραν χθες σωφρονιστικοί υπάλληλοι, κανένας δεν μπορούσε να καταλάβει

γιατί ο 52χρονος ηρνείτο να δεχθεί τροφή. Υποστήριζαν, ωστόσο, ότι ουδέποτε ο

Ρούσσος μίλησε για «λάθος», ποτέ δεν είπε πως τον φυλάκισαν «εκ παραδρομής».

Γεγονός πάντως είναι ότι παρουσίαζε έντονα ψυχοσωματικά προβλήματα και γι’

αυτό άλλωστε οδηγήθηκε από την πρώτη στιγμή στο ψυχιατρείο κρατουμένων, παρ’

όλο που το συνοδευτικό της Ασφάλειας ανέφερε ότι έπρεπε να κρατηθεί στις

Δικαστικές Φυλακές. Για να εξακριβωθούν τα ακριβή αίτια του θανάτου του,

έπειτα και από τις χθεσινές καταγγελίες στα «ΝΕΑ» του αδερφού του Νικηφόρου

Ρούσσου, ότι «η Αστυνομία συνέλαβε λάθος άνθρωπο», το υπουργείο Δικαιοσύνης

παρήγγειλε τη διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης. Επίσης διετάχθη ποινική

προκαταρτική έρευνα, την οποία θα διενεργήσει η Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιά.

Ωστόσο, όπως και οι αξιωματικοί της Ασφάλειας (που μίλησαν στα χθεσινά «ΝΕΑ»),

έτσι και στελέχη του υπουργείου Δικαιοσύνης εκτιμούν πως δεν πρόκειται για

λάθος. Μπορεί στα επίσημα έγγραφα σύλληψης και φυλάκισης του Νικόλαου Ρούσσου

να αναγράφεται διαφορετικό μητρώνυμο (Ελένη αντί για Αρετή), ωστόσο αυτό

φαίνεται πως οφείλεται ή σε γραφειοκρατικό λάθος ή σε αδυναμία του

συλληφθέντος να θυμηθεί το σωστό όνομα της μητέρας του. Είναι δηλαδή πιθανό να

δήλωσε ο ίδιος το όνομα «Ελένη» και (ελλείψει αστυνομικής ταυτότητας) οι

αρμόδιοι υπάλληλοι να βασίστηκαν στη δήλωσή του.

ΤΟ ΜΑΓΑΖΙ

«Είναι αλήθεια πως τα τελευταία χρόνια είχε εξαφανισθεί από προσώπου γης και

όπως μάθαινα δεν ήταν και πολύ καλά στην υγεία του», λέει ο κ. Πολύβιος

Παλόπουλος, ο οποίος διατηρεί κατάστημα με είδη λαϊκής τέχνης στο Μοναστηράκι,

στη οδό Ηφαίστου, δίπλα σε εκείνο που είχε ο Νικόλαος Ρούσσος. «Το μαγαζί το

δούλευε κυρίως τα καλοκαίρια. Τον χειμώνα εξαφανιζόταν. Κάποια στιγμή χάθηκε

τελείως. Έψαξα να τον βρω, μάταιο. Κάποτε συνάντησα τυχαία τον αδερφό του και

μου είπε πως δεν στέκει καλά, πως τον έχει πάρει κοντά του, αλλά πάσχει από

σοβαρά προβλήματα υγείας. Δεν μπόρεσα να μάθω περισσότερα. Ήταν πάντα

ιδιόρρυθμος άνθρωπος ο Νίκος. Και αμελής στις υποχρεώσεις του».

Άλλοι γείτονες, άνθρωποι που γνώριζαν τον Νικόλαο Ρούσσο, παλιοί φίλοι και

γνωστοί από τα χρόνια που ακόμη δούλευε στο μαγαζί με είδη ρούχων, στο

Μοναστηράκι, κάνουν λόγο για έναν «ιδιαίτερα οξύθυμο άνθρωπο, ο οποίος

μπλεκόταν συχνά σε καβγάδες». Ένας γνωστός απ’ τα παλιά (ο οποίος επιθυμεί να

διατηρήσει την ανωνυμία του) αναφέρει πως «ούτε με τον αδερφό του, τον

Νικηφόρο, τα πήγαιναν καλά. Μάλωναν, ακόμη κι εδώ απέξω από το μαγαζί. Πολλές

φορές είχαμε μπει στη μέση να τους χωρίσουμε. Άλλες φορές πάλι τσακωνόταν,

ακόμη και με πελάτες. Κι έτσι δεν μου φάνηκε περίεργο όταν άκουσα πως έχασε τα

λογικά του».

Η ΑΣΘΕΝΕΙΑ του άτυχου 52χρονου που άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο

κρατουμένων, στις φυλακές Κορυδαλλού, επιβεβαιώνεται και από τα αρχεία του

ΤΕΒΕ, χωρίς ωστόσο να διευκρινίζεται αν επρόκειτο για άνοια ή για κάποιου

άλλου είδους πάθηση. Τον Σεπτέμβριο του 1995, ο Νικόλαος Ρούσσος του Ιωάννου

και της Αρετής, είχε καταθέσει στο ΤΕΒΕ αίτηση για πρόωρη συνταξιοδότηση «λόγω

αναπηρίας», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Όπως εξηγεί ο γενικός διευθυντής του ΤΕΒΕ, κ. Αναστάσιος Τασσόπουλος, ο οποίος

αναζήτησε στα αρχεία κάθε σχετική πληροφορία που θα μπορούσε να ρίξει φως στην

υπόθεση, η αίτηση για πρόωρη συνταξιοδότηση δεν συνοδευόταν από τα απαιτούμενα

δικαιολογητικά. «Αναφέρεται σαφώς στα σχετικά έγγραφα πως είχε ζητηθεί από τον

Νικόλαο Ρούσσο, τόσο προφορικά, τον Σεπτέμβριο του ’95, όσο και γραπτώς, λίγες

ημέρες αργότερα, να προσκομίσει τα δικαιολογητικά, έτσι ώστε η αίτησή του να

πάρει τον δρόμο της. Όμως, απάντηση οι υπηρεσίες μας δεν πήραν, και έτσι, τον

Οκτώβριο του 1997, αφού πια είχε περάσει κατά πολύ η προθεσμία των τριών μηνών

που ορίζει ο νόμος, εκδόθηκε από τις υπηρεσίες μας απορριπτική απόφαση για την

αίτηση, δεδομένου πως δεν υπήρχαν τα έγγραφα που θα πιστοποιούσαν την εν λόγω αναπηρία».

Την ίδια στιγμή, στα αρχεία του ΤΕΒΕ, το όνομα Νικόλαος Ρούσσος του Ιωάννου

και της Ελένης (το όνομα δηλαδή που αναγράφεται στα επίσημα έγγραφα των

αστυνομικών και εισαγγελικών αρχών), δεν υπάρχει. Ούτε στις καταστάσεις των

οφειλετών ούτε και σε εκείνες των ασφαλισμένων στο ταμείο.

Οι αρμόδιες υπηρεσίες του ταμείου βρίσκονταν σε επιφυλακή χθες το πρωί και σε

συνεργασία με τους αξιωματικούς της Ασφάλειας, προσπαθούσαν να ξεδιαλύνουν το

«μπέρδεμα». Νωρίς το μεσημέρι, ο πλήρης φάκελος του 52χρονου που πέθανε στις

φυλακές βρέθηκε. Πράγματι, το όνομα της μητέρας του Νικόλαου Ρούσσου ήταν

Αρετή και όχι Ελένη (όπως είχε γραφτεί στο σήμα της Αστυνομίας).

Ο Νικόλαος Ρούσσος (της Αρετής) είχε εγγραφεί στο ταμείο, τον Οκτώβριο του

1981, δηλώνοντας πως ασκούσε το επάγγελμα του παλαιοπώλη και πως διατηρούσε

κατάστημα στο Μοναστηράκι, στην οδό Ηφαίστου 39. «Εις βάρος του Νικολάου

Ρούσσου του Ιωάννου και της Αρετής, υπάρχουν τρεις μηνύσεις, που αφορούν

οφειλές προς το ταμείο», λέει ο κ. Τασσόπουλος, διαβάζοντας τον φάκελό του. «Η

πρώτη έγινε για οφειλές από τον Ιανουάριο του 1983 μέχρι τον Δεκέμβριο του

1984, η δεύτερη από τον Μάιο του 1986 μέχρι τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου και

η τρίτη από τον Ιανουάριο του 1987 έως τον Απρίλιο του 1988. Στις μέχρι

στιγμής έρευνές μας δεν φαίνεται να έχει πληρώσει χρήματα στο ταμείο. Μπορεί

να έδωσε κάποιο ποσό στην Εισαγγελία, πληρώνοντας όμως για την ποινή που του

είχε επιβληθεί, και όχι για να ξεχρεώσει τις οφειλές του προς το ΤΕΒΕ».

Διευκρινίζεται πάντως πως στα αρχεία του ΤΕΒΕ δεν υπάρχει κανένας άλλος

Νικόλαος Ρούσσος (με ίδιο ή διαφορετικό πατρώνυμο και μητρώνυμο), εναντίον του

οποίου να έχουν γίνει μηνύσεις για οφειλές προς το ταμείο.