|
|
Βιβλία διαβάζουν. Τις εφημερίδες, όμως, οι περισσότεροι νέοι τις αποφεύγουν
|
Κοινή, όσο και θλιβερή, η διαπίστωση ένθεν και ένθεν του Ατλαντικού: οι νέοι
δεν διαβάζουν εφημερίδες. Οι πιτσιρικάδες που παρακολουθούν τη στήλη θα
μπορούσαν να το δηλώσουν;
ΤΡΑΝΤΑΧΤΗ η αντίθεση: αν το 65% των Αμερικανών άνω των 50 ετών ενημερώνεται
μέσω του γραπτού Τύπου, στην ηλικιακή κατηγορία 18 ως 29 ετών το ποσοστό αυτό
πέφτει στο 19,6%. Η διαπίστωση αυτή ανησυχεί ιδιαίτερα τους αμερικανούς
εκδότες, όπως φάνηκε στο ετήσιο συνέδριο της Οργάνωσης Συνηγόρων του Αναγνώστη
που διεξήχθη πρόσφατα στο Σαν Ντιέγκο. Προτάσεις για την ανάκτηση της
αξιοπιστίας του Τύπου κατατέθηκαν πολλές. Να ενισχυθεί, για παράδειγμα, ο
ρόλος του «συνηγόρου» στο πλαίσιο ενός συστήματος τακτικής επικοινωνίας με
τους αναγνώστες. Να ελέγχονται καλύτερα οι πηγές. Να τηρείται αυστηρά η
διάκριση ανάμεσα στην αίθουσα σύνταξης και το τμήμα μάρκετινγκ και διαφήμισης.
Να αποφεύγεται η υπερβολική «ερμηνεία» της είδησης, που τη μετατρέπει τελικά
σε γνώμη.
Στην Έκθεση Βιβλίου που γίνεται αυτές τις μέρες στο Τορίνο παρουσιάστηκαν
ομολογουμένως πιο ριζοσπαστικές λύσεις. Η αφετηρία ήταν σχεδόν η ίδια: σύμφωνα
με δημοσκόπηση για λογαριασμό της «Στάμπα», μόλις το 20% των Ιταλών ηλικίας 15
ως 24 ετών είναι τακτικοί αναγνώστες εφημερίδων. Και θα ήταν βολικό να
επιρριφθεί η αποκλειστική ευθύνη στο υπόλοιπο 80% («Δεν σας ακολουθεί ο λαός;
Αλλάξτε τον λαό!») αν δεν συνέβαινε οι ίδιοι αυτοί νέοι που σνομπάρουν τις
εφημερίδες να είναι φανατικοί αναγνώστες βιβλίων. Τι φταίει λοιπόν; Πώς πρέπει
να είναι μια εφημερίδα για να διαβάζεται από τους νέους;
Κατά τον ερευνητή Μάριο Άμπις, το πρόβλημα είναι σχεδόν αξεπέραστο. Οι
ημερήσιες εφημερίδες, είπε, έχουν ανάγκη από πιστούς και σταθερούς αναγνώστες
που τείνουν να ταυτιστούν μ’ αυτές, ενώ οι σημερινοί νέοι αρνούνται τις
ταυτίσεις και προτιμούν τις χαλαρές σχέσεις. Υπάρχει επίσης μια διαφοροποίηση
γλωσσικού χαρακτήρα: οι νέοι αναζητούν την ειρωνεία και τη λιτότητα του ύφους,
ενώ οι εφημερίδες είναι φλύαρες και σοβαροφανείς.
Οι εφημερίδες δεν ελκύουν τους νέους γιατί εκδίδονται από μια γενιά ηλικίας 40
ως 50 ετών που τη γοητεύει η μάχη για την εξουσία, τόνισε ο Μάσσιμο
Γκραμελίνι, ένας δημοσιογράφος ιδιαίτερα δημοφιλής μεταξύ των νέων. Επείγουσα
είναι έτσι η ανάγκη να αλλάξουν στυλ. Οι μεγάλες αναλύσεις δεν ενδιαφέρουν
κανέναν. Για τον Φρανκ Σινάτρα δεν χρειάζονται τέσσερις σελίδες, αρκεί μία. Οι
δηλώσεις του τάδε υπουργού δεν αξίζουν παραπάνω από μια παράγραφο.
Καλή εφημερίδα, τόνισε ο βετεράνος δημοσιογράφος Έντσο Μπιάτζι, είναι αυτή που
συντροφεύει εκείνον που την εμπιστεύεται για να εξερευνήσουν μαζί τον κόσμο.
Λάθος, αντέτεινε ο νεαρός συγγραφέας Τζουζέπε Κουλίτσια. Γιατί οι νέοι της
Βρετανίας διαβάζουν τόσο φανατικά τη «Σαν»; Επειδή δίνει αξία στην κουλτούρα
τους κακολογώντας την καθημερινά. Για να βρίζει η «Σαν» τους πανκ, σημαίνει
ότι το κίνημά τους είναι αξιόλογο. Μ’ άλλα λόγια, η νεολαία θέλει μια
«θεραπεία-σοκ»: να τους επιτίθεσαι για να σε διαβάζουν…
