Ανδρέας – Τιτίνα. Η Τιτίνα Πανταζή, πρώην ευρωβουλευτής, εργάσθηκε με

αυταπάρνηση από τα προδικτατορικά χρόνια στο πλευρό του Ανδρέα Παπανδρέου.

Κόρη παλιού δημοκράτη αγωνιστή της Αχαΐας, η κ. Πανταζή βρέθηκε πλάι στον

ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ την εποχή που κατηγορήθηκε για την υπόθεση «Ασπίδα»

Η ΤΙΤΙΝΑ Πανταζή, πρώην ευρωβουλευτής, μέλος της Κ.Ε. του ΠΑΣΟΚ και ιδιαιτέρα

γραμματέας του Ανδρέα Παπανδρέου από το 1965 μέχρι και την 21η Απριλίου 1967,

αλλά και από το 1977 μέχρι το 1979 (περίπου), την εποχή που η Αγγέλα Κοκκόλα

είχε διαγραφεί από το ΠΑΣΟΚ, καταθέτει στα «ΝΕΑ» δύο άγνωστες μαρτυρίες για

τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. Μία που χαρακτηρίζει τον πολιτικό Ανδρέα και μία

βαθύτατα ανθρώπινη. Την άνοιξη του 1983, ζητήθηκε από την Κομισιόν η

γνωμοδότηση της Επιτροπής Προστασίας Περιβάλλοντος, Υγείας και Καταναλωτών του

ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αν θα έπρεπε ή όχι να ιδρυθεί και να χρηματοδοτηθεί

από την Κοινότητα θαλάσσιο πάρκο για την προστασία της μεσογειακής φώκιας

Μονάχους-Μονάχους, στην Αλόννησο. Στη συζήτηση που έγινε, ισχυρές αντιρρήσεις

προέβαλε ­ ανάμεσα σε άλλους ­ ο Ολλανδός σοσιαλιστής ευρωβουλευτής Χέμο

Μούντιχ, ο οποίος είχε μεγάλη επιρροή στον ευρωπαϊκό χώρο σε θέματα

περιβάλλοντος. Κύριο επιχείρημά του ήταν ότι «οι Έλληνες ψαράδες είναι

αγροίκοι και σκοτώνουν ανελέητα και χωρίς λόγο τις φώκιες». Πρότεινε μάλιστα

το πάρκο να γίνει στα τουρκικά παράλια! Ως μέλος της Επιτροπής αυτής

αντέκρουσα τα επιχειρήματα αυτά και πάνω στην ένταση της συζήτησης, επειδή

φοβόμουν ότι κινδυνεύαμε να χάσουμε, πήρα την πρωτοβουλία και πρότεινα στην

Επιτροπή πριν πάρει την τελική απόφαση, το προεδρείο και ο εισηγητής της

γνωμοδότησης να επισκεφθούν προηγουμένως την Αλόννησο και να διαπιστώσουν

επιτόπου ότι τα πράγματα ήταν όπως τους τα περιέγραφα εγώ και όχι ο Μούντιχ,

κ.λπ. Δεσμεύτηκα επίσης ότι τα έξοδα διαμονής θα τα κάλυπτε η ελληνική

κυβέρνηση. Κάτι που έγινε αποδεκτό και ορίστηκε και η ημερομηνία της

επίσκεψης. Είχα όμως πάρει μια πρωτοβουλία, χωρίς να έχω προηγουμένως

συνεννοηθεί με τα αρμόδια όργανα της κυβέρνησης. Την εποχή εκείνη ο Ανδρέας

Παπανδρέου παρακολουθούσε πολύ στενά και με έντονο ενδιαφέρον τα τεκταινόμενα

στο ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και σε πολλά θέματα έδινε ­ κυρίως ­ μέσω του Σπύρου

Πλασκοβίτη που ήταν τότε ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας μας στο

ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ο ίδιος την πολιτική γραμμή που έπρεπε ν’ ακολουθήσουμε

πάνω σε κρίσιμα για την Ελλάδα θέματα. Είχε ωστόσο επανειλημμένα τονίσει στον

καθένα μας χωριστά ότι θα ήταν πάντα στη διάθεσή μας για οποιοδήποτε σημαντικό

θέμα της αρμοδιότητάς μας κρίναμε πως έπρεπε να τον συμβουλευτούμε. Έτσι

επικοινώνησα αμέσως μαζί του στο τηλέφωνο. Είχα βέβαια μια σχετική αγωνία για

το πώς θα αντιδρούσε στην πρωτοβουλία που πήρα σχετικά με την κάλυψη των

εξόδων διαμονής των ξένων ευρωβουλευτών (μιλάμε για πέντε περίπου άτομα). Του

εξιστόρησα τα γεγονότα και του είπα και για τη δέσμευση που είχα αναλάβει.

Υπήρξε μια στιγμή σιγής στο τηλέφωνο και μετά μου είπε: «Αν και παράτυπα,

καλώς έπραξες. Η Ελλάδα πρέπει να το κερδίσει αυτό γιατί το δικαιούται. Να

επικοινωνήσεις με τον Γιώργο (τον Γεννηματά, που ήταν τότε υπουργός

Εσωτερικών), ο οποίος είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος σε θέματα περιβάλλοντος να σε

βοηθήσει και να δει τι δυνατότητες υπάρχουν για να καλυφθούν τα έξοδα

διαμονής, διαφορετικά θα τα πληρώσεις εσύ (!!) και μπορεί να συμπληρώσει κάτι

και το ΠΑΣΟΚ και αν χρειαστείς κάτι να με ενημερώσεις». Φυσικά, δεν

χρειάστηκε, γιατί πράγματι ο Γιώργος Γεννηματάς μαζί με τον τότε νομάρχη

Μαγνησίας και τον δήμαρχο Αλοννήσου μάς βοήθησαν πάρα πολύ. Η επίσκεψη έγινε,

οι ευρωβουλευτές ενθουσιάστηκαν, τόσο από τη φιλοξενία όσο κι από τις

συζητήσεις που είχαν με τον Σύλλογο Αλιέων Αλοννήσου. Σήμερα, το Θαλάσσιο

Πάρκο είναι μια πραγματικότητα. Τα έξοδα διαμονής καλύφθηκαν από τον δήμαρχο

και η διατροφή από τον Σύλλογο Αλιέων Αλοννήσου.




Ανδρέας-παππούς. Ο ηγέτης του ΠΑΣΟΚ αγαπούσε πολύ τα εγγόνια του. Ξεκουραζόταν

όταν βρισκόταν μαζί τους. Και ζητούσε, συχνά, να τα βλέπει

Ο ΑΝΔΡΕΑΣ Παπανδρέου ήταν ένας ιδιαίτερα ευαίσθητος άνθρωπος, κυρίως με τα

μικρά παιδιά. Είναι άλλωστε γνωστή η αδυναμία που είχε στα εγγόνια του, τα

οποία και υπεραγαπούσε.

Με την οικογένεια Παπανδρέου, πέρα από τις πολιτικές μας σχέσεις, είχαμε και

πολύ στενές οικογενειακές σχέσεις. Η Μαργαρίτα έχει βαφτίσει την κόρη μου και

εγώ μαζί με τον Λευτέρη τον Κόντο έχω παντρέψει τη Σοφούλα με τον Θόδωρο Κατσανέβα.

Θυμάμαι μια Καθαρά Δευτέρα που τρώγαμε στο σπίτι τού Μιχάλη του Ζιάγκα. Από

μικρά παιδιά ήταν εκεί τα δύο, τότε, εγγόνια του Ανδρέα και της Μαργαρίτας από

τη Σοφούλα και τον Γιώργο, δύο άλλα παιδάκια και η κόρη μου. Όλα, γύρω στην

ηλικία μεταξύ 3 και 5 χρόνων. Πάνω στο παιχνίδι, η κόρη μου δάγκωσε στο χέρι

τον μικρό Ανδρέα της Σοφούλας, ο οποίος, όπως ήταν φυσικό, ξέσπασε σε κλάματα.

Τρέξαμε όλοι και εγώ μάλωσα περισσότερο ίσως από ό,τι έπρεπε την κόρη μου, η

οποία πήγε σε μια γωνιά και έκλαιγε απαρηγόρητα. Τότε σηκώθηκε ο πρόεδρος, την

πήρε στην αγκαλιά του και άρχισε να της διηγείται μία ιστορία: «Όταν ήμουν

μικρός ζούσα με τη μητέρα μου και ο πατέρας μου ζούσε σε άλλο σπίτι. Πήγαινα

όμως και τον έβλεπα συχνά και έτρωγα μαζί του. Μέχρις ότου φάμε όμως, επειδή

ήταν ένας πολύ απασχολημένος άνθρωπος, περιμένοντάς τον τριγυρνούσα μόνος μου

στο σπίτι και έκανα διάφορες ζαβολιές για να τους κάνω να με προσέξουν. Μια

φορά άνοιξα τις βρύσες στο μπάνιο και κόντεψε να πλημμυρίσει το σπίτι. Άλλη

μια φορά πάλι έλυσα το αρνάκι που είχαν στείλει στον πατέρα μου για το Πάσχα

και το πήγα στις τριανταφυλλιές που άρεσαν στον πατέρα μου και τις χάλασε, και

με μάλωναν και μένα τότε, όπως σε μάλωσε η μητέρα σου τώρα. Έτσι είναι οι

μεγάλοι, δεν καταλαβαίνουν καμιά φορά, αλλά μας αγαπάνε όμως».

Ήδη η κόρη μου γελούσε με αυτά που της έλεγε και του «εκμυστηρεύτηκε» ότι

δαγκώνει καμιά φορά τα παιδιά γιατί δεν της δίνουν σημασία. «Να τι θα κάνεις

τότε», της είπε ο Ανδρέας Παπανδρέου, «θα ζητήσεις από τη μητέρα σου και τον

πατέρα σου να σου πάρουν ένα σκυλάκι, που θα το ταΐζεις και θα το περιποιείσαι

εσύ μόνο, για ν’ ακούει μόνον εσένα, κι όταν σε μαλώνουν θα βάζεις το σκυλάκι

να τους δαγκώνει, γιατί οι άνθρωποι δεν δαγκώνουν».



ΣΥΣΣΩΜΗ η κυβέρνηση, με επικεφαλής τον Πρωθυπουργό, όλα τα κορυφαία στελέχη

και οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, παλιοί φίλοι και συνεργάτες του θα τιμήσουν τη

μνήμη του Ανδρέα Παπανδρέου αύριο στις 12 το μεσημέρι στο Α’ Νεκροταφείο της

Αθήνας. Το βράδυ της Κυριακής, στις 8.30, στο Μέγαρο Μουσικής Θα γίνει μουσική

εκδήλωση την οποία η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ αποκαλεί «εκδήλωση τιμής και μνήμης για

τον μεγάλο απόντα».

Το πρόγραμμα περιλαμβάνει στην αρχή ομιλίες του κ. Κ. Σημίτη και του πρώην

υπουργού Πολιτισμού της Γαλλίας κ. Ζακ Λανγκ. Θα ακολουθήσει μουσικό

πρόγραμμα. Την ορχήστρα θα διευθύνει ο Σταύρος Ξαρχάκος, ενώ ο Γιώργος

Νταλάρας, η Μαρία Φαραντούρη, ο Μανώλης Μητσιάς και ο Ανδρέας Κουλουμπής θα

τραγουδήσουν τραγούδια από το «Άξιον Εστί» του Οδυσσέα Ελύτη και το

«Πνευματικό εμβατήριο» του Άγγελου Σικελιανού.

Τη Δευτέρα θα γίνει μία ακόμη εκδήλωση στη μνήμη του Ανδρέα Παπανδρέου, στη

Χαλκίδα, την οποία οργανώνει το 9ο περιφερειακό τμήμα του Οικονομικού

Επιμελητηρίου Ελλάδος και θα παραστεί η κ. Δήμητρα Παπανδρέου. Την εκδήλωση θα

προσφωνήσει ο κ. Γιώργος Μητροπέτρος.

Στο μεταξύ, η εκτελεστική γραμματεία της νεολαίας ΠΑΣΟΚ, σε ανακοίνωσή της,

αφήνει αιχμές εναντίον όσων διαφωνούν για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να

τιμηθεί η μνήμη του. «Το όνομά του ­ επισημαίνεται στην ανακοίνωση ­ δεν έχει

ανάγκη προστασίας από όλους εκείνους που είτε προβαίνουν σε δηλώσεις, είτε

σιωπούν για τον ίδιο λόγο. Δεν αποτελεί κληρονομιά κανενός, δεν παρέχει

δικαιώματα διαχείρισης και εκμετάλλευσής του σε κανέναν».


14.6.97

Αγαπημένε μου Πρόεδρε,

Ένας χρόνος πέρασε κιόλας από τότε που έφυγες από κοντά μας. Και εμείς τι

κάναμε; Πώς «προσπαθήσαμε» να διαφυλάξουμε τη μνήμη σου; Και να αντλήσουμε απ’

όλα όσα εσύ πλούσια μας πρόσφερες τόσα χρόνια.

Ο ελληνικός λαός, με τον οποίο είχες μια μοναδική ερωτική σχέση, που του

πρόσφερες οράματα, τον βοήθησες να αποκτήσει ιδεολογία, τον γέμιζες με ελπίδες

και συγχρόνως αντλούσες δύναμη απ’ αυτόν, δεν έχει ακόμη συνέλθει από το κενό

που άφησες.

Ακόμη και σήμερα, ένα χρόνο μετά, είσαι βαθιά χαραγμένος μέσα του, λες και

μπήκες στο πετσί των ανθρώπων που πίστεψαν σε σένα και ζεις.


Αγγέλα – Ανδρέας. Η Αγγέλα Κοκκόλα, η πιστή, για πάρα πολλά χρόνια, γραμματέας

του Ανδρέα Παπανδρέου, ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ σήμερα, εργάστηκε πλάι του

κυρίως ως σύμβουλος σε πολλά θέματα. Είχε γνώμη και δεν δίσταζε να την

εκφράζει, ακόμα κι αν είχε προσωπικό κόστος

Όμως εμείς τι κάναμε; Πώς σε τιμήσαμε; Σήμερα, ένα χρόνο μετά, τοποθετείται

επιτέλους στο μνήμα σου ένα πεντελικό μάρμαρο με το μεγάλο σου όνομα χαραγμένο

επάνω. Επιτέλους. Θα πρέπει όμως παράλληλα να μπει και μια μεγάλη ταφόπετρα

στη σκύλευση της μνήμης σου.

Ένα χρόνο τώρα κατακλυζόμαστε από συζητήσεις, ανακοινώσεις, συνεντεύξεις στα

ραδιόφωνα, τις τηλεοράσεις και τα παντός τύπου έντυπα για τα διάφορα ιδρύματα,

για τις διάφορες τελετές στη μνήμη σου, για τα διάφορα μνημόσυνα, αλλά και

τόσα άλλα.

Άραγε, έτσι θα ήθελε ο ελληνικός λαός να σε τιμήσουμε; Εκφράζουμε το λαϊκό

αίσθημα; Δεν το νομίζω.

Ακούω πως σε άλλες χώρες γίνονται πιο σημαντικά πράγματα για να τιμήσουν τη

μνήμη σου:

Θέσπιση υποτροφιών στο όνομά σου, κάτι που σε εκφράζει απόλυτα, μια και

αγάπησες τους νέους και πίστευες πως η καλύτερη επένδυση μιας χώρας είναι η

επένδυση σ’ αυτούς.

Αίθουσα με το όνομά σου στο Συνεδριακό Κέντρο του Μάλμε Σουηδίας, δίπλα στις

αίθουσες με τα ονόματα των άλλων μεγάλων της σοσιαλιστικής οικογένειας, που

έφυγαν από κοντά μας. Ούλοφ Πάλμε, Μιτεράν, Κράισκι.

Ακούω ότι σε Πανεπιστήμια των ΗΠΑ, στο Tufts π.χ., έγιναν εκδηλώσεις με θέμα

το επιστημονικό σου έργο, γιατί όταν ήρθες τότε στην Ελλάδα και μπήκες σαν

σίφουνας στη ζωή μας, όπως έχω ξαναπεί, διέθετες λαμπρές πανεπιστημιακές

περγαμηνές. Ήσουν ήδη πρύτανης της Σχολής Οικονομικών Επιστημών του

Πανεπιστημίου του Μπέρκλεϊ Καλιφόρνιας ­ άπιαστο όνειρο ακόμη και για πολλούς

διάσημους οικονομολόγους. Για να μην αναφερθώ στα πολλά και πρωτοποριακά

επιστημονικά συγγράμματά σου.

Και εμείς, όλο αυτό τον χρόνο περί άλλα τυρβάζαμε. ΜΗΝ τιμώντας τη μνήμη σου,

κατά την ταπεινή μου γνώμη.

Επειδή μ’ αρέσει να ελπίζω, και επειδή με έχεις μάθει και εσύ, αγαπημένε μου

πρόεδρε, να ελπίζω και να αγωνίζομαι, ΕΛΠΙΖΩ ΛΟΙΠΟΝ πως θα σταθούμε επιτέλους

στο ύψος των περιστάσεων, στο ύψος της δικής σου παρουσίας, στο ύψος της

προσφοράς σου.

Αγαπημένε μου Πρόεδρε,

Πάντα ήθελες να σου γράφω. Η φράση σου «Αγγέλα γράφε», είναι βαθιά

στοιχειωμένη μέσα μου. Το κάνω λοιπόν και τώρα.

Εμείς, οι παλιοί σου σύντροφοι, που αγωνιστήκαμε μαζί σου τα χρόνια της

δικτατορίας και πρώτοι ενστερνιστήκαμε τα οράματά σου για μια Ελλάδα εθνικά

υπερήφανη, ανεξάρτητη, με οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική δικαιοσύνη, δεν

είχαμε δυστυχώς τη δυνατότητα τον τελευταίο καιρό να βρισκόμαστε κοντά σου, ν’

ανταλλάσσουμε απόψεις, να θυμόμαστε τα παλιά, όπως τόσο πολύ σου άρεσε.

Ήμασταν, ωστόσο, από μακριά κοντά σου και πιστεύω πως και εσύ έτσι ένιωθες. Η

σχέση μας πάντα παρέμενε αναλλοίωτη, άσχετα αν δεν είχαμε τη δυνατότητα άμεσης

επικοινωνίας. Ένα βλέμμα αρκούσε για να ειπωθούν τα πάντα, όπως τότε στο

Ωνάσειο. «Ένα κερί αρκεί», όπως λέει ο αγαπημένος σου Καβάφης.

***

Με όλα αυτά που σου γράφω, χαμογελάς άραγε; Ή λυπάσαι; Με κείνη την άφατη λύπη

που διαβάζαμε στο πρόσωπό σου τα τελευταία χρόνια; Ή μήπως θυμώνεις με κείνο

τον μοναδικό σου τρόπο που πάγωνε τους πάντες; Και ετοιμάζεσαι να μου

υπαγορεύσεις κάποια δήλωση που θα κατατροπώσει τους ασεβείς, όπως εκείνο το

βράδυ στο Παρίσι, στον απόλυτο ζόφο της δικτατορίας, που με τόση αγωνία

τηλεφωνούσες ψάχνοντας να με βρεις, και όταν επιτέλους μιλήσαμε μου

υπαγόρευσες, με παλλόμενη και ενθουσιώδη φωνή, τη Διακήρυξη της ίδρυσης του

Πανελλήνιου Απελευθερωτικού Κινήματος, που έδωσε επιτέλους μια ελπίδα στο

δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό. Ήταν άνοιξη του ’68 ­ εσύ στη Στοκχόλμη ­ κι εγώ

στο Παρίσι. Λαχάνιαζες κι εμένα το χέρι μου είχε πιαστεί. Και τέλειωσες με την

παροιμιώδη εκείνη φράση σου: «Μπουμπούνισέ το τώρα».

***

Βέβαια, ο ίδιος ποτέ δεν ασχολήθηκες με την υστεροφημία σου. Σου άρεσε η ζωή

και το ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ. Τα υπόλοιπα, νόμιζες, ότι θα πάρουν από μόνα τους τον

δρόμο τους ­ τον σωστό δρόμο τους όμως. Ή δεν σ’ ενδιέφερε; Άραγε σου αρέσει

αυτό που γίνεται τώρα, δεν σ’ ενδιαφέρει; Ή λυπάσαι, όπως βαθιά λυπημένος

έζησες τα τελευταία σου χρόνια και λυπημένος έφυγες;

Αγωνιώ. Και δεν είμαι η μόνη

.