Με αφορμή τα γεγονότα των ημερών, δύο παθογενείς συμπεριφορές και στάσεις ξαναήλθαν στο προσκήνιο.

Καταρχάς, με αφορμή την παράδοση του θεαματικού Κέντρου Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος στο κράτος και, άρα, τη νέα μορφή διαχείρισής του, παρέλασαν όλοι οι αυτόκλητοι σκεπτικιστές δημοσιολόγοι με την εξής αιχμή στον προβληματισμό τους: «Το ανίκανο και παρασιτικό κράτος θα καταστρέψει το διαμάντι. Καλύτερα να μην παραδοθεί και ας διατηρηθεί η επιστασία του Ιδρύματος σε αυτό».

Η παραπάνω γνώμη που δαιμονοποιεί το κράτος και προκαταβολικά θρηνεί για την αποτυχία του καταρχάς προσβάλλει την ίδια την καταστατική επιλογή του Ιδρύματος να προχωρήσει στην παραπάνω θεαματική δωρεά ή επιστροφή στην κοινωνία ενός παραγόμενου έργου που έτσι κι αλλιώς σε εκχωρημένο δημόσιο χώρο δημιουργήθηκε.

Το ΚΠΙΣΝ αποτελεί μια ιδανική σύμπραξη ιδιωτικής και δημόσιας πλατφόρμας. Και έχει ενδιαφέρον πως μέρος των προαναφερόμενων δημοσιολόγων αντιμετωπίζει με τέτοια εθελόδουλη και ευθύγραμμη λογική το όλο εγχείρημα.

Το ΚΠΙΣΝ, που αποτελεί δυναμικό πόλο αναμόρφωσης όλης της πόλης και της υπεραξίας της, μέλλει να φανεί αν υπαγόμενο στο υπουργείο Οικονομικών και υπό την επιστασία του Ιδρύματος Νιάρχου θα αποτελέσει συνιστώσα ανοίγματος στην κοινωνία με μαζικούς όρους. Το κράτος σίγουρα αποτελεί τον εγγυητή για την ομαλή λειτουργία του. Ας μην ξεχνάμε πως αυτό ακριβώς το κράτος με όλες του τις παθογένειες έχει κληθεί επανειλημμένα να βγάλει τα κάστανα απ’ τη φωτιά για ρίσκο που πήραν αποτυχημένοι ιδιώτες. Χώρια που ακόμη και η περιγραφή των ιδιωτών είναι εξαιρετικά πολύπλοκη σε μια χώρα όπου η επικράτεια δημόσιου – ιδιωτικού είναι απολύτως συγκεχυμένη (μήπως οι φοροαπαλλαγές ιδιωτών δεν ισοσκελίζονται με μετακύληση φορολογικών βαρών στους πολλούς;).

Η δεύτερη παθογενής τάση των ημερών εκφράστηκε σχεδόν ανακλαστικά. Μιλώ με αφορμή το φριχτό τροχαίο με την Πόρσε και την τραγωδία. Μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης μίλησε απλώς και μονομερώς με αφορμή την ταξική καταγωγή του μοιραίου οδηγού – θύματος.

Και εδώ μια ευθύγραμμη λογική που βλέπει πίσω από το εν λόγω παιδί επιχειρηματία έναν στυγερό δολοφόνο, ξεχνώντας πως και το ίδιο το παιδί είναι πια νεκρό. Προφανώς ένα ακριβό σπορ αμάξι σε μια χώρα όπως η Ελλάδα συχνά οπλίζει με θράσος τον επιβαίνοντα. Ρωτώ όμως: Αυτό έχει να κάνει μόνον με ταξικές καταγωγές; Μήπως τα λαϊκά παιδιά που παίρνουν ένα ακριβό αμάξι δεν είναι επίσης και συχνά αντίστοιχα απρόσεκτα στην οδηγική τους συμπεριφορά; Ή μήπως θα φτάσουμε να ποινικοποιούμε την επιχειρηματική δράση κάποιου με αφορμή τον γιο του;

Σκέψεις μόνον στο φόντο μελαγχολικών ημερών.