Μπορεί να χωρέσει η συσσωρευμένη εμπειρία εννέα μηνών μέσα σε 80 λεπτά; Από τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης που ανέγνωσε προχθές ο Πρωθυπουργός αποδεικνύεται ότι γίνεται. Η πρωθυπουργική ομιλία είχε όλα τα χαρακτηριστικά της μεταμόρφωσης που συντελέστηκε σε αυτό το εννιάμηνο. Οργανικά συνδεδεμένη με το τρίτο Μνημόνιο, χωρίς επικολυρικά στοιχεία στη δομή της και χωρίς δάκρυα στο τέλος, ακούστηκε όπως ακούγονται όλες οι προγραμματικές δηλώσεις στις ώριμες δημοκρατίες: ήταν απολύτως βαρετή.

Αυτή η πρόκληση ανίας είναι και η μεγάλη διαφορά από την ομιλία που είχε εκφωνήσει ο Αλέξης Τσίπρας ως νεοεκλεγμένος Πρωθυπουργός τον περασμένο Ιανουάριο. Ο Τσίπρας Ι ήθελε να αλλάξει την Ευρώπη, ο Τσίπρας ΙΙ θέλει απλώς να περάσει το τεστ της αξιολόγησης. Το στοίχημα τότε ήταν η αντιλιτότητα, σήμερα είναι τα ισοδύναμα. Το άλμα ανάμεσα στα δύο πολιτικά αφηγήματα είναι τεράστιο. Και η προχθεσινή ομιλία είναι το επιστέγασμα μιας ωρίμασης που στοίχισε μερικές δεκάδες δισ. ευρώ, αλλά δεν ήταν καθόλου βίαιη. Χρόνος εννέα μηνών αντιστοιχεί πολιτικά σε μια αιωνιότητα και κάτι. Ο Αλέξης Τσίπρας πήρε τον χρόνο του για να αλλάξει τον εαυτό του, για να πετύχει αυτήν τη χαμαιλεοντική μεταμόρφωση που έσωσε τη χώρα από μια δεύτερη και πιο οδυνηρή χρεοκοπία.

Η κλιματική αλλαγή που προκαλείται στο εγχώριο πολιτικό περιβάλλον από αυτήν τη μεταμόρφωση είναι ουσιώδης. Μόνο που εδώ δεν πρόκειται για υπερθέρμανση, αλλά για την αντίστροφη διαδικασία. Για μια αποθέρμανση. Ο Τσίπρας είναι ο πρώτος μνημονιακός Πρωθυπουργός που θα κυβερνήσει σε συνθήκες υποχρεωτικής συναίνεσης. Πολιτικό ψύχος μπορεί να μην πέσει, ούτε το Κοινοβούλιο θα γεμίσει ξαφνικά από πολιτικούς Εσκιμώους. Χωρίς ακραία πολιτική πόλωση, όμως, η αντιμνημονιακή λίμπιντο στους δρόμους θα είναι πεσμένη –ακόμη κι αν τα μέτρα πέφτουν σαν το χαλάζι. Τι μένει να κάνει ο Πρωθυπουργός; Μα να προκαλέσει την ίδια βαρεμάρα στην πολιτική καθημερινότητα που προκάλεσε με μια ομιλία που μάλλον θα ήταν πιο συναρπαστική εάν την εκφωνούσε στη γλώσσα των Εσκιμώων.