Διαβάζοντας για τη συγκίνηση που προκάλεσαν στον διοικητικό διευθυντή της ΑΕΚ Δημήτρη Μελισσανίδη οι αναμνήσεις από τον αγώνα συμπαράστασης προς τον αδελφό σερβικό λαό που έδωσε η ΑΕΚ με την Παρτιζάν Βελιγραδίου το 1999, σκέφτηκα, πάλι καλά που σήμερα, λόγω και της κρίσης, δεν φαίνεται πιθανό κάποια ελληνική ομάδα να τρέξει στο Ντονέτσκ για να παίξει κανέναν αγώνα με την τοπική ομάδα προς υποστήριξη των αγωνιζόμενων κατά του «ουκρανικού φασισμού» αυτονομιστών.
Οι έλληνες ανταποκριτές στη Μόσχα κάνουν φιλότιμες προσπάθειες για να μας πείσουν ότι η σύγκρουση που μαίνεται στην Ανατολική Ουκρανία αφορά τον αγώνα ρωσόφωνων δημοκρατών κατά ουκρανών φασιστών. Βεβαίως, με την ουκρανική δημοκρατία καθόλου δεν είναι όλα ρόδινα, αποτελεί και αυτή κακέκτυπο δημοκρατίας (η προσπάθεια απαγόρευσης του ουκρανικού Κομμουνιστικού Κόμματος όχι για τα εγκλήματα του παρελθόντος, αλλά επειδή στηρίζει τον Πούτιν, είναι μια πλευρά αυτού του κακέκτυπου). Το πρωτότυπο όμως αυτού του κακέκτυπου βρίσκεται ακριβώς στη χώρα που υποτίθεται ότι στηρίζει τη δημοκρατία έναντι των ουκρανών φασιστών.
Οπως δεν γνώριζε η ελληνική κοινή γνώμη ότι οι αδελφοί Σέρβοι βομβάρδιζαν επί μία τριετία το Σαράγεβο, μια πόλη στην οποία οι πολίτες επέμεναν να υποστηρίζουν την πολυεθνική Γιουγκοσλαβία έναντι των διχαστικών εθνικισμών των ποικίλων εξουσιών (κεντρικών και τοπικών, σερβικών και κροατικών), όπως ποτέ δεν έμαθε πλήρως για το έγκλημα στη Σρεμπρένιτσα του «ποιητή» Κάρατζιτς, επίτιμου προσκεκλημένου πολλών από τους σημερινούς πολιτικούς ηγέτες της χώρας, έτσι και σήμερα γνωρίζει ελάχιστα για τις δεκάδες δολοφονίες δημοσιογράφων και άλλων διαφωνούντων στη Ρωσία του Πούτιν (Αννα Πολιτκόφσκαγια και Ιβάν Σαφρόνοφ μεταξύ των πλέον γνωστών), τις συλλήψεις χωρίς εισαγγελική άδεια, τις στημένες δίκες, τις καθημερινές εξαφανίσεις πολιτών, την οικιστική πολιτική που ασκείται με τη συνεργασία πουτινικών συνεργατών και μαφίας, το κάψιμο δηλαδή οικιών για να κτιστούν μεγάλες πολυκατοικίες. Δεν είναι τυχαίο επομένως που το 63% των ελλήνων πολιτών βλέπει θετικά τη σημερινή Ρωσία (δεύτερο υψηλότερο ποσοστό στον κόσμο μετά το 83% των ίδιων των Ρώσων) και το 41% δείχνει απόλυτη εμπιστοσύνη στον Πούτιν (υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ).
Ο Πούτιν πέτυχε γιατί κατόρθωσε να μετατρέψει σε ρωσικό τον σοβιετικό εθνικισμό και την αντιδυτική κουλτούρα κάποιων στρωμάτων στη χώρα. Οσο και να φαίνεται σε κάποιους περίεργο, ο εθνικισμός με ισχυρές δόσεις πανσλαβισμού και θρησκοληψίας αποτελούσε την πίσω σελίδα της ιδεολογίας του κρατικού μαρξισμού – λενινισμού στη σταλινική και μετασταλινική Σοβιετική Ρωσία. Σε πρώτο επίπεδο, το σοβιετικό καθεστώς μιλούσε για «πανανθρώπινη φιλία και αλληλεγγύη», η απαίτηση όμως μιας παγκόσμιας κυριαρχίας του ρωσικού έθνους αποτελούσε τη βαθύτερη πλευρά του. Μια ματιά στα εγχειρίδια Ιστορίας και στον Τύπο της σοβιετικής εποχής πείθει για την αλήθεια.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι διδάκτωρ Κοινωνιολογίας