Αυτή τη φορά δεν ήταν μια εμμονή του μεταμοντερνισμού να ανακαλύπτει μπεστ σέλερ εκεί όπου δεν υπάρχουν. Η Κορίν Ζουανό χτύπησε διάνα φτάνοντας μέσω της ιστορικής έρευνας στην πηγή της πιο πετυχημένης μυθιστορίας της αρχαιότητας. Αλλά κι αυτό το τελευταίο μην το πάρετε τοις μετρητοίς. Οι απαρχές του «Μυθιστορήματος του Αλεξάνδρου» ανάγονται στην έκδοση του Ψευδοκαλλισθένη. Το πρώτο χειρόγραφο, που αποτελεί την εξέλιξη του μυθικού υλικού γύρω από τον Αλέξανδρο, χρονολογείται από τον 3o αιώνα μ.Χ., εποχή που υπήρχε αυξημένο ενδιαφέρον για τη ζωή των αγίων, των σοφών και των θαυματοποιών. Μεταφράζεται στα λατινικά τον 4ο αι. και εκδίδεται σε περίπου 30 γλώσσες, από την αρμενική και την προβηγκιακή ώς τη νεοπερσική, τη σκωτική και την ισπανοαραβική.
Το «Μυθιστόρημα» γράφεται και ξαναγράφεται υπό την επήρεια της «Ιλιάδας», της «Οδύσσειας» και των τραγικών προτύπων, ενώ ο Ηρόδοτος και ο Αίσωπος προσφέρουν υλικό για πάσης φύσεως δάνεια. Το αιγυπτιακό περιβάλλον μέσα στο οποίο γεννιέται το «Μυθιστόρημα» αφήνει το αποτύπωμά του στα διαφορετικά στρώματα της αφήγησης. Ο μακεδόνας κατακτητής, μεταμορφωμένος σε γιο του φαραώ, αποκτά τον ρόλο ενός εκλεκτού των θεών. Ο Αλέξανδρος εμφανίζεται ως γιος της Ολυμπιάδας και του Νεκτανεβώ Β’, τελευταίου αυτόχθονα ηγεμόνα που κυβέρνησε την Αίγυπτο. Αλλά το στοιχείο που εντυπωσιάζει σ’ αυτό το μπεστ σέλερ είναι η τοπικιστική προπαγάνδα υπέρ της βορειοαφρικανικής χώρας, της Αλεξάνδρειας –«η βασίλισσα των πόλεων» –και της Μέμφιδας. Ο ίδιος ο Αλέξανδρος παρουσιάζεται ως ελευθερωτής από τους Πέρσες και ο συγγραφέας υπερτονίζει τη θετική υποδοχή του από τους γηγενείς (ένας «μύθος που δημιούργησε το «γραφείο προπαγάνδας» του Αλεξάνδρου και υιοθέτησαν συνολικά όλοι οι ελληνορωμαίοι ιστορικοί» σχολιάζει η Ζουανό).
Αφού του αναγνωρίσαμε την πρωτιά, θα πρέπει να ομολογήσουμε ότι οι «επίγονοι» ακολούθησαν κατά γράμμα τη μαγική συνταγή του μπεστ σέλερ: «Ακου πολλά, γράψε το πιο δελεαστικό». Η Ζουανό δεν μπορεί παρά να αξιοποιήσει το παράδειγμα του γάμου του Αλεξάνδρου, το οποίο διαπερνά ως ιστορική ανακρίβεια από σχολικά εγχειρίδια έως κινηματογραφικές ταινίες. Η ιστορικός θυμίζει ότι η Ρωξάνη ήταν μια από τις τρεις συζύγους του Αλεξάνδρου και πάντως όχι κόρη του Δαρείου (πατέρας της ήταν ο Οξυάρτης, δυνάστης της Βακτριανής). Η ιστορία ήταν πιο σύνθετη, επισημαίνει η συγγραφέας: μόνο μετά τον θάνατο του Δαρείου, το 324 π.Χ., παντρεύτηκε μια κόρη του που την έλεγαν Στάτειρα και μαζί μια κόρη του Αρταξέρξη Γ’ Ωχου, την Παράσυτη, για να ενισχύσει την πολιτική συνεργασίας με τους πέρσες ευγενείς. «Και στο σημείο αυτό η μπερδεμένη πραγματικότητα έδωσε τη θέση της στην απλοποιημένη εικόνα ενός μονογαμικού ήρωα». Ο Πλούταρχος επιχειρεί μια ιστορική διόρθωση, προσπαθώντας να δικαιολογήσει την πολυγαμία τού στρατηλάτη γράφοντας ότι παντρεύτηκε τη Ρωξάνη για λόγους προσωπικούς και τη Στάτειρα για λόγους πολιτικής. Δικαιολογημένο, λοιπόν, το σχόλιο της Ζουανό στην υποσημείωση 453 του αντίστοιχου κεφαλαίου: «Ο Αλέξανδρος του Πλουτάρχου εμφανίζεται ως πολυγαμικός στην πράξη αλλά μονογαμικός στην καρδιά!».
Η Ζουανό δεν είναι κριτικός της λογοτεχνίας ούτε βιβλιοκριτικός: είναι πρωτίστως ιστορικός που επιχειρεί να καθαρίσει τα πολλαπλά στρώματα του «Μυθιστορήματος» από τις αλλεπάλληλες αναγνώσεις, διορθώσεις, παρεμβάσεις και παρερμηνείες. Την ώρα που ο συγγραφέας χτίζει τον νέο μύθο του Αλεξάνδρου, προβάλλει τις καρικατούρες των αντιπάλων του και κυρίως του Δαρείου.
Αν η καρικατούρα ισχύει για την επικράτεια της Ασίας, οι αναφορές για τον ίδιο τον Αλέξανδρο δεν μπορούν παρά να προέρχονται από τον πρώτο διδάξαντα της επικής αφήγησης. Στο σημείο αυτό ακόμη και η πολυθρύλητη σύγκριση με τον Αχιλλέα μοιάζει μονόπλευρη. Δίπλα στην ισχύ ο Αλέξανδρος χρειάζεται επειγόντως τη σοφία. Η Ζουανό επεξηγεί: «Ηρωας πολύμητις, ο Αλέξανδρος του Ψευδοκαλλισθένη μοιάζει πράγματι λιγότερο στον Αχιλλέα, από τον οποίο ωστόσο ισχυρίζεται ότι κατάγεται, από όσο στον πολυμήχανο Οδυσσέα». Απ’ τον ομηρικό ήρωα δανείζεται «το μικρό ανάστημα, το σαρδόνιο χαμόγελο, την προτίμηση για τις μεταμφιέσεις, τους δόλους και τα ψέματα».
Σαν video game
Οδοντοτύραννος ή ρινόκερος;
Ο Αλέξανδρος του «Μυθιστορήματος» είναι ο ήρωας που δεν καταβάλλεται ποτέ. Ενα παιδί που παίζει με τον χρόνο και τα καταφέρνει σε πείσμα όλων με τον ναρκισσισμό της μικρότητας. Φτάνει στις εσχατιές του τότε γνωστού κόσμου και αντιμετωπίζει επιθέσεις από άγρια ζώα και γηγενείς, οι οποίες μόνο με πίστες ενός σύγχρονου video game μπορούν να συγκριθούν. Κάθε νέα διασκευή του «Μυθιστορήματος» προσθέτει λίγη φρίκη ακόμη στην προηγούμενη: τον ήρωα τον προσμένουν κίνδυνοι και χωσιές από κυνοκέφαλους, ακέφαλους με μάτια στο στήθος, θηρία με έξι χέρια, τεράστιους σκορπιούς, λιοντάρια πιο μεγάλα από ταύρους, πιθήκους τεράστιους σαν αρκούδες. Στην αρμενική και λατινική μετάφραση κυριαρχεί ο περίφημος οδοντοτύραννος, «αυτό το ον που είναι πιο γιγάντιο από όλους τους ελέφαντες», είναι δολοφονικό και έχει μόνο ένα κέρατο. Ποτέ άλλοτε δεν ξοδεύτηκαν τόσες λέξεις για να περιγράψουν τον ρινόκερο, τουλάχιστον κατά την ερμηνεία του Γιούλιους Τσάχερ (1816-1887), τον οποίο ο Πλίνιος ονομάζει «μονόκερο».
Corinne Jouanno
Το μυθιστόρημα
του Αλεξάνδρου
Γέννηση και
μεταμορφώσεις
Μτφ. Μαρίνα Λουκάκη,
Επιμ. Αναστασία Καραστάθη,
Εκδ. Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής
Τραπέζης, 2015, σελ. 777
Τιμή: 40,50 ευρώ