Μια σελίδα για κάθε χρόνο ζωής. Ενας αιώνας σε πενήντα φύλλα χαρτιού. Είναι άραγε ικανά να χωρέσουν την «ασυμβίβαστη»; Τον «θηλυκό Ζορμπά;» Τη γυναίκα που δέχθηκε πρόταση γάμου από τον Κώστα Βάρναλη και είχε την τύχη να συναναστραφεί τον Νίκο Καζαντζάκη; Της συγγραφέως και παιδαγωγού με την έντονη πολιτική δράση –ορκιζόταν στον λόγο της κομματικής της τιμής –που αν και άφησε έντονη τη σφραγίδα της σε όλους τους τομείς με τους οποίους καταπιάστηκε δεν αποποιήθηκε τον ρόλο του έρωτα στη ζωή της;

Το εγχείρημα είναι δύσκολο. Η πένα της έμπειρης δημοσιογράφου Εύας Νικολαΐδου, όμως, καταφέρνει να σκιαγραφήσει σχεδόν πλήρες το πορτρέτο της Ελλης Αλεξίου μέσα από τις συνεντεύξεις που της έδωσε σε ένα βιβλίο μικρό σε μέγεθος, αλλά γεμάτο μεγάλες στιγμές και μεγάλες αλήθειες. Ενα βιβλίο που γεννήθηκε με αφορμή ένα όνειρο που είδε η δημοσιογράφος μια νύχτα του Νοεμβρίου του 2014, τη χρονιά που συμπληρώνονταν 120 χρόνια από τη γέννηση της Ελλης Αλεξίου. Το επόμενο πρωινό κιόλας είχε ήδη πάρει την απόφαση να γράψει ένα βιβλίο για τη σπουδαία εκείνη γυναίκα κι είχε αρχίσει την έρευνα στο αρχείο της για να εντοπίσει το υλικό.

«Εφτανε να της κάνεις μια ερώτηση, να της ζητήσεις μια γνώμη, μια συμβουλή για ν’ ανοίξουν οι κρουνοί και να ξεχυθεί η σοφία της. Η πείρα ζωής ενός αιώνα, που έζησε έντονα κάθε στιγμή με γαλήνη και αξιοπρέπεια». Με αυτά τα λόγια ξεκινά την αφήγησή της η Εύα Νικολαΐδου, σε μια από τις λιγοστές παρεμβάσεις της στην προσωπική εξομολόγηση της Ελλης Αλεξίου. Μια εξομολόγηση λιτή και ειλικρινή, που δεν προσπαθεί να μεγεθύνει τα πράγματα. Αντιθέτως τα απογυμνώνει από κάθε αίσθηση του μύθου που κουβαλούν, αποκαλύπτει το θνητό πρόσωπο που κρύβεται πίσω από το προσωπείο του σπουδαίου λογοτέχνη και πρώτα από όλα ξεκινά με την απομυθοποίηση του ίδιου της του εαυτού, στην οποία είχε προχωρήσει από τα νιάτα της.

Τι κι αν οι καθηγητές της δεν διόρθωναν τα γραπτά της και της το εξομολογούνταν, αφού αρκούσε να δουν το όνομά της στην κόλλα για να της βάλουν άριστα; Δεν είχαν λόγο να μην την εμπιστευτούν όταν ήξεραν ότι αν το σχολικό βιβλίο είχε αφιερώσει ένα κεφάλαιο για τη μέλισσα, επί παραδείγματι, εκείνη θα διάβαζε όλες τις εγκυκλοπαίδειες και τα βιβλία που θα έβρισκε στο σπίτι της αφήνοντας άλαλο την άλλη μέρα τον καθηγητή της αναγκάζοντας τον να παραδεχθεί από καθέδρας «Τι μου λες, παιδί μου δεν το ήξερα αυτό!».

Εκείνη από την πλευρά της πίστευε ότι τους… εξαπατούσε! «Ποτέ μου δεν πίστεψα ότι έχω μια προσωπική, οιαδήποτε αξία, ούτε όμορφη, ούτε έξυπνη, ούτε τίποτα. Πάντοτε νόμιζα ότι είναι απάτη στη μέση. Εχει ο οργανισμός μου, σκεφτόμουν, κάτι που απατά και με νομίζουνε καλύτερη απ’ ό,τι είμαι, ενώ δεν είμαι τίποτε, μόνο δείχνω να είμαι. Είμαι… απάτη. Με ζητούσαν για γάμο ένα σωρό. Δεν πίστευα ότι με ζητούνε για μένα. Πάντα έλεγα, νομίζουν ότι είμεθα πλούσιοι, νομίζουν ότι έχουμε. Κι όταν με ζήτησε ο Βάρναλης δεν το πήρα σοβαρά. (…) Πίστεψα ότι βλέπει εδώ πάνω τ’ αμπέλι μας, τα χωράφια μας, τα λιόσια και νομίζει ότι αυτά έχουνε τιμή, θα περνάει για κανέναν φεουδάρχη τον πατέρα μου», λέει στην πρώτη συνέντευξη που έδωσε στην Εύα Νικολαΐδου τον Νοέμβριο του 1982, στο σπίτι της, στην περιοχή της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, ανάμεσα στα κορνιζαρισμένα ποιήματα του Κώστα Βάρναλη.

Μικρές διηγήσεις

Μοιρασμένες σε διάφορες θεματικές, έτσι που να μοιάζουν με μικρά διηγήματα καθώς το καθένα καταπιάνεται και με μιαν άλλη ενασχόληση, εποχή ή πρόσωπο που στιγμάτισε τη ζωή της, οι συζητήσεις με την Ελλη Αλεξίου αφορούν τις μαθητικές της αναμνήσεις και τις εμπειρίες της ως παιδαγωγού, ορισμένες εκ των οποίων έχουν καταγραφεί και στο έργο της «Γ’ Χριστιανικό Παρθεναγωγείο», αλλά και τη σχέση της με τον έρωτα. «Οταν γνωρίσω έναν νέο και μου πει ότι δεν ερωτεύτηκε, νιώθω οίκτο γι’ αυτόν, γιατί δεν έχει νιώσει το πιο ωραίο αίσθημα του ανθρώπου. Οταν σου περάσει ο έρωτας είσαι ένα φυσικό ον, όπως λένε οι ζωγράφοι nature morte».

Ειδικός λόγος γίνεται στο βιβλίο για τον Νίκο Καζαντζάκη: «Ηταν δοσμένος απόλυτα στο έργο του και δεν έχανε την ώρα του ούτε για επαφές με άλλους ανθρώπους, ούτε για την πολιτική, ούτε για τα κοινωνικά θέματα τα τρέχοντα. Δεν έχανε ώρα από τους στόχους του. Δεν μπορούμε να πούμε αν ήταν καλός φίλος, καλός αδελφός, καλός πατέρας, καλός γιος, διότι δεν του έμενε καιρός για να καλλιεργεί τέτοιου είδους επαφές» περιγράφει. Και το πορτρέτο ολοκληρώνεται με μικρές διηγήσεις ανεκδοτολογικού χαρακτήρα, στιγμές ζωής με αρκετή δόση χιούμορ, που έχουν σταχυολογηθεί από τις συζητήσεις των δύο γυναικών πλάι σε πιάτα κρητικού τραχανά.

Οι άνδρες

«Ο Καζαντζάκης δεν εκτιμούσε τους αμόρφωτους»

Αρραβωνιασμένη δι’ αλληλογραφίας με τον Κώστα Βάρναλη και εν αγνοία του πατέρα της παραδέχεται ότι «δεν υπήρχε μεταξύ μας θάρρος. Τότε τα ήθη και έθιμα ήταν εντελώς διαφορετικά. Αν μου λέγανε, πώς περάσατε με τον Βάρναλη οσάκις ήσασταν μαζί; Σιωπή! Δεν μιλάγαμε. Νομίζω ότι ήταν κι αυτός συγκινημένος κι εγώ συγκινημένη και δεν μιλούσαμε» διηγείται και παρακάτω τον συγκρίνει με τον σύζυγο της αδελφής της, Νίκο Καζαντζάκη. «Ο Βάρναλης ήταν σαν ένας απλός άνθρωπος του λαού. Ο Καζαντζάκης δεν εκτιμούσε τους αμόρφωτους ανθρώπους, ο Βάρναλης τους λυπότανε. Μέσα του γινόταν μια διαδικασία συμπόνιας».

Οσο για τον επί 17 χρόνια σύζυγό της Βάσο Δασκαλάκη; «Ηταν καλή γνωριμία μόνο από πλευράς λογοτεχνίας. Ηταν εγωιστής. Δεν έκανε όμως ποτέ παράπονα» θυμάται.

Εύα Νικολαΐδου

Ελλη Αλεξίου

Ενας αιώνας ζωής

Εκδ. Καστανιώτη 2015, σελ. 112,

τιμή: 9,50 ευρώ