«Tι θέλετε να πείτε με το έργο σας;», «Εμπορικό ή ποιοτικό;», «Ταλέντο ή δουλειά;» είναι ερωτήσεις που ο Στιγκ Μπιέρκμαν δεν έκανε. Γι΄ αυτό και ο Γούντι Άλεν δεν μπήκε στον πειρασμό να του πει ότι δεν απαντά σε πνευματικές οκνηρίες. Ούτε απάντησε, εν είδει ντιμπέιτ, με άλλα αντί άλλων. Δεν βρέθηκε στη δύσκολη θέση να απαντήσει σε ανοησίες. Στο Ο Γούντι Άλεν για τον Γούντι Άλεν (Εκδ. Μεταίχμιο) δεν εντυπωσιάζομαι από τις εξαιρετικές απαντήσεις του- είναι όπως τις φανταζόμουν- αλλά από τις ερωτήσεις του Σουηδού δημοσιογράφου Στιγκ Μπιέρκμαν! Την απλότητά τους. Το πόσο μακριά κινούνται από τα εγχώρια «φιλοσοφικά» ερωτήματα και τις αντίστοιχες «βαρύγδουπες» απαντήσεις.

Εντυπωσιάζομαι από την επιμέλεια σπασίκλα με την οποία έχει ασχοληθεί με λεπτομέρειες έως και πλάνων από τις άπειρες ταινίες του Γούντι Άλεν. Την εξυπνάδα του τελικά να φωτίσει κάτι από τα μυστικά της μαστοριάς ενός κατασκευαστή.

Και ο Άλαν Κόνιγκσμπεργκ, εξολοθρεύοντας τα περί Εβραίων κλισέ, μόνο τσιγκούνης δεν αποδεικνύεται.

Του ανοίγει γενναιόδωρα την πόρτα και τον ξεναγεί σ΄ όλες τις γωνιές του εργαστηρίου του, καθαρές και σκονισμένες. Χωρίς ψευτομυστήρια. Χωρίς βαθυστόχαστες απαντήσεις. Χωρίς να φοβάται να πει «δεν ξέρω» ή «το έκανα έτσι γιατί μου άρεσε». Χωρίς να νιώσει την ανάγκη να υποδυθεί τον καλλιτέχνη, τον φιλόσοφο, τον ποιητή, τον επαναστάτη, τον πατριώτη και άλλα τέτοια. Αυτές τις κρίσεις τις αφήνει στους άλλους. Του αρκεί που είναι ένας σκηνοθέτης που χαίρεται να κάνει ταινίες.

Που μάλιστα χαίρεται λίγο περισσότερο όταν αυτές καταφέρνουν να μας κάνουν να χαμογελάμε. Όπως τώρα, καλή ώρα, που ένας Έλληνας κλείνει το βιβλίο της συζήτησης του «Εβραίου νευρωτικού Νεοϋορκέζου» με τον «ξενέρωτο Σκανδιναβό». Μόνο που κοιτώντας γύρω του το χαμόγελό του σιγά σιγά γίνεται μελαγχολικό. Πρόσκαιρα ευτυχώς μιας και ο Γούντι Άλεν ετοιμάζει επόμενη ταινία.

Ο Σωτήρης Γκορίτσας είναι σκηνοθέτης