Μόλις λίγες ώρες χρειάστηκαν για να δικαιωθούν οι προειδοποιήσεις Αράβων και Ευρωπαίων ότι ο Ντόναλντ Τραμπ άνοιξε τον ασκό του Αιόλου τη στιγμή που δήλωσε πως αναγνωρίζει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ. Ενα κύμα διαδηλώσεων στη Δυτική Οχθη και τη Γάζα έφερε χθες συγκρούσεις ανάμεσα σε παλαιστίνιους και ισραηλινούς στρατιώτες με τουλάχιστον 30 τραυματίες από ισραηλινά πυρά και πλαστικές σφαίρες. Δύο ρουκέτες εκτοξεύτηκαν από τη Λωρίδα της Γάζας με στόχο το Ισραήλ, αν και δεν κατάφεραν να περάσουν τα σύνορα –την ευθύνη ανέλαβε μια τζιχαντιστική σαλαφιστική οργάνωση στη Γάζα που αυτοαποκαλείται Ταξιαρχίες Αλ Ταουχίντ και δηλώνει πως δεν δεσμεύεται από το εμπάργκο που έχει επιβάλει η Χαμάς στην εκτόξευση ρουκετών. Το πόσο ακόμα θα διαρκέσει αυτό το εμπάργκο απομένει σε κάθε περίπτωση να φανεί: η Χαμάς κάλεσε τους Παλαιστινίους να εγκαταλείψουν τις ειρηνευτικές προσπάθειες και να ξεκινήσουν μια νέα, την τρίτη ιντιφάντα εναντίον του Ισραήλ. Το κάλεσμα αυτό στήριξε από τον Λίβανο και ο Σαγέντ Χασάν Νασράλα, ο ηγέτης της Χεζμπολάχ. Η σημερινή ημέρα, που κηρύχθηκε Ημέρα Οργής από τους Παλαιστινίους, προαγγέλλεται κρίσιμη. Πολλές και εν δυνάμει επικίνδυνες συγκεντρώσεις και διαμαρτυρίες αναμένονται αμέσως μετά τις καθιερωμένες προσευχές της Παρασκευής.

Η απόφαση του Τραμπ θέτει σε κίνδυνο και τη νέα προσπάθεια συμφιλίωσης που έχουν ξεκινήσει Χαμάς και Παλαιστινιακή Αρχή έπειτα από δεκαετή ρήξη. Ο παλαιστίνιος πρωθυπουργός Ραμί αλ Χαμντάλα και άλλοι απεσταλμένοι της Φατάχ μετέβησαν χθες στη Γάζα προκειμένου να συζητήσουν με τη Χαμάς τη μεταβίβαση της εσωτερικής ασφάλειας της περιοχής. Ομως με τον Μαχμούτ Αμπάς, που είχε χθες συνάντηση με τον ιορδανό βασιλιά Αμπντάλα, να έχει δηλώσει στο παρελθόν πως δεν επιθυμεί μια νέα ιντιφάντα, οι εσωτερικοί διχασμοί των Παλαιστινίων αναμένεται να οξυνθούν εκ νέου. Υψηλόβαθμος αξιωματούχος της Φατάχ, ο Τζιμπρίλ Ρατζούμπ, διακήρυξε χθες ότι ο αμερικανός αντιπρόεδρος Μάικ Πενς, που πρόκειται να επισκεφθεί τη Μέση Ανατολή μέσα στον Δεκέμβριο, «είναι ανεπιθύμητος στην Παλαιστίνη». Και η ανησυχία κλιμακώνεται διεθνώς. Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ αναμένεται να συνέλθει σήμερα εκτάκτως. Από την Αθήνα όπου βρίσκεται, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε χθες τηλεφωνική συνομιλία τόσο με τον Πάπα Φραγκίσκο, με τον οποίο συμφώνησε ότι οποιαδήποτε απόπειρα αλλαγής του καθεστώτος της Ιερουσαλήμ θα πρέπει να αποφευχθεί, όσο και με τον Βλαντίμιρ Πούτιν: αμφότεροι θεωρούν ότι η απόφαση του Τραμπ θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ειρήνη και τη σταθερότητα της περιοχής, πως δεν μπορεί να επιτραπεί κλιμάκωση της έντασης και πως οι προσπάθειες θα πρέπει να επικεντρωθούν στην εξεύρεση συμβιβαστικών λύσεων, μεταξύ άλλων και για το καθεστώς της Ιερουσαλήμ.

Σύμφωνα με έγγραφο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που επικαλείται το Reuters, οι ΗΠΑ έχουν καλέσει το Ισραήλ να είναι μετριοπαθές στις αντιδράσεις του. Αλλά αυτό δεν εμπόδισε τον Μπενιαμίν Νετανιάχου να μιλήσει προχθές για ιστορική μέρα και να δηλώσει χθες πως ο Τραμπ πέρασε με αυτόν τον τρόπο στην Ιστορία. Σύμφωνα με τους «New York Times», ο αμερικανός πρόεδρος ενήργησε κόντρα στις εισηγήσεις τόσο του υπουργού Εξωτερικών του, Ρεξ Τίλερσον, όσο και του υπουργού Αμυνάς του, Τζιμ Μάτις. Για τον Τραμπ, εξηγεί η αμερικανική εφημερίδα, το καθεστώς της Ιερουσαλήμ ήταν ανέκαθεν περισσότερο πολιτική επιταγή παρά διπλωματικό δίλημμα: δέκα ημέρες προτού αναλάβει καθήκοντα, πήγε στο Trump Tower για μια συνάντηση με τον Τραμπ ο Σέλντον Αντελσον, μεγιστάνας των καζίνων και γενναιόδωρος δωρητής των Ρεπουμπλικανών. Κατόπιν, ο Αντελσον τηλεφώνησε σε έναν παλιό του φίλο, τον Μόρτον Κλάιν, πρόεδρο της (σκληροπυρηνικής) Σιωνιστικής Οργάνωσης της Αμερικής, για να του πει, ενθουσιασμένος, πως ο Τραμπ τον είχε διαβεβαιώσει ότι η μετεγκατάσταση της αμερικανικής πρεσβείας από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ θα ήταν απόλυτη προτεραιότητά του.

Οι δύο άνδρες αναγκάστηκαν τελικά να περιμένουν έναν χρόνο. Αλλά όταν κλήθηκε να επιλέξει ανάμεσα στο να απογοητεύσει τους ευαγγελικούς και φιλοϊσραηλινούς υποστηρικτές του, όπως ο Αντελσον, και στο να αναστατώσει συμμάχους και άραβες ηγέτες, θέτοντας παράλληλα σε κίνδυνο τη δική του ειρηνευτική πρωτοβουλία, ο αμερικανός πρόεδρος έκανε το ανάποδο από αυτό που προστάζει η στοιχειώδης πολιτική λογική.