Οι όμηροι σύρθηκαν έξω από το κελί ένας ένας. Σε μια ξεχωριστή αίθουσα οι δήμιοι τούς έκαναν τρεις προσωπικές ερωτήσεις. Ο Τζέιμς Φόλεϊ επέστρεψε στο κελί που μοιραζόταν με τουλάχιστον είκοσι δύο ακόμη δυτικούς ομήρους και ξέσπασε σε λυγμούς χαράς. Οι ερωτήσεις που του είχαν κάνει οι απαγωγείς του ήταν τόσο προσωπικές, ώστε κατάλαβε πως είχαν επιτέλους έρθει σε επαφή με την οικογένειά του –και ήθελαν να της αποδείξουν πως ήταν ζωντανός.

Ηταν Δεκέμβριος του 2013, είχε περάσει ένας χρόνος από όταν ο Φόλεϊ εξαφανίστηκε στη Βόρεια Συρία. Επιτέλους οι γονείς του θα μάθαιναν ότι ήταν ζωντανός, είπε στους συγκρατούμενούς του. Η κυβέρνησή του, πίστευε, σύντομα θα διαπραγματευόταν την απελευθέρωσή του. Αλλά αυτό που φάνηκε σαν ένα σημείο καμπής ήταν στην πραγματικότητα η αρχή ενός τέλους που ήρθε για τον 40χρονο αμερικανό δημοσιογράφο τον Αύγουστο∙ όταν εξαναγκάστηκε να γονατίσει σε κάποιον αμμόλοφο της Συρίας και αποκεφαλίστηκε ενώ η κάμερα τραβούσε. Ενα πολύ δημόσιο τέλος σε ένα κρυφό μαρτύριο.

ΜΑΡΤΥΡΙΑ. Διότι η ιστορία των όσων συνέβησαν στο υπόγειο δίκτυο φυλακών του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία είναι μια ιστορία μαρτυρίων. Ξύλο, βασανιστήρια, ακόμα και εικονικός πνιγμός ήταν ρουτίνα για τον Φόλεϊ και τους υπόλοιπους ομήρους. Επί μήνες αφήνονταν να λιμοκτονήσουν και απειλούνταν με εκτέλεση από μια ομάδα τζιχαντιστών, για να παραδοθούν κατόπιν σε μια άλλη που τους έφερνε γλυκίσματα και σκεφτόταν να τους απελευθερώσει. Αναγκαστικά, οι κρατούμενοι δέθηκαν μεταξύ τους, έπαιζαν ακόμα και παιχνίδια προκειμένου να περάσουν οι ατελείωτες ώρες. Καθώς όμως οι συνθήκες έγιναν πιο απελπιστικές, στράφηκαν ο ένας εναντίον του άλλου. Οι περισσότεροι ασπάστηκαν το Ισλάμ και πήραν μουσουλμανικά ονόματα με την ελπίδα να εξασφαλίσουν καλύτερη μεταχείριση. Ενας από αυτούς ήταν και ο Φόλεϊ, ο οποίος φέρεται όμως να αναζήτησε πραγματική παρηγοριά στη θρησκεία των δημίων του.

Το Ισλαμικό Κράτος δεν υπήρχε την ημέρα που απήχθη από κοινού με τον βρετανό φωτορεπόρτερ Τζον Κάντλι, στις 22 Νοεμβρίου του 2012, κοντά στα σύνορα με την Τουρκία. Σιγά σιγά όμως αναπτύχθηκε ώστε να γίνει η πιο ισχυρή και τρομακτική οργάνωση τζιχαντιστών στην περιοχή. Μέχρι να συμπληρωθούν δύο χρόνια ομηρείας για τον Φόλεϊ, το Ισλαμικό Κράτος είχε συγκεντρώσει τουλάχιστον είκοσι δύο ακόμη δυτικούς ομήρους από δώδεκα διαφορετικές χώρες, δημοσιογράφους και εργαζομένους σε οργανώσεις αρωγής –και είχε αποφασίσει να τους ανταλλάξει με χρήματα. Από αυτό το σημείο κι έπειτα, οι μέχρι τότε πανομοιότυπες διαδρομές των ομήρων άρχισαν να αποκλίνουν. Και ο λόγος ήταν ενέργειες και αποφάσεις που γίνονταν και λαμβάνονταν χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά: στην Ουάσιγκτον, στο Παρίσι, στη Μαδρίτη, στη Ρώμη… Η πλειονότητα των ομήρων ήταν πολίτες ευρωπαϊκών κρατών οι κυβερνήσεις των οποίων -αντίθετα με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία –έχουν ιστορικό καταβολής λύτρων.

ΑΝΤΛΟΥΣΑΝ ΗΔΟΝΗ. Ο Φόλεϊ και ο Κάντλι κρατήθηκαν αρχικά από το Μέτωπο Νούσρα. Οι φρουροί τους, τρεις αγγλόφωνοι τους οποίους βάφτισαν «Μπιτλς», έδειχναν να αντλούν ηδονή από την κτηνωδία. Κατόπιν τους παρέδωσαν σε μια ομάδα ονόματι Συμβούλιο της Σούρα των Μουτζαχεντίν –που ηγούνταν από γαλλόφωνους. Τους μετακίνησαν τουλάχιστον τρεις φορές πριν μεταφερθούν σε μια φυλακή κάτω από το Παιδικό Νοσοκομείο στο Χαλέπι. Μέχρι τον περασμένο Ιανουάριο είχαν πια μεταφερθεί στην ίδια φυλακή, στο ίδιο κελί, τουλάχιστον δεκαεννιά άνδρες και στο διπλανό κελί τέσσερις γυναίκες. Οι γαλλόφωνοι φρουροί αντικαταστάθηκαν από τους –ήδη γνωστούς σε πολλούς ομήρους –«Μπιτλς». Την άνοιξη οι όμηροι μεταφέρθηκαν στη Ράκα, την «πρωτεύουσα του Ισλαμικού Κράτους». Μέχρι τον Απρίλιο σχεδόν οι μισοί είχαν πια αφεθεί ελεύθεροι. Τον Ιούνιο, στο κελί είχαν απομείνει μόλις επτά άνθρωποι, τέσσερις Αμερικανοί και τρεις Βρετανοί, αυτοί που υφίσταντο εξαρχής και τη χειρότερη μεταχείριση. Και κανένας δεν υπέστη χειρότερη μεταχείριση από τον Φόλεϊ: συνεχές ξύλο, εικονικές εκτελέσεις, επανειλημμένοι εικονικοί πνιγμοί.

ΜΕΝΟΥΝ ΤΡΕΙΣ. Η συνέχεια είναι γνωστή. Στις 19 Αυγούστου, ανέβηκε στο Ιντερνετ το βίντεο με τον αποκεφαλισμό του Φόλεϊ. Δύο εβδομάδες αργότερα, ανέβηκε ένα ανάλογο βίντεο με τον αμερικανοϊσραηλινό δημοσιογράφο Στίβεν Σότλοφ∙ τον Σεπτέμβριο, ακόμα ένα με τον βρετανό εργαζόμενο σε ανθρωπιστική οργάνωση Ντέιβιντ Χέινς και τον Οκτώβριο ένα με τον επίσης βρετανό εργαζόμενο σε οργάνωση αρωγής Αλαν Χένινγκ. Από την αρχική ομάδα των είσοσι τριών ομήρων, μόνο τρεις απομένουν: δύο Αμερικανοί, ο Πίτερ Κάσιγκ, μέλος ανθρωπιστικής οργάνωσης, καθώς και μία γυναίκα που δεν έχει ταυτοποιηθεί δημοσίως, και ένας Βρετανός, ο δημοσιογράφος Τζον Κάντλι. Οι τζιχαντιστές έχουν ανακοινώσει πως ο επόμενος που θα αποκεφαλίσουν είναι ο Κάσιγκ.

Οι συνεντεύξεις

Το ρεπορτάζ των «Νιου Γιορκ Τάιμς» για τη «φρίκη πριν από τους αποκεφαλισμούς» βασίστηκε σε συνεντεύξεις με πέντε πρώην ομήρους, ένα πρώην μέλος του Ισλαμικού Κράτους, ντόπιους που έγιναν μάρτυρες της μεταχείρισης των ομήρων από τους τζιχαντιστές, συγγενείς και συναδέλφους των ομήρων, καθώς και «έναν μικρό κύκλο συμβούλων που ταξίδεψαν στην περιοχή προσπαθώντας να εξασφαλίσουν την απελευθέρωσή τους».