… της Δευτέρας, στις 6 ώρα Ελλάδος, όταν θα είναι μεσάνυχτα στο Χονγκ Κονγκ,

η βρεταννική αποικία θα αποδοθεί πανηγυρικά στην Κίνα. Το γεγονός θα μεταδοθεί

στα πέρατα της γης από εννέα χιλιάδες ανθρώπους του Τύπου και της τηλεόρασης

που θα βρίσκονται εκεί: ένα στρατό μεγαλύτερο και από τον κανονικό, που ήδη

άρχισε να στέλνει το Πεκίνο για να φρουρεί την πόλη. Ένας τρίτος στρατός είναι

οι τουρίστες, που συρρέουν γεμάτοι προσδοκία. Τα ξενοδοχεία έχουν ακριβύνει

30%, τα εστιατόρια 50%, αλλά κανένας δεν πτοείται. «Όλα έχουν ένα κόστος ­

σχολίασε ένας ανταποκριτής. ­ Εδώ πληρώνεις να δεις τη Λιζ Ταίυλορ ν’ αλλάζει

σύζυγο, και δεν θα δώσεις κάτι για ολόκληρη αλλαγή Ιστορίας;».

… μερικών δημοσιογράφων είναι να γίνει κοσμοχαλασιά. Να ξεσηκωθούν, ας

πούμε, τα 6 εκατομμύρια των ιθαγενών του Χονγκ Κονγκ (και το ένα εκατομμύριο

των προσφύγων από την Κίνα που ζουν εκεί) και να βροντοφωνάξουν: «Όχι! Δεν

θέλουμε ένωση!» Να επακολουθήσει ολονύχτια σφαγή, και όσοι ρεπόρτερ σωθούν να

πάρουν και πριμ. Φρούδες ελπίδες. Τα πνεύματα έχουν προετοιμαστεί, η Κίνα

ξέρει πολύ καλά τι κάνει: Είναι ήδη παρούσα στο Χονγκ Κονγκ μέσα απ’ τα

μήντια. Μια μέρα, μπαίνοντας στο γραφείο του, ένα πρωί, ο διευθυντής της

«Μόρνινγκ Ποστ», Τζων Φένμπυ, βρήκε στη διπλανή καρέκλα ένα ευγενικό γεροντάκι

77 ετών. «Φενγκ Σιλιάνγκ ­ του συστήθηκε. ­ Συνάδελφός σας απ’ το Πεκίνο.

Έβγαζα κι εγώ μια εφημερίδα. Είμαι στη διάθεσή σας για ό,τι αφορά την Κίνα.

Μπορώ να σας κλείνω συνεντεύξεις, να βοηθώ τους ρεπόρτερ σας ­ και σας….».

… δαγκώθηκε, πήγε δίπλα, πήρε τηλέφωνα έξαλλος, και ύστερα γύρισε με το

κεφάλι κάτω. Με λίγη καθυστέρηση, έμαθε και αυτός ότι ο «κομισάριος» είχε

προσληφθεί κανονικά από τον ιδιοκτήτη της «Ποστ», Ρόμπερτ Κουόκ, Κινέζο κροίσο

του Χονγκ Κονγκ, που έχει μεγάλες επενδύσεις στην ηπειρωτική Κίνα. Δαιμόνιος

καπιταλιστής, ο Κουόκ διέκοψε από πέρυσι, «ελλείψει χώρου», μια σειρά από

κόμικς με σάτιρα κατά του Πεκίνου. Από την πάλαι ποτέ κριτική της εφημερίδας

για το καθεστώς της Κίνας δεν μένει πια ούτε ίχνος. Ένας άλλος μεγαλοεκδότης

όμως, ο Τζίμμυ Λάι της «Απλ Νταίηλυ», εξακολούθησε να επικρίνει το Πεκίνο. Σ’

ένα άρθρο του μάλιστα αποκάλεσε τον πρωθυπουργό Λι Πενγκ «χελώνιο με IQ

μηδέν». Την επομένη του έκοψαν τις βίζες για Κίνα, συνεντεύξεις ακυρώθηκαν και

μια μπουτίκ που είχε ανοίξει στο Πεκίνο βρέθηκε παράτυπη και την έκλεισαν. Οι

επενδύσεις του Λάι στην Κίνα κατέρρευσαν.

… ακόμη ακριβότερα την έλλειψη σεβασμού προς τον Κίτρινο Δράκοντα. Η

ρεπόρτερ της «Μίρρορ» του Χονγκ Κονγκ, Κάο Γιου (βραβείο ελευθεροτυπίας

Ουνέσκο ΄96), όπως γράφει η «Λιμπερασιόν», συνελήφθη το ΄94 στο Πεκίνο για ένα

«υπονομευτικό» ρεπορτάζ της και καταδικάστηκε σε κάθειρξη έξη χρόνων. Ο Σι

Γιάνγκ της «Μινγκ Πάο», για ανάλογη αιτία, φυλακίστηκε για δώδεκα χρόνια. Ο

Τύπος του Χονγκ Κονγκ δεν αναφέρει πια τη «σφαγή της Τιέν Ανμέν» αλλά μόνο τα

«γεγονότα της 3/6/89». Όπου η αυτολογοκρισία δεν αρκεί, οι μεγιστάνες του

Τύπου που τώρα επεκτείνουν ραγδαία τις δουλειές τους στην κινεζική ενδοχώρα,

υποδεικνύουν στο προσωπικό τους την καλή «μέση οδό». Το όνομα της ίδιας της

Κίνας άλλωστε, «Τσουνγκ Κουό», δεν σημαίνει μήπως και αυτό «μεσαία χώρα»;