Σε έγγραφο διάβημα διαμαρτυρίας προέβησαν σήμερα οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, Ζωή Κωνσταντοπούλου, Θοδωρής Δρίτσας και Σταύρος Κοντονής, που μετέχουν στην Προανακριτική Επιτροπή για την υπόθεση της «λίστας Λαγκάρντ», ζητώντας να δοθεί παράταση για τη διαβούλευση, συζήτηση και σύνταξη πορίσματος.

Οι βουλευτές κατηγορούν τον πρόεδρο της Επιτροπής Χρήστο Μαρκογιαννάκη ότι προχώρησε στη βίαιη, αναιτιολόγητη, αντιδικονομική και αυθαίρετη διάλυση των δύο τελευταίων συνεδριάσεων και, ταυτόχρονα, όρισε την αυριανή ημέρα για να συζητηθεί και να ψηφιστεί το πόρισμα της προανακριτικής, αν και μέχρι σήμερα δεν υπάρχει κανένα πόρισμα ούτε και έχει κοινοποιηθεί στον ΣΥΡΙΖΑ σχέδιο πορίσματος.

Η ενέργεια της πλειοψηφίας να δρα εκτός του πλαισίου και των διαδικασιών της Επιτροπής δεν μπορεί επ΄ ουδενί να οδηγεί σε φαλκίδευση της διαδικασίας διάσκεψης και διαβούλευσης, αναφέρουν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.

«Είναι, επομένως, πρόδηλο ότι ο πρόεδρος της Επιτροπής, έχοντας τη στήριξη των υπολοίπων βουλευτών της ΝΔ (εκ των οποίων δύο ανέλαβαν καθήκοντα προ… πέντε ημερών), αλλά και του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ, επιθυμεί να ευτελίσει έτι περαιτέρω τις διαδικασίες, μετατρέποντας το κορυφαίο γεγονός της σύνταξης πορίσματος σε διαδικασία «ναι ή ου», κατά την προσφιλή του έκφραση» καταγγέλλουν οι βουλευτές και προειδοποιούν ότι δεν θα νομιμοποιήσουν αυτή την τακτική.

«Η υποβολή έτοιμου πορίσματος χωρίς προηγούμενη διαβούλευση, σε μια υπόθεση που διερευνάται επί πέντε μήνες, είναι αυτονόητο ότι υποσκάπτει τη δικονομική πορεία της υπόθεσης. Ούτε ο κ. Μαρκογιαννάκης ούτε οποιαδήποτε πλειοψηφία έχουν το δικαίωμα να υπονομεύουν το κύρος της ποινικής προδικασίας, που υποσκάπτεται όταν εμφανίζεται μια Επιτροπή να μην διαβουλεύεται για τη σύνταξη του πορίσματός της, αλλά να ψηφίζει κατά πλειοψηφία ένα προκατασκευασμένο κείμενο» τονίζουν οι βουλευτές. Ζητούν, παράλληλα, να δοθεί παράταση υποβολής του πορίσματος της Επιτροπής, ώστε αυτό να αποτελέσει προϊόν πραγματικής διαβούλευσης και ουσιαστικής συνεκτίμησης του υλικού της δικογραφίας, με την ανάπτυξη ουσιαστικών τοποθετήσεων και απόψεων και την αιτιολόγησή τους.

Τονίζουν δε, ότι σε περίπτωση απορρίψεως του αιτήματός τους, θα πρέπει να τους γνωστοποιηθεί το έγγραφο επί του οποίου καλούνται να «ψηφίσουν» ως μέλη της Επιτροπής, προκειμένου να συνεκτιμηθεί, κατόπιν μελέτης, το περιεχόμενό του.

«Η τακτική του «αποφασίζομεν και διατάσσομεν», εκτός από ακραία αντιδημοκρατική, είναι εξίσου ακραία αντιδικονομική. Και όποιος επιθυμεί με αυτό τον τρόπο να βάλει την ταφόπλακα στη διερεύνηση, θα συνοδεύεται από το στίγμα του πρόθυμου αρωγού της ατιμωρησίας» αναφέρουν οι βουλευτές.