Σκέφτομαι καμιά φορά, έτσι για το παιχνίδι με τα αδιέξοδα, αν ο Απόστολος Θωμάς είχε διαβάσει Ηράκλειτο. Γιατί πώς να εξηγήσει κανείς πόσο συμπίπτουν οι ερωτήσεις ενός αγράμματου ψαρά της Γαλιλαίας με τις ερωτήσεις ενός μονήρους και παράξενου ανατολίτη φιλοσόφου που τους χώριζαν περί τους πέντε αιώνες; Ο αμφισβητίας μαθητής του Ναζωραίου και όχι, όπως κακώς χαρακτηρίζεται, ο άπιστος είναι μία από τις δύο εκδοχές που καταγράφει η ιστορία του πνεύματος των πηγών της γνώσης. Η πίστη, η αποκάλυψη από τη μια και η έρευνα από την άλλη.

Σε μια ακραία του διατύπωση ο Ηράκλειτος αναφέρει πως αν είχε χάσει όλες τις αισθήσεις πλην της όσφρησης (ας πούμε, αν είχε μείνει με τα εφόδια ενός μαλάκιου), πάλι θα μπορούσε να συγκροτήσει ένα σύστημα, μια «γλώσσα», ένα δομημένο σύνολο σημείων, έναν κόσμο λογικά διαρθρωμένων ιδεών, συμπεριφορών, αισθημάτων και βουλήσεων. Από τη στιγμή που συλλαμβάνουμε τον κόσμο που μας περιβάλλει ως αμφίσημο, είναι ανάγκη να προχωρήσουμε σε ένα εργαλείο ερμηνείας του. Θυμίζω, έτσι για τη γοητεία της ιστορίας των ονομάτων, πως η Ερμηνεία έχει να κάνει με τον Ερμή, τον θεό, εκτός των άλλων, που βοηθούσε τους ανθρώπους να βρίσκουν τα χαμένα! Κάτι σαν τον Αγιο Φανούριο!

Η Ερμηνεία είναι κάτι σαν τον μίτο της Αριάδνης που βοήθησε τον Θησέα να φτάσει στο τέρμα του Λαβυρίνθου, να εξοντώσει τον Μινώταυρο και τυλίγοντας το κουβάρι να βρει τον δρόμο της επιστροφής.

Ο Ηράκλειτος πάντα μας ενημερώνει πως επειδή η «φύσις φιλεί κρύπτεσθαι», το έχει χούι να κρύβεται, το τέρμα, το τέλος του δρόμου προς την ψυχή, όποιον δρόμο, οδό (μέθοδο) επιλέξουμε, δεν θα το βρούμε γιατί είναι πολύ βαθιά κρυμμένος ο Λόγος της, η αιτία, η αρχή, η αλήθεια της.

Αρα για όσους η αλήθεια δεν πέφτει ως δώρο, σαν βροχή, από τον ουρανό, δεν ανοίγουν οι ουρανοί και σου αποκαλύπτεται και χωρίς αμφιβολίες την αποδέχεσαι, ψάχνουν, ανακαλύπτουν νέους δρόμους, νέες οδούς, νέες μεθόδους, αναζητώντας περάσματα, πόρους, ανοίγματα, ορύγματα, είτε παραβιάζοντας στεγανά, ανοίγοντας τρύπες με βία για να φτάσουν, αν φτάσουν, στον βυθό όπου προειδοποιούσε ο Δημόκριτος ότι βρίσκεται η Αλήθεια. Οι πλέον συνήθεις δρόμοι, οδοί για να διεισδύσουμε στον λαβύρινθο ψάχνοντας για το τέλος, τον σκοπό, είναι οι αισθήσεις.

Και αυτή την πηγή γνώσεων επικαλέστηκε ο Θωμάς όταν βρέθηκε μπροστά στον αναστημένο Δάσκαλο. Δεν τον ικανοποίησε καμιά άλλη πληροφορία, τίποτε δεν θεωρούσε ως αυτονόητο αν δεν το πιστοποιούσε μία τουλάχιστον αίσθηση. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση ούτε οι θεμελιώδεις όραση και ακοή δεν τον βοηθούσαν να δεχτεί τα γεγονότα. Μόνο η αφή. Επρεπε να εμπιστευθεί μόνο την αίσθηση που επαλήθευε τα γεγονότα με την ψαύση του τύπου των ήλων.

Με τη σκανδαλώδη για τους άλλους παρόντες αμφιβολία του, ο Θωμάς εγκαινίασε ή, αν θέλετε, νομιμοποίησε μια βαθιά μέσα στους αιώνες αναζήτηση της αλήθειας μέσω της εμπειρίας και διαχώρισε την άποψή του από κάθε εξ αποκαλύψεων δογματική και ετοιμοπαράδοτη αλήθεια.

Δεν θα διστάσω να διατυπώσω μάλιστα και την άποψη πως και μόνο το ότι οι ευαγγελιστές διέσωσαν την εξαίρεση του Θωμά εμμέσως νομιμοποίησαν και την άλλη οδό προς την αλήθεια. Μια οδό που τουλάχιστον κυριαρχεί στους τελευταίους αιώνες όχι μόνο της ευρωπαϊκής ιστορίας.

Το παράδοξο πάντως είναι πως στην εμπειρική οδό που επέλεξε ο Θωμάς, ένας άλλος Θωμάς, ο Ακινάτης, ο μέγας σχολαστικός φιλόσοφος, θεμελιωτής του καθολικού δρόμου προς την αλήθεια, οικοδόμησε τον δογματισμό. Το σκανδαλώδες όμως έγκειται στο γεγονός πως για να δώσει κύρος στο οικοδόμημά του διαστρέβλωσε τον Αριστοτέλη, το πιο ελεύθερο και αδέσμευτο πρόσωπο στην ιστορία της σκέψης, αφού την αριστοτελική γενική αρχή της ενδελέχειας την κατέστησε αμετακίνητη, αδιάσειστη αρχή και τον μεγάλο στοχαστή εγγυητή μιας και της μοναδικής αλήθειας. Το εργαλείο της αριστοτελικής έρευνας, τη Λογική, τη μετέτρεψε σε αυθεντία, σε απαρασάλευτη αρχή, άτεγκτη και αμετάβλητη. Αλάθητη έτσι ώστε να εγγυάται ως αλάθητο τον Πάπα, κάτοχο της μόνης αλήθειας!..

Το λογικό αυτό εργαλείο – Οrganum έγινε επιστημονικός, κοινωνικός, ηθικός κανόνας και οι παραβάτες του αντιμετώπιζαν τις πυρές της Ιεράς Εξέτασης (από την Ιωάννα της Λωρραίνης έως τον Γαλιλαίο). Σ’ αυτό το Οργανον ο εμπειρισμός με θεμελιωτή τον Βάκωνα στην άλλη πλευρά της Μάγχης όρθωσε Novum Organum των Επιστημών: το Πείραμα. Κι αυτό το Νέο Εργαλείο για τη Γνώση, αντίδοτο στον δογματικό θωμισμό, οφείλει πολλά στον αμφισβητία ψαρά, μαθητή του Ναζωραίου, τον Θωμά, που για να πιστέψει ήθελε να εξετάσει την ύλη και τα φαινόμενά της, τα πάθη και τις ιδιότητές της, τις δυνατότητες και τα όριά της, τις σταθερές και την απροσδιοριστία της. Και μία καθόλου μικρή λεπτομέρεια. Ο Θωμάς δεν αμφισβήτησε το θαύμα, την Ανάσταση εκ νεκρών. Απλώς επιθυμούσε να βεβαιωθεί πως υπάρχει θαύμα, υπάρχει το Παράλογο, το Τερατώδες, η Υπέρβαση, το Αλλο.

Αυτό εξάλλου διαπιστώνει ο Σοφοκλής στο χορικό, πρώτο στάσιμο, της «Αντιγόνης». «Πολλά τα δεινά (όσα προκαλούν το δέος, τον λογικά ανεξήγητο φόβο, τρόμο) κουδέν ανθρώπου δεινότερον πέλει» (τίποτε πιο ανεξήγητο λογικά από τον άνθρωπο). Κι όμως ο πολιτισμός, πνευματικός και τεχνολογικός, παρόλο που αποδέχεται τη δεινότητα του ανθρώπου, σαν τον Θωμά επιστρατεύει λογική, αισθήσεις, μεθόδους και συστήματα για να ανιχνεύσει τον τύπο των ήλων, το τραύμα του Κάιν, τον βυθό του Δημόκριτου, τα πείρατα της ψυχής του Ηράκλειτου, το κόκκο της άμμου στην ουρήθρα του Πασκάλ και την ανοιχτή ερώτηση των Αϊνστάιν – Νιλς Μπορ αν ο Θεός παίζει ή δεν παίζει ζάρια!..