«Μη λέτε ψέματα! Μη λέτε ψέματα στους άλλους, μη λέτε ψέματα στον εαυτό σας. Διότι αν λέτε ψέματα στους άλλους θα πάψετε να τους εκτιμάτε και αν λέτε ψέματα στον εαυτό σας θα πάψετε να εκτιμάτε τον εαυτό σας. Και αν πάψετε να εκτιμάτε τον εαυτό σας θα πάψετε να τον αγαπάτε. Και τότε όλα τα πάθη θα ριζώσουν και θα μεγαλώσουν μέσα σας. Και στο τέλος θα κάνετε και τους παραπονεμένους. Γιατί είναι πολύ όμορφο να είναι κανείς παραπονεμένος…». Ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης ΑλβανίαςΑναστάσιος δανείζεται τα λόγια από τους «Αδερφούς Καραμάζοφ» του Ντοστογέφσκι στο αποχαιρετιστήριο γεύμα προς τους εκπροσώπους του Τύπου, αλλά και τους καλεσμένους του οι οποίοι βρέθηκαν στα Τίρανα για τη μεγάλη συναυλία που διοργάνωσε η Αρχιεπισκοπή, στο πλαίσιο εορτασμού για τα 25 χρόνια από την ενθρόνισή του.

Οπως αποκάλυψε την προηγούμενη Παρασκευή στο λιτό γραφείο του στα Τίρανα, όταν έφτασε για πρώτη φορά στην Αλβανία στα 62 του χρόνια το 1991, ως απεσταλμένος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ήταν δύσκολη η αποστολή του. Η ευαίσθητη υγεία του δεν έκαμψε ούτε στιγμή το πάθος του για να δώσει σάρκα και οστά στο όραμά του: «Πέρασα ελονοσία στην Αφρική, αργότερα καρκίνο του θυρεοειδούς, έπειτα έχασα σχεδόν την όρασή μου. Κάθε φορά όμως που βρισκόμουν στην άκρη της χαράδρας, έβρισκα ένα μονοπάτι κι ανέβαινα». Το έργο του πυκνό και αξιοθαύμαστο σε ένα δύσκολο περιβάλλον, όπου το καθεστώς αθεΐας που είχε επιβάλει ο Χότζα είχε αφυδατώσει κάθε προοπτική πίστης. Εχτισε εκκλησίες, σχολεία και σχολές πανεπιστημιακού τύπου, ενώ συνέδραμε τους πρόσφυγες Κοσοβάρους που έφταναν κατά χιλιάδες στην Αλβανία στη δίνη του γιουγκοσλαβικού πολέμου. Αυτή η συνεισφορά του προκαθημένου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας ήταν άλλωστε και η αφορμή για να προταθεί για Νομπέλ Ειρήνης.

ΤΡΕΙΣ ΑΡΧΕΣ. Ο ίδιος συνεχίζει τον αγώνα του, ο οποίος, όπως λέει, έχει τρεις βασικές αρχές: κήρυγμα στη μητρική γλώσσα, δημιουργία τοπικής ηγεσίας και προσπάθεια οικονομικής αυτονομίας. «Τα πρώτα ήταν πολύ πιο απλά. Το τρίτο, το πιο δύσκολο, επί 23 χρόνια δεν μπορούσα να το πετύχω. Ολα αυτά τα χρόνια ήμουν αναγκασμένος να ζητιανεύω. Επειδή όμως αυτό δεν εξασφαλίζει τη συνέχεια του έργου μου όταν φύγω, σκέφτηκα να κάνουμε ένα υδροηλεκτρικό έργο. Μ’ αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλιστούν τα λειτουργικά έξοδά μας. Και έχω ζητήσει από τους διαδόχους μου τουλάχιστον το 5% από τα έσοδα να διατίθεται στις φτωχές εκκλησίες της Αφρικής και της Ασίας. Θέλω, μ’ αυτόν τον τρόπο, να κάνω μια διαμαρτυρία στις πλούσιες ορθόδοξες εκκλησίες. Κρατάνε τα πράγματα για τον εαυτό τους. Ισως κάποιους τους μπερδεύω με τις ιδέες μου. Τα μικρόφωνα είναι σε λάθος στόματα. Κάντε όλοι αντίσταση ποιότητας».

«Τι είναι εκείνο που αποτελεί την αληθινή θρησκευτικότητα;» αναρωτιέται ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος, συμμαθητής με τον Αλέκο Φασιανό, τον Εμμανουήλ Κριαρά, τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, τον Χρήστο Γιανναρά και τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Κίτσο Μαλτέζο. «Οι πολλές γιορτές, οι πολλές φιέστες; Μάλλον αυτό το πολύ που είναι διατυπωμένο ήδη 22 αιώνες πριν στη δική μας τη γλώσσα, την οποία επίσης την έχουμε αρνηθεί: «ποιεῖν δίκαια καὶ ἀληθεύειν ἀρεστὰ παρὰ Θεῷ μᾶλλον ἢ θυσιῶν αἷμα». Οι πολλές εικόνες, τα χειροφιλήματα, τα πολλά κομποσκοίνια; Ολοι μιλούν για την αγάπη, αλλά πριν από την αγάπη υπάρχει η δικαιοσύνη. Η πλεονεξία δεν χαρακτηρίζει μόνο τους πλουσίους. Δεν είναι μόνο θέμα υλικής συμπεριφοράς, υπάρχει σε όλα τα επίπεδα, υπάρχει πλεονεξία» εξηγεί. «Ξέρετε, πολλές φορές κρυβόμαστε και στο Εμείς. Ο συνδικαλισμός είναι ένα εγώ μεγαλοποιημένο. Αυτές είναι οι ρίζες της διαφθοράς, η οποία είναι παγκόσμια. Ο μόνος τρόπος για ν’ αντιμετωπιστούν είναι επιμένοντας και αποκαλύπτοντας την αλήθεια. Δεν έχω την ψευδαίσθηση ότι αύριο θα διορθωθούν. Οταν έχεις καρκίνο δεν μπορεί να λες ότι έχεις γρίπη. Και χρησιμοποιώ την αρρώστια αυτή, γιατί έχει την ιδιοτυπία τα νεκρά κύτταρα να μην επικοινωνούν με τα άλλα. Αυτή την εικόνα έχει η σημερινή κοινωνία. Μη φοβάστε την αλήθεια. Το να είναι κανείς αληθινός και δίκαιος φτάνει».

Η ΣΥΝΑΥΛΙΑ. Το βράδυ του προηγούμενου Σαββάτου στο Πολιτιστικό Κέντρο του νέου Καθεδρικού Ναού των Τιράνων στην αίθουσα εκδηλώσεων ακούστηκαν μερικά από τα σπουδαία έργα του Μίκη Θεοδωράκη από τη λαϊκή ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης –στην παραγωγή των συναυλιών της ορχήστρας εργάζεται ο εγγονός του σπουδαίου συνθέτη Αλέξανδρος και κρουστά παίζει ο άλλος εγγονός του Στέφανος –ερμηνευμένα από τους εξαίρετους καλλιτέχνες Σοφία Παπάζογλου και Κώστα Μακεδόνα. Η απουσία του σπουδαίου συνθέτη ήταν έντονη, αλλά μήνυμά του διάβασε η κόρη του Μαργαρίτα.

Τραγούδια όπως το «Είχα φυτέψει μια καρδιά» (ποίηση Νίκος Γκάτσος από το «Αρχιπέλαγος»), «Παράπονο» του Δημήτρη Χριστοδούλου από την «Πολιτεία Α’» , «Βρέχει στη φτωχογειτονιά» του Τάσου Λειβαδίτη από το φιλμ «Συνοικία το όνειρο», «Απαγωγή» σε στίχους του ίδιου του συνθέτη από το «Αρχιπέλαγος» πέρασαν στα χείλη των ακροατών της βραδιάς. Ανάμεσά στο ακροατήριο παραβρέθηκαν ο πρόεδρος της Αλβανίας Ιλίρ Μέτα, επιχειρηματίες, πρέσβεις. Ενθουσιώδες όμως ήταν το χειροκρότημα και όσων δεν μπόρεσαν να βρουν μια θέση στην ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα και παρακολούθησαν τη συναυλία από τη γιγαντοοθόνη που στήθηκε στον εξωτερικό χώρο.

ΠΟΙΗΣΗ. Η ίδια γιγαντοοθόνη είχε στηθεί μία ημέρα πριν στο παρεκκλήσι της Γεννήσεως του Χριστού, εκεί όπου ο σκηνοθέτης Ενκε Φεζολάρι και η ηθοποιός Κατερίνα Ζαφειροπούλου απήγγειλαν στην αλβανική και την ελληνική γλώσσα τους ποιητές που μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης. Εκτός αυτών και ένα ποίημα που δεν έχει μελοποιήσει ο Μίκης. Τα «Τεχνητά άνθη» του Καβάφη («Δώστε με άνθη τεχνητά/- οι δόξες του τσινιού και του μετάλλου -/ που δεν μαραίνονται και δεν σαπίζουν/ με μορφές που δεν γερνούν»), τα οποία ο Ενκε Φεζολάρι επέλεξε επειδή είναι ένας από τους αγαπημένους ποιητές του συνθέτη, αλλά και επειδή έχουν μια επίκαιρη αλληγορία, όπως λεει ο σκηνοθέτης: «Ο,τι περιγράφει το ποιημα είναι η Αλβανία του σήμερα. Πέταξε το παρελθόν της, την ιστορία της και θέλει να γίνει μια χώρα της Δύσης πατώντας πανω σε δανεικές αξίες». Ηταν η πρώτη φορά που το παρεκκλήσι άνοιγε τις πόρτες του και έδινε την ευκαιρία σε όσους βρέθηκαν εκεί να θαυμάσουν τον ζωγραφικό διάκοσμο του επίμονου εικαστικού από τη Λάρισα Χρήστου Παπανικολάου –«έργο ζωής» όπως ο ίδιος το χαρακτηρίζει.