Θεωρείται μία από τις πρώτες όπερες στην ιστορία του είδους και από τα σπουδαιότερα δείγματα γραφής. Ο «Ορφέας» του Κλάουντιο Μοντεβέρντι ανεβαίνει από τον Μάρκελλο Χρυσικόπουλο με το σύνολό του Latinitas Nostra στις 24 και 25 του μήνα, με αφορμή τα 450 χρόνια από τη γέννηση του συνθέτη. Σύμφωνα με τους μελετητές, το μουσικό δράμα ως οριοθετημένο είδος δεν εμφανίστηκε ξαφνικά. Κυοφορούνταν μέσα και γύρω από τις ιταλικές επαρχίες κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα.Μια δημοφιλής αφήγηση που θέλει έναν μικρό αριθμό ουμανιστών στη Φλωρεντία να πρότεινε συνειδητά την ιδέα του μουσικού δράματος ως επανεμφάνιση της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας είναι τουλάχιστον παραπλανητική.Ενώ ο θαυμασμός για την αρχαιότητα ήταν διαρκές αίτημα στην Ιταλία της Αναγέννησης, η αναβίωση της τραγωδίας δεν ήταν η μόνη πρόθεση. Για τον βαθύ γνώστη του Μπαρόκ Μ. Χρυσικόπουλο είναι δύσκολο να προσεγγίσει κανείς μια περιγραφή του είδους από το 1600 μέχρι σήμερα. Οπως δηλώνει μάλιστα δεν πρόκειται να επιχειρήσει μια μουσικολογική ανακατασκευή. Ο «Ορφέας» δεν είναι ημιτελής –το φινάλε, παρά τις αδυναμίες του, είναι αυθεντικό και οι αδυναμίες, όταν είναι αυθεντικές, έχουν έναν τρόπο να χαίρουν ασυλίας. Το όραμά του για την παράσταση είναι να φέρει κοντά μουσικούς που δεν έχουν εντρυφήσει στο Μπαρόκ με μουσικούς και τραγουδιστές που έχουν μεγαλύτερη πείρα. Από την άλλη υπογραμμίζει ότι σε μια συναυλία και στην τέχνη γενικότερα ξέρουμε όλοι ότι ο καθένας θα πάρει και θα δει εκείνο που θέλει.

Γοητεία και πρόκληση. «Εχουμε έναν ημίθεο ή έναν ημίθνητο, ο οποίος καταφέρνει να μαγεύει τα θηρία και τους θεούς με τη μουσική. Και αυτό ούτως ή άλλως είναι αρκετό για να κάνει τον Ορφέα έναν ήρωα της μουσικής. Οι περισσότεροι συνθέτες στις αρχές του 17ου αιώνα βασίστηκαν στα μεγάλα λογοτεχνικά έπη της Αναγέννησης. Ο «Ορφέας» είχε μια περιορισμένη εμβέλεια αλλά σίγουρα ανταποκρίθηκε σε πρακτικές ανάγκες. Ο Μοντεβέρντι συνέθεσε μια μουσική για το Καρναβάλι της Μάντοβα το 1607. Δεν γνωρίζουμε κατά πόσο το θέμα ήταν δική του επιλογή, αφού το λιμπρέτο γράφτηκε από τον Αλεξάντρο Στρίτζο, γραμματέα της αυλής. Αν του έδωσαν αυτό, αυτό θα έκανε! Εξάλλου ο συνθέτης δεν θεωρούσε τη συγκεκριμένη όπερα την πιο πετυχημένη του. Θεωρούσε την επόμενη, την «Αριάδνη» (από την οποία έχει διασωθεί μόνο ο θρήνος) πολύ πιο σημαντική».

Υπερτιμημένα έργα. «Το καταπληκτικό με τη μουσική είναι ότι χαρακτηρίζεται από μια απίστευτη τολμηρότητα ακόμη και 400 χρόνια μετά. Αυτό το επίκαιρο της μουσικής γραφής νομίζω ότι δίνει και τη σφραγίδα ενός μεγάλου και ιδιοφυούς έργου, όπως και τα υπόλοιπα που παίζονται ακόμη και σήμερα στις αίθουσες συναυλιών. Υπάρχουν μεγάλες συνθέσεις που ακούμε σήμερα και είναι σαφώς υπερτιμημένες. Εχουν αντέξει στη δοκιμασία του χρόνου για εξαιρετικά περιστασιακούς λόγους. Αντίστοιχα υπάρχουν έργα τα οποία δεν έχουν κερδίσει ακόμη το χώρο που τους αξίζει. Για παράδειγμα, ο «Μεσσίας» του Χέντελ δεν είναι το καλύτερό του έργο παρ’ όλο που είναι αυτό που παίζεται πιο συχνά. Φυσικά δεν πρόκειται για ένα μέτριο έργο, αφού έχει καταπληκτικές στιγμές μουσικής ιδιοφυΐας και σύνθεσης. Ομως σ’ αυτό το έργο υπάρχει ο καλύτερος και ο χειρότερος Χέντελ μαζί. Από την άλλη, μια σύνθεση που δεν έχει πάρει ακόμη τη θέση που της αξίζει στη μουσική ιστορία είναι το «Ρέκβιεμ» του Χάιντν, πολύ καλύτερο από άλλα του 18ου αιώνα που ακούμε και σίγουρα τού αξίζει μεγαλύτερη προσοχή».

«Ορφέας« του Κλάουντιο Μοντεβέρντι, 24-25/11 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Μουσική διεύθυνση: Μάρκελλος Χρυσικόπουλος. Σκηνοθεσία: Θάνος Παπακωνσταντίνου. Με τους Χουάν Σάντσο, Θεοδώρα Μπάκα, Χρήστο Κεχρή, Ειρήνη Μπιλίνη, Σαββίνα Γιαννάτου, Αναστασία Κότσαλη, Σοφία Πάτση, Λένια Ζαφειροπούλου, Μάριο Σαραντίδη, Μαρία Παλάσκα, Πέτρο Μαγουλά.