Με ορισμένες αλλαγές στη διανομή, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος επέστρεψε στο φετινό Φεστιβάλ με την περσινή του παραγωγή: η τραγωδία του Αισχύλου «Επτά επί Θήβας» (467 π.Χ.), στη σκηνοθεσία του λιθουανού σκηνοθέτη Τσέζαρις Γκραουζίνις θέλησε να διερευνήσει πώς η επιβίωση δεν θα γίνει εμπόδιο στην ανθρωπιά και πώς η κοινή μοίρα του ανθρώπου μπορεί να λειτουργήσει υπέρ του.

Αποτελεί μέρος τετραλογίας, και η μόνη που διασώθηκε, με τα έργα «Λάιος» και «Οιδίπους» να έχουν προηγηθεί και το σατυρικό δράμα «Σφιγξ» να κλείνει τον κύκλο. Με άλυτα, μέχρι σήμερα, προβλήματα και ερωτηματικά για το τελευταίο τμήμα της (από τον στίχο 1004, όπου είναι εμφανής η διαφορετική δομή και εξέλιξη), το έργο παραμένει ένας ισχυρός κρίκος στην αλυσίδα του αρχαίου δράματος. Με μια υπόθεση που προηγείται της «Αντιγόνης» του Σοφοκλή, η αισχυλική αυτή τραγωδία μεταφέρει την αγωνία, την ανασφάλεια και τον φόβο του πολέμου που οδηγεί στον θάνατο –εν προκειμένω την αδελφοκτόνο κατάληξη.

Η σύγκρουση των δύο αδελφών βρίσκεται στο επίκεντρο: ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης θα βρεθούν αντιμέτωποι σε μια τελική αναμέτρηση και με τον θάνατό τους θα αποδείξουν ότι αυτός ήταν και ο μοναδικός δρόμος. Ο θρόνος της Θήβας δεν ήταν παρά η αφορμή για τον αφανισμό του γένους του Οιδίποδα: δεν έπρεπε να σπείρει καρπούς στο μέλλον. Οι δύο γιοι της αιμομικτικής σχέσης του πατέρα τους με την Ιοκάστη (μητέρα και σύζυγό του), κουβαλούν μοίρα θανάτου. Και οδηγούνται στο τέλος.

Δύο σκάλες, βήμα –θρόνος – μνήμα, άλλοτε σταθερές και άλλοτε ασταθείς, αποτελούν βασικό σκηνογραφικό στοιχείο στην παράσταση του ΚΘΒΕ, που κινείται σε μια αυστηρή χρωματικά ατμόσφαιρα. Μακριά από εποχές και με το γκρι να επιβάλλεται, τα τραγικά πρόσωπα της Θήβας παίρνουν τον διαχρονικό χαρακτήρα που τους αρμόζει, εκφράζοντας τον καθαρό λόγο του ποιητή Γιώργου Μπλάνα.

Ο Γκραουζίνις θέλησε να συνδυάσει τον τραγικό χαρακτήρα των δύο ηρώων και της μοίρας της πόλης τους με ένα πανανθρώπινο συναίσθημα που (θα ‘πρεπε να) ενώνει. Ακολουθώντας την εξέλιξη του έργου, με έμφαση στον γυναικείο Χορό, προσθέτει την κορυφαία σκηνή της παράστασης, με την αναμέτρηση των δύο αδελφών: η βουβή σκηνή, όπου το μίσος δίνει τη θέση του στην αγάπη, η βία στην αγκαλιά, υπό τους ήχους της έξοχης, πραγματικά, μουσικής του Δημήτρη Θεοχάρη, εγγράφεται στις σπουδαίες του είδους. Με ρυθμό που δυναμώνει και διαρκώς ενσωματώνεται, οι «Επτά…» προκαλούν και μεταφέρουν, παράλληλα με μια ψυχική ανάταση, υψηλά συναισθήματα για την πατρίδα και την πόλη.

Ο Γιάννης Στάνκογλου, συνεχίζοντας μια πορεία ουσιαστικής ενδοσκόπησης, με καθαρές γραμμές σκιαγραφεί τον πρωταγωνιστή Ετεοκλή. Είναι ο ήρωας και ο βασιλιάς της Θήβας, αλλά είναι και ο τσακισμένος γιος του Οιδίποδα, αναγκασμένος να βρεθεί αντιμέτωπος με τον αδελφό του. Με έλεγχο των μέσων του και μέτρο, ο ηθοποιός άρθρωσε τον αγώνα ενός εκ γενετής καταραμένου και ηττημένου.

Ο Αγγελος του Γιώργου Καύκα, ακριβής και αυστηρός, κατέστησε ουσιαστική κάθε παρέμβασή του. Και ο Κήρυκας του Αλέξανδρου Τσακίρη, μια πονηρή πινελιά, στον καμβά του έργου. Στους ρόλους των δύο αδελφών, Αντιγόνης και Ισμήνης, η Κλειώ Δανάη Οθωναίου και η Ιώβη Φραγκάτου, επιβεβαίωσαν την επιλογή του σκηνοθέτη –με την αποφασιστικότητα και τη δύναμή της η πρώτη, με μια μεγαλύτερη σύγχυση, η δεύτερη.

Μετάφραση: Γιώργος Μπλάνας

Σκηνοθεσία: Τσέζαρις Γκραουζίνις

Σκηνικά-κοστούμια: Κένι ΜακΛέλαν

Μουσική: Δημήτρης Θεοχάρης

Χορογραφία-Κίνηση: Εντι Λάμε

Παίζουν: Γιάννης Στάνκογλου, Γιώργος Καύκας, Αλέξανδρος Τσακίρης, Κλειώ-Δανάη Οθωναίου, Ιώβη Φραγκάτου, Γιώργος Παπανδρέου κ.ά.

Πού: Βύρωνας – Θέατρο Βράχων Μελίνα Μερκούρη (5/9), Λάρισα – Κηποθέατρο Αλκαζάρ (7/9), Θεσσαλονίκη – Βασιλικό Θέατρο (13-16/9)