Αν ο Στράτος Διονυσίου ή ο Πάνος Γαβαλάς ήταν οι τραγουδιστές της νύχτας και ο Καζαντζίδης της μέρας, ο Γιάννης Καλατζής ήταν ο τραγουδιστής του κυριακάτικου μαζέματος ή των αυλών. Που κάπου τότε, στην εκπνοή των χρυσών 60s, άρχισε να θάβει η αντιπαροχή. Εκείνη την ώρα ήταν που στα λαϊκά σπίτια ή στα καφενεία ακουγόταν η εκφραστική φωνή του. Αγιος Νείλος, Κερατσίνι, Κοκκινιά αλλά και σε όλη την χώρα.

Οι λαϊκές γειτονιές άκουγαν με λατρεία το «Δελφινάκι», το «Παποράκι του Μπουρνόβα», το «Παραμυθάκι μου», την «Τζαμάικα», το «Παλιό ρολόι». Σκάρωναν ταξίδια που ποτέ λόγω φτώχειας δεν θα έκαναν. Η φωνή του Καλατζή αρκούσε για να τους ταξιδέψει μέσω των στίχων του «Πρόεδρου» Λευτέρη Παπαδόπουλου και των μελωδιών του μεγάλου Λοΐζου. Αυτό το δίδυμο εξάλλου ήταν το πιο καθοριστικό για να μπει ο Καλατζής παντού με το χαρακτηριστικό του μέταλλο και την κόμη.

ΑΘΩΟΤΗΤΑ. Η φωνή του υπήρξε ίσως η τελευταία ικμάδα αθωότητας, ενώ η χούντα ήδη είχε βάλει τη χώρα στον γύψο αφήνοντας μετέωρη όλη τη χαμένη άνοιξη του ’60. Οπως μου είπε κάποτε ο Γιώργος Μαργαρίτης, εκεί στις αρχές του ’70 όλη η Ελλάδα άκουγε Καλατζή. Το πέρασμά του μοιάζει να διαμόρφωσε ένα ολόκληρο κλίμα στο λαϊκό ή και ελαφρολαϊκό τραγούδι. Σε τραγούδια που σφράγισε με την ερμηνεία του.

Γεννήθηκε στην Κάτω Τούμπα της Θεσσαλονίκης από γονείς που είχαν βρεθεί στη συμπρωτεύουσα ως πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, το 1943, ενώ η καριέρα του ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ως μέλος του Τρίο Μορένο στη Θεσσαλονίκη. Ο Τώνης Μαρούδας που τους άκουσε ενθουσιάστηκε και τους πρότεινε να εμφανιστούν μαζί του στην Αθήνα.

Ο Καλατζής έμαθε να παίζει μπουζούκι και εμφανιζόταν στην Πλάκα μέχρι που τον ανακάλυψε ο Γιώργος Μητσάκης. Η δημοτικότητά του άρχισε να αυξάνεται. Είχε την τύχη να τραγουδήσει μεγάλους δημιουργούς όπως Καλδάρα, Δερβενιώτη, Κουγιουμτζή, Κατσαρό, Πυθαγόρα και Ακο Δασκαλόπουλο. Είχε όμως και την ατυχία, εκεί κατά τη Μεταπολίτευση να μην μπορέσει να κρατήσει την ίδια πορεία μέσα στη νύχτα και στην περιπέτεια του ελληνικού τραγουδιού, σίγουρα αδικημένος αλλά και διατηρώντας μια πρωτοκαθεδρία: ό, τι είπε δύσκολα επανεκτελέστηκε από άλλον. Ακόμη και τα πιο ποπ του τραγούδια.

Το τελευταίο του άλμπουμ προτού αποσυρθεί ο τραγουδιστής κυκλοφόρησε το 1984 και την επόμενη χρονιά πήρε μέρος σε μια μεγάλη συναυλία στο Ολυμπιακό Στάδιο αφιερωμένη στον Μάνο Λοΐζο. Το 2000 κυκλοφόρησε ένα διπλό CD με τις μεγαλύτερες επιτυχίες του και το 2003 επανήλθε με το επίσης διπλό ««Τα αυθεντικά», όπου ξανατραγούδησε δικά του τραγούδια, καθώς και κάποια που είχαν περάσει στη δισκογραφία με άλλες φωνές.

Είχα την τύχη να τον δω από κοντά στα 9/8 στη Λεωφόρου Αλεξάνδρας σε μεσημεριάτικο χορό ενός σωματείου. Πολύ μελαγχολικός, με κοστούμι και γραβάτα, έμοιαζε ξένο σώμα καθώς διάφορες κυρίες χόρευαν στην πίστα. Ισως ταξίδευε με το μυαλό του κάπου στην Τζαμάικα…