«Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος / δε θα πάψεις ούτε στιγμή ν’ αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκιο. / Θα βγεις στους δρόμους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα ματώσουν απ’ τις φωνές / το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες μα ούτε βήμα πίσω. / Κάθε κραυγή σου μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων / κάθε χειρονομία σου σαν να γκρεμίζεις την αδικία».
Ας ξεκινήσουμε από το τέλος. Που είναι και η αρχή. Εν γένει. Από τους στίχους του Τάσου Λειβαδίτη, με τους οποίους ο Γιάννης Κακλέας εμφορεί τους δικούς του «Αχαρνής» (όπως και με Θουκιδίδη), βυθίζοντάς τους στο φινάλε στις επιταγές της ποίησης. Στην πιο πολιτική, όπως πιστεύει, κωμωδία του παππού Αριστοφάνη. Σε καιρούς πολιτικούς. Οχι οικονομικούς –θα ήταν φτενό.
Γύρω του, σε αναβρασμό στην πρόβα που παρακολουθήσαμε σε μια δροσερή πλατεία του Ταύρου, ένας θίασος με πολλούς σταρ και πρώτο τον Δικαιόπολι – Βασίλη Χαραλαμπόπουλο, αλλά και τον Μεγαρίτη – Χρήστο Χατζηπαναγιώτη και τον βλοσυρό Στρατηγό Λάμαχο – Φάνη Μουρατίδη και τον Αρη Σερβετάλη και τον Λεωνίδα Καλφαγιάννη και τον Σωκράτη Πατσίκα (σε ρόλο ροζ γουρουνίτσας!) και, και, και. Αλλά και ένα ογκωδέστατο σιδερένιο σκηνικό (μια «γέφυρα») του Μανόλη Παντελιδάκη και κοντέινερ και αντιασφυξιογόνες μάσκες. Και πιατέλες με εδέσματα και αποκριάτικες μουτσούνες με μουστάκια και γυαλιά. «Είναι η πιο ζόρικη φάση. Τώρα θα δέσουν οι λεπτομέρειες» ακούω τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο, μέσα σε λευκό κοστούμι, να μου λέει σε ένα διάλειμμα της πρόβας.
«Οταν γράφει το έργο ο Αριστοφάνης», λέει ο σκηνοθέτης που επιστρέφει στον αρχαίο ποιητή μετά τους περσινούς «Βατράχους» του Εθνικού, «είναι πολύ θυμωμένος με τους Αθηναίους διότι φοβάται όχι μόνο την κατάρρευση της πόλης (σ.σ. στον έκτο χρόνο του Πελοποννησιακού Πολέμου), αλλά και την τυραννία από τύπους σαν τον Λάμαχο. Είναι δε προφητικός, διότι αυτά που περιγράφει θα γίνουν είκοσι χρόνια μετά».

Το ντύσιμο με θώρακες, κράνη κ.λπ. του Λάμαχου παρατίθεται στην παράσταση σε αντίστιξη προς τη χαρά τής –προσωπικής –ειρήνης που έχει αποφασίσει να συνάψει ο Δικαιόπολις και ζητεί να τη μοιραστεί με την Εκκλησία του Δήμου. Να μιλήσει. Να τα πει. «Τέτοια αντίστιξη μόνο στον Ιονέσκο, στο «Παιχνίδι της σφαγής», υπάρχει» μου λέει ο Γιάννης Κακλέας.

«ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΩΜΩΔΙΑ». Οι Αχαρνής στον Αριστοφάνη, μου εξηγεί, είναι καρβουνιάρηδες. Δημιουργοί ενέργειας, άρα και ζωής, που μετατρέπονται σε μηχανές πολέμου. Και ο Δικαιόπολις ζητεί να επαναφέρει τον ορίζοντά τους στη ζωή. «Είναι η πιο σκοτεινή, πιο ποιητική και πιο ρεαλιστική κωμωδία. Δεν έχει την κωμική εξτραβαγκάντσα άλλων αριστοφανικών έργων» προσθέτει ο σκηνοθέτης και βάζει μια φωνή: «Βασίλη, είσαι έτοιμος;»

Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος ξεκινάει τη σκηνή: «Για ακούστε με όλοι. Τι θα λέγατε να ξαναθυμηθούμε πώς είναι τα γλέντια στις τελετές του Διονύσου;».

Και αφού γελοιοποιεί ενώπιον του κοινού (που δυστυχώς δεν απήλαυσε, λόγω των ματαιώσεων των τελευταίων των ημερών, την παράσταση σε Λάρισα, Βόλο και Τρίκαλα και θα πρωτοδεί την παράσταση σήμερα και αύριο στην Επίδαυρο), κορυφώνει σε μια συγκινητική εξομολόγηση: «Είμαι ένας άνθρωπος που αγαπάει τη χώρα του, που έχει κουραστεί από τους εμφυλίους. Μπορώ, αν θέλω ειρήνη, να κάνω με τους εχθρούς μου και με το μέσα μου».

Προτού παραδοθούμε ξανά στους στίχους του Λειβαδίτη: «Δεν έχεις καιρό / δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου / αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος».

10 και 11 Ιουλίου στην Επίδαυρο (21.00). Σκηνοθεσία : Γ. Κακλέας. Σκηνικά: Μανόλης Παντελιδάκης. Κοστούμια: Εύα Νάθενα. Μουσική:

Σταύρος Γασπαράτος. Χορογραφία: Αγγελική Τρομπούκη. Πρωταγωνιστούν: Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, Αρης Σερβετάλης, Φάνης Μουρατίδης, Λεωνίδας Καλφαγιάννης και Χρήστος Χατζηπαναγιώτης