Mία ακόμα ιστορία που αποτυπώνει τους αργούς ρυθμούς απονομής τηςΔικαιοσύνης βρίσκεται στο επίκεντρο της δημοσιότητας . Αυτή τη φοράένας επιχειρηματίας εδώ και 17 χρόνια βρίσκεται σε δικαστική διένεξημε το ελληνικό δημόσιο για ζημία που φέρεται να υπέστη ,ενώ όπως όλαδείχνουν ο επίλογοςτης ιστορίας του δεν έχει ακόμα γραφτεί.

Ο εν λόγω επιχειρηματίας έχει δικαιωθεί από τα Διοικητικά Δικαστήριαπου έχουν επιδικάσει να λάβει την αποζημίωσή του ύψους περίπου260.000 ευρώ, αλλά οι σύμβουλοι Επικρατείας μετά από αναίρεση του

Δημοσίου, ανέπεμψαν και πάλι την υπόθεση για νέα κρίση στο ΔιοικητικόΕφετείο.

Η ιστορία ξεκινά το έτος 1997 όταν ο επιχειρηματίας αποφασίζει νακάνει εισαγωγές στη χώρα μας διάφορα είδη ενδύσεως και ατομικήςχρήσεως (μπλουζάκια, τσάντες, παντελόνια, κάλτσες, παπούτσια,καλλυντικά, απορρυπαντικά, μπίρες, κ.λπ.) τα οποία προέρχονται από τηνεπεξεργασία κλωστικής κάνναβης και είχαν τυπωμένη απεικόνισηπεντάφυλλου ή επτάφυλλου μίσχου κάνναβης.

Τα προϊόντα αυτάδιοχετεύτηκαν σε διάφορα κατάστημα «Κannabishop» και «ΚannabisGallery» στην Αττική (Κολωνάκι, Περιστέρι, κ.λπ.) και σε άλλεςπόλεις όπως είναι Λάρισα, Ιωάννινα, Σέρρες, Κομοτηνή, Χανιά,Ηράκλειο, Κέρκυρα, κ.λπ.

Με πρωτοβουλία του Γενικού Χημείου του Κράτους πραγματοποιήθηκεδιυπουργική σύσκεψη, στην οποία συμμετείχαν οι υπουργοί Υγείας,Δημόσιας Τάξης και Οικονομικών, ενώ παρέστησαν και εκπρόσωποι του ΕΟΦκαι του ΟΚΑΝΑ, με θέμα τον συντονισμό όλων των αρμοδίων φορέωνγια «την αντιμετώπιση του προβλήματος της εισαγωγής και κυκλοφορίαςστην Ελλάδα προϊόντων που περιέχουν συστατικά από κάνναβη και φέρουνενδείξεις (π.χ. φύλλο κάνναβης) με τις οποίες προβάλλεται η κάνναβηκατά έντονο τρόπο για διαφημιστικούς σκοπούς».

Κατά την σύσκεψη αποφασίστηκε ότι τα προϊόντα αυτά περιέχουναμελητέο ποσοστό τετραϋδροκανναβινόλης (THC), αλλά αυτό δεν σημαίνειότι δεν παύει να αποτελεί διαφήμιση της κάνναβης, κάτι που απαγορεύειο νόμος 1729/1987 περί ναρκωτικών και για τον λόγο αυτό δεν πρέπεινα φέρουν ενδείξεις που έχουν σχέση με το φυτό της κάνναβης.

Στην συνέχεια στάλθηκε έγγραφο προς το τμήμα ναρκωτικών του υπουργείουΔημοσίας Τάξης, με το οποίο ζητείτο να διενεργηθούν εκτεταμένοιέλεγχοι σε όλη την Ελλάδα στα καταστήματα που πωλούσαν τα προϊόντααυτά που έχουν τις ενδείξεις του φυτού της κάνναβης ή που ο τίτλος τηςεπιχείρησής τους αναγράφει «Κannabishop» ή «Κannabis Gallery» και σεπερίπτωση που βρεθούν να εφαρμόζεται ο νόμος 1729/1987.

Όπως αναφέρει η απόφαση του ΣτΕ για περισσότερο από 6 μήνες«ξεκίνησε μια πρωτοφανής δίωξη κατά επιχειρηματιών», οι οποίοι«απολύτως νόμιμα είχαν εισαγάγει και διακινούσαν τα επίμαχα προϊόντα».

Τελικά, το Γενικό Χημείο του Κράτους απεφάνθη ότι τα επίμαχαπροϊόντα «δεν περιείχαν καθόλου THC και το κανναβέλαιο πουχρησιμοποιείται για την παρασκευή καλλυντικών κρεμών περιέχει μικρήποσότητα της εν λόγω ουσίας».

Επίσης, ανέφερε ότι η περιεκτικότητατης ουσίας αυτής σε άλλα προϊόντα (καλλυντικά, κ.λπ.) ήταν πολύ

μικρότερη και «ενδεχομένως μη ανιχνεύσιμη», αλλά και ακόμα «και εάνέχουν κάποια ποσότητα THC αυτή δεν είναι ανακτήσιμη ή απομονώσιμη».

Τα ποινικά δικαστήρια με τη σειρά τους ξεκίνησαν και απήλλασσαν τουςεπιχειρηματίες από το αδίκημα της διάδοσης και διαφήμισης χρήσηςναρκωτικών ουσιών, και έτσι ξεκίνησαν οι αγωγές αποζημίωσης γιααποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστησαν από ενέργειες προσώπωντου δημοσίου τομέα.

Το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών δικαίωσε τον εισαγωγέα κρίνοντας ότιήταν μη νόμιμη η απόφαση της διυπουργικής σύσκεψης, καθώς «ελήφθη κατ’εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου περί ναρκωτικών, όπως και

τα σήματα του τμήματος ναρκωτικών του υπουργείου Δημοσίας Τάξης γιακατασχέσεις των επίμαχων προϊόντων και συλλήψεις επιχειρηματικών», ενώκρίθηκε ότι υπάρχει ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση.

Το ΣτΕ με την απόφασή του ξαναστέλνει την υπόθεση στο Εφετείο γιανα διευκρινιστεί με νέα απόφασή του σε ποιους φορείς του Δημοσίουεντοπίζονται οι ευθύνες για την ζημία που υπέστησαν οι επιχειρηματίες.