Το 1982, η πρώτη κυβέρνηση της «Αλλαγής» θεσμοθέτησε, όχι χωρίς αντιδράσεις, τον προαιρετικό πολιτικό γάμο. Τον πρώτο καιρό, τα ζευγάρια που διάβαιναν την πόρτα του δημαρχείου ήταν ελάχιστα, τα ΜΜΕ τα παρακολουθούσαν ως αξιοθέατο. Αλλά σήμερα, είκοσι δύο χρόνια μετά, οι πολιτικοί γάμοι είναι περισσότεροι από τους θρησκευτικούς…

Μαζί με την πολιτική που επέστρεψε με τη Μεταπολίτευση του 1974, η παράλληλη έντονη κοινωνική κινητικότητα διεκδικούσε νέους θεσμούς που να λαμβάνουν υπόψη τις κατακτήσεις του δυτικού κόσμου στο επίπεδο της χειραφέτησης. Το φεμινιστικό κίνημα ήταν ένα από τα ρεύματα που διαδόθηκαν ευρύτατα στην Ελλάδα, τα κόμματα μάλιστα που είχαν αρχίσει να λειτουργούν στο όνομα της χειραφέτησης έκαναν προσπάθεια να το οικειοποιηθούν, ιδρύοντας τις δικές τους φεμινιστικές οργανώσεις. Στο πλαίσιο της δράσης των φεμινιστριών, καλλιεργήθηκε η ιδέα της θεσμοθέτησης των δυτικών θεσμών χειραφέτησης.

Αλλά, προφανώς, χρειάστηκε η πολιτική ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας προτού ριζοσπαστικά μέτρα όπως η θεσμοθέτηση του πολιτικού γάμου υιοθετηθούν από το κράτος και περάσουν στο οικογενειακό δίκαιο.

ΜΗ ΦΟΒΟΥ ΤΟΝ ΑΝΔΡΑ. Για πολλά χρόνια η ελληνική κοινωνία ήταν επισήμως ανδροκρατική, «ο ανήρ αρχηγός του οίκου. Ο ανήρ είναι η κεφαλή της οικογενείας και αποφασίζει περί παντός ό,τι αφορά τον συζυγικόν βίον», σύμφωνα με τη νομοθεσία. Οι φεμινίστριες που φώναζαν «δεν είμαι του πατρός μου, δεν είμαι του ανδρός μου, θέλω να είμαι ο εαυτός μου», λοιπόν, είχαν σοβαρό στόχο. Την ίδια την ταυτότητα της ελληνικής κοινωνίας.

Η αναγνώριση του πολιτικού γάμου στην Ελλάδα ήταν από τις πρώτες αποφάσεις της πρώτης κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου (και κατά πολλούς ήταν απαίτηση της συζύγου του Μαργαρίτας Παπανδρέου, η οποία ήταν επικεφαλής της Ενωσης Γυναικών Ελλάδας, ΕΓΕ, της γυναικείας οργάνωσης του ΠαΣοΚ). Ουσιαστικά, έγινε μια προσπάθεια προσαρμογής της ελληνικής νομοθεσίας προς τα δυτικά ισχύοντα, αλλά κατέληξε πράξη συμβιβασμού με την αντιδρώσα Εκκλησία, πρότυπο της οποίας ήταν η φράση που συνεγείρει τις γυναίκες στις γαμήλιες τελετές: «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα».

Το νομοσχέδιο άρχισε να συζητιέται στη Βουλή στις 17 Φεβρουαρίου 1982. Ψηφίστηκε στις 22 Μαρτίου, με την αρνητική ψήφο των βουλευτών της ΝΔ. Ο Νόμος 1250/82 (ΦΕΚ Α 46/7-4-1982), με τον οποίο θεσμοθετήθηκε ο πολιτικός γάμος ως ισόκυρος με τον θρησκευτικό, συνάντησε την αντίδραση της προοδευτικής διανόησης της εποχής. Σύμφωνα με τη θέση όσων αντιδρούσαν, το νομοσχέδιο θεωρήθηκε παραχώρηση στην Εκκλησία αφού δεν κηρύχθηκε υποχρεωτικός ο πολιτικός γάμος, με αποτέλεσμα να μην απορρέουν από αυτόν όλα τα δικαιώματα, και μόνο όποια ζευγάρια ήθελαν κατόπιν να κάνουν και θρησκευτική τελετή. Η τελική απόφαση, το δικαίωμα στην επιλογή, εκτιμήθηκε ότι ήταν η συμβιβαστική αντίδραση της πολιτείας στην απαίτηση της υπό τον Σεραφείμ Εκκλησίας της Ελλάδος.

Οι λεπτομέρειες για την τέλεση του πολιτικού γάμου καθορίστηκαν στο Προεδρικό Διάταγμα 391 (ΦΕΚ Α 73/18-6-1982). Ο πρώτος πολιτικός γάμος στην Ελλάδα έγινε στις 18 Ιουλίου 1982. Η Ικαριώτισσα Σταματούλα Πλακίδα παντρεύτηκε τον Δημήτρη Μαύρο από τη Νάξο, στο κοινοτικό κατάστημα του χωριού Φραντάτο της Ικαρίας.

Η ΕΜΜΟΝΗ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ. Ο πολιτικός γάμος για πάρα πολλά χρόνια ήταν ελάχιστα δημοφιλής στην ελληνική κοινωνία. Μάλιστα, αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο η Εκκλησία πολύ σύντομα έπαψε να ασχολείται με το νέο νομοθετικό πλαίσιο. Μόνο ελάχιστοι πολιτικοί γάμοι γίνονταν τα πρώτα χρόνια, κυρίως από ζευγάρια που είχαν ζήσει στο εξωτερικό, πολλές φορές μάλιστα τον πολιτικό ακολουθούσε και θρησκευτικός. Ενα από τα επιχειρήματα υπέρ του θρησκευτικού γάμου ήταν η εμμονή στις παραδόσεις. Ενα άλλο έκανε λόγο για την τελετουργία του θρησκευτικού γάμου, που σηματοδοτούσε με μεγαλοπρέπεια τη νέα ζωή των νεονύμφων –σε μια εποχή, μάλιστα, που οι δήμοι δεν ασχολούνταν ιδιαίτερα με το ζήτημα, εκχωρώντας το κοσμικό δικαίωμά τους στην Εκκλησία.

Τα πράγματα ωστόσο άλλαξαν στις αρχές του 21ου αιώνα. Προφανώς αυτό, οφειλόταν και στις μεγάλες κοινωνικές αλλαγές που είχαν επέλθει στο μεταξύ λόγω της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας. Τα χρόνια που ακολούθησαν, ο πολιτικός γάμος κέρδιζε συνεχώς έδαφος έναντι του θρησκευτικού. Η ψαλίδα έκλεινε ώσπου, το 2012, για πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία, οι πολιτικοί γάμοι ξεπέρασαν τους θρησκευτικούς (51,8% έναντι 48,2%, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, Αύγουστος 2013). Η οικονομική κρίση, οι μεικτοί γάμοι και ο εκδυτικισμός της ελληνικής κοινωνίας, βαθμιαία, άλλαξαν τις βεβαιότητες.

Το Σύμφωνο Συμβίωσης και οι διακρίσεις που παραμένουν

Με τον Νόμο 3719 του 2008 αναγνωρίστηκε νομικά η συμβίωση ζευγαριών που δεν επιθυμούν να τελέσουν γάμο. Αντίθετα ωστόσο με τις άλλες χώρες της Ευρώπης, όπου ισχύει το Σύμφωνο Συμβίωσης, η αναγνώριση αυτή ισχύει μόνο για ετερόφυλα ζευγάρια. Επειτα από προσφυγή τεσσάρων ομόφυλων ζευγαριών στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου η Ελλάδα καταδικάστηκε επειδή το ότι επιτρέπεται μόνο σε ετερόφυλα ζευγάρια να συνάπτουν Σύμφωνο Συμβίωσης έρχεται σε αντίθεση με το δικαίωμα σε οικογενειακή ζωή (άρθρο 8 ΕΣΔΑ) και με την απαγόρευση των διακρίσεων (άρθρο 14 ΕΣΔΑ). Εκκρεμεί η νομική συμμόρφωση της χώρας μας.

Ο αγώνας για τη χειραφέτηση δεν τελειώνει ποτέ.