Οι πάντες έμαθαν να συζητούν για τα σήματα που κατέγραψε η τάδε μέθοδος ­ και

που προβλέπουν σεισμό ­ σαν να ήταν οι μεγαλύτεροι ειδικοί του κόσμου, όταν

καλά – καλά ούτε οι ίδιοι που τα κατέγραψαν δεν μπόρεσαν (ή δεν θέλησαν) να

δώσουν διευκρινίσεις. Αποτέλεσμα είναι να τρομοκρατείται ο κόσμος

Είναι γενικά παραδεκτό από μέρους των ειδικών επιστημόνων ότι το πρόβλημα της

πρόβλεψης των σεισμών δεν έχει επιλυθεί, τουλάχιστον όχι ακόμη. Είναι επίσης

γνωστό ότι δεν είναι λίγες οι χώρες εκείνες που στο πρόσφατο παρελθόν οι

προβλέψεις σεισμών από μέρους επιστημόνων, όπως επίσης και μη επιστημόνων,

έχουν σε πολλές περιπτώσεις προκαλέσει κοινωνική αναστάτωση. Είναι γνωστή η

περίφημη πρόβλεψη Brady για δήθεν επερχόμενο σε λίγους μήνες καταστροφικό

σεισμό στο Περού, που μηδένισε σχεδόν τον αριθμό των τουριστών με αποτέλεσμα

να πληγεί αποφασιστικά η οικονομία της φτωχής εκείνης χώρας. Όταν επομένως

μιλάμε για πρόβλεψη σεισμών, δεν εννοούμε μόνο τα τεχνολογικά μέσα, που (αν

υπήρχαν) θα μας προσδιόριζαν με ικανοποιητική ακρίβεια το επίκεντρο, την

ένταση και τον χρόνο του επερχόμενου σεισμού, αλλά και το κατά πόσον η

πρόβλεψη αυτή είναι αξιοποιήσιμη από την πολιτεία, ώστε να προβεί στη λήψη των

μέτρων εκείνων που θα αποτρέψουν ή θα ελαχιστοποιήσουν ζημιές και θύματα.

Τούτο σημαίνει ότι ο χρόνος της πρόβλεψης πρέπει να είναι αρκετά μεγάλος,

καθώς τα παραπάνω μέτρα μπορεί να έχουν τεράστιο κόστος, όπως είναι π.χ. η

εκκένωση μιας πόλης, και επίσης εναποθέτουν πολύ μεγάλη ευθύνη στους ώμους των

αρμοδίων οργάνων της πολιτείας που θα πρέπει να πάρουν τις σχετικές αποφάσεις.

Ακόμη και η αναγγελία μιας τέτοιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης θα πρέπει να

γίνεται με υπεύθυνο τρόπο πάλι από τα αρμόδια κρατικά όργανα, τα οποία μάλιστα

θα πρέπει να είναι τόσο υψηλότερου επιπέδου όσο μεγαλύτερος είναι ο

προβλεπόμενος κίνδυνος ή η έκταση των αναγκαίων μέτρων. Τέλος, το ίδιο το

κοινό πρέπει να είναι εκπαιδευμένο μέσα από διαρκείς ασκήσεις, ενημερώσεις

κ.λπ. στην υπεύθυνη αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων, αλλιώς ο πανικός που θα

δημιουργηθεί μπορεί να έχει συνέπειες πολλαπλάσιες από το ίδιο το πρόβλημα.

Σε αντίθεση με όσα περίπου παρανοϊκά συμβαίνουν τούτες τις μέρες στον τόπο

μας, το θέμα της δημιουργίας ενός κώδικα δεοντολογίας για την αναγγελία

επερχόμενου σεισμού (επαναλαμβάνω, ακόμη κι αν υπήρχε τεχνικά αξιόπιστος

τρόπος πρόβλεψης, που δεν υπάρχει) έχει απασχολήσει όχι μόνο κυβερνήσεις, όπως

π.χ. της Ιαπωνίας, αλλά και διεθνείς Οργανισμούς, όπως η UNESCO, η οποία σε

συνεργασία με τη Διεθνή Ένωση Σεισμολογίας και Φυσικής του Εσωτερικού της Γης

(IASPEI) συνέστησε το 1982 κοινή ομάδα εργασίας πάνω σε έναν «Κώδικα Πρακτικής

για την Πρόβλεψη Σεισμών». Η ομάδα εργασίας ανέλυσε πολύ σημαντικά θέματα,

όπως διατύπωση των προβλέψεων, αναγγελία προς τις δημόσιες υπηρεσίες,

δημοσιοποίηση των προβλέψεων και επίσης προβλέψεις που αφορούν ξένες χώρες.

Από την έκθεση της ομάδας εργασίας αξίζει να ξεχωρίσουμε μια παράγραφο με

ιδιαίτερη σημασία:

Οι εκδότες επιστημονικών περιοδικών, προκειμένου να δημοσιεύσουν

εργασίες που περιέχουν πρόβλεψη σεισμών, πρέπει να παίρνουν

ειδικές προφυλάξεις ώστε να είναι βέβαιοι ότι για τις προβλέψεις

αυτές υπάρχει επαρκής υποστήριξη από το εσωτερικό της

σεισμολογικής κοινότητας.

Αν και στον ανυποψίαστο τρίτο ένας τέτοιος κανόνας μπορεί να θυμίζει επιβολή

λογοκρισίας, φαίνεται τελικά ότι το ψυχολογικό σοκ που μπορεί να προκληθεί από

μια πρόβλεψη σεισμού, σωστή ή όχι, ακριβή ή όχι, είναι τέτοιο, που πρέπει να

γίνεται μόνο με τον πρέποντα τρόπο και από μέρους των καθ’ ύλην αρμοδίων.

Ας δούμε τώρα υπό το φως των παραπάνω γεγονότων όσα απίστευτα συμβαίνουν στον

τόπο μας μετά τον σεισμό της Πάρνηθας και μάλιστα κάτω από την εκφοβιστική

ατμόσφαιρα τής (ίσως όχι δικαιολογημένης) διαπίστωσης ότι ο πλανήτης ολόκληρος

βρίσκεται σε περίοδο σεισμικής έξαρσης.

Κυριολεκτικά, όποιου, ντόπιου ή ξένου, του κατέβει μπορεί να βγει στις

εφημερίδες και στα ΜΜΕ και να δηλώσει ότι μπορεί να προβλέπει σεισμούς ή ότι

ένας μεγάλος σεισμός επίκειται. Τα ΜΜΕ δεν χάνουν την ευκαιρία, τη δουλειά

τους κάνουν άλλωστε, προσθέτουν τις δικές περιγραφές, ώστε η τελική είδηση «να

πουλάει» (ανατρίχιασα ακούγοντας καθ’ όλα έγκριτο και αξιοσέβαστο τηλεοπτικό

αναλυτή να διαφημίζει την εκπομπή του διερωτώμενος: «Θα γίνει ο μεγάλος

σεισμός; Δεν θα γίνει; Μας τον κρύβουν;»). Μπορεί οι σεισμολόγοι να δηλώνουν

ομόφωνα ότι αξιόπιστη μέθοδος βραχύχρονης πρόβλεψης σεισμών δεν υπάρχει, όμως

ο δύστυχος μέσος πολίτης επηρεάζεται και πολύ μάλιστα: Η κατανάλωση

ηρεμιστικών αυξήθηκε, μας λένε, κατακόρυφα τούτες τις μέρες, κι αν η έξοδος

του προτελευταίου Σαββατοκύριακου από την πρωτεύουσα δεν διέφερε σημαντικά από

τις προηγούμενες, τα δυστυχήματα ήταν αυξημένα. Μα, για τον Θεό, ακόμη κι ένα

άτομο αν έχασε τη ζωή του στην άσφαλτο εξαιτίας της «πρόβλεψης», άξιζε τον κόπο;

Και η σηματολογία; Οι πάντες έμαθαν να συζητούν για τα «σήματα» που κατέγραψε

η τάδε μέθοδος, σαν να ήταν οι μεγαλύτεροι ειδικοί του κόσμου, όταν καλά-καλά

ούτε οι ίδιοι που τα κατέγραψαν δεν μπόρεσαν (ή δεν θέλησαν) να δώσουν

διευκρινίσεις. Μα, όσοι εργάζονται με ηλεκτρικά σήματα σε περίπλοκα συστήματα

ξέρουν καλά πως το μεγαλύτερό τους πρόβλημα είναι να βεβαιώνονται για την

ακριβή προέλευσή τους και επίσης για τον μηχανισμό μέσα από τον οποίο

σχετίζονται με το φαινόμενο που τα προκαλεί. Και τούτο ακόμη και μέσα στο

εργαστήριο, όπου όλα βρίσκονται υπό έλεγχο, και όχι στο ηλεκτρικά χαοτικό

περιβάλλον του εδάφους.

Όσο για την έρευνα, υπάρχουν κι εκεί κανόνες δεοντολογίας: Κανείς δεν

επιτρέπεται να βγαίνει στις εφημερίδες και να δηλώνει ότι έχει τη λύση σε

κάποιο πρόβλημα τρομακτικής σημασίας, από εκείνα που «καίνε» τον κόσμο. Από

την επιστημονική έρευνα μέχρι την πρακτική εφαρμογή της η απόσταση είναι

τεράστια, και μια τέτοια δημοσιοποίηση στην ουσία της δεν είναι τίποτε άλλο

παρά άσκηση πίεσης μέσω της κοινής γνώμης για χρηματοδότηση από μέρους των

αρμοδίων φορέων. Οι οποίοι με τη σειρά τους φέρουν και αυτοί μεγάλη ευθύνη για

τον έλεγχο κάθε τέτοιου ερευνητικού έργου που χρηματοδοτούν, τόσο ως προς τη

συμμόρφωσή του προς τη σχετική σύμβαση ανάθεσης, όσο και τη συνέχιση της

χρηματοδότησης και φυσικά για τον τρόπο δημοσιοποίησης των αποτελεσμάτων.

Κλείνοντας, ο λαός μας έχει τούτη την εποχή πολλούς λόγους να βρίσκεται κάτω

από τρομερή ψυχολογική πίεση, μεγαλύτερη από οποιοδήποτε άλλο λαό της Ευρώπης.

Τα ποικίλα συγκλονιστικά γεγονότα, που έχουν συμβεί πρόσφατα και εξακολουθούν

να συμβαίνουν μέσα και γύρω από τη χώρα μας, δεν είναι δα και λίγα. Είναι

άσκοπο και βάρβαρο να φορτώνεται ακόμη περισσότερο, χωρίς μάλιστα να υπάρχει

σοβαρός λόγος ή δικαιολογία. Η περιφρούρηση της γαλήνης του λαού είναι ευθύνη

της πολιτείας, που έχει υποχρέωση να θεσμοθετήσει άμεσα τέτοιους κώδικες

συμπεριφοράς στις σχετικές περιπτώσεις και να επιβλέπει άγρυπνα και υπεύθυνα

την ακριβή τήρησή τους.

Ο Σ. Λ. Παϊπέτης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών.