Στο κατώφλι του 21ου αιώνα η πολιτική που αφορά το Πανεπιστήμιο αντιμετωπίζει

μία σειρά από διλήμματα. Η αύξηση της ζήτησης για πανεπιστημιακή εκπαίδευση

αποτελεί ένα από τα πλέον κρίσιμα ζητήματα της πανεπιστημιακής πολιτικής.

ΕΙΝΑΙ σήμερα κοινώς αποδεκτό ότι η κατοχή της γνώσης δεν βελτιώνει απλώς τη

θέση του ατόμου στην αγορά εργασίας, αλλά συνιστά βασική προϋπόθεση της

κοινωνικής και πολιτικής συμμετοχής. Υπό αυτή την έννοια, η πολιτική του

ανοίγματος της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης εκφράζει τη βούληση της κοινωνίας

για εκσυγχρονισμό και ανάπτυξη. Πρόκειται, δηλαδή, για μια πολιτική

εκδημοκρατισμού, που αμβλύνει την κοινωνική επιλεκτικότητα του εκπαιδευτικού

συστήματος. Ωστόσο, το άνοιγμα της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης συνοδεύεται από

μια σειρά πολιτικών διλημμάτων.

Σε συνθήκες δημοσιονομικής λιτότητας και περιορισμού των κοινωνικών δαπανών, η

μαζικοποίηση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης ενδέχεται να οδηγήσει σε υποβάθμιση

της ποιότητας των σπουδών. Ο κίνδυνος αυτός ελλοχεύει, ιδιαίτερα στον χώρο των

κοινωνικών επιστημών, διότι συχνά θεωρείται αυτονόητο ότι το κόστος των

σπουδών μπορεί να διατηρείται χαμηλό. Στον βαθμό μάλιστα που ο προσδιορισμός

του αριθμού των εισαγομένων φοιτητών κατά Τμήμα πραγματοποιείται χωρίς

προηγούμενη μελέτη του κόστους ανά φοιτητή μεταξύ των διαφορετικών Τμημάτων

και ιδρυμάτων, είναι ιδιαιτέρως πιθανόν η αύξηση των εισαγομένων να οδηγήσει

σε διεύρυνση της κρίσης και των ανισοτήτων.

Είναι χαρακτηριστική η διαδικασία της ίδρυσης νέων Πανεπιστημιακών Τμημάτων σε

περιφερειακά Πανεπιστήμια, όπου το κόστος των σπουδών ανά φοιτητή είναι

δυσανάλογα υψηλότερο εκείνου των μαζικών κεντρικών Πανεπιστημίων. Προκειμένου

επομένως να μην υποβαθμιστεί η Πανεπιστημιακή Εκπαίδευση στη χώρα μας

απαιτείται εξορθολογισμός και ερευνητική υποστήριξη του εκπαιδευτικού

σχεδιασμού, ο οποίος θα πρέπει να συνοδευτεί από μία γενναία πολιτική δαπανών.

Η Ελλάδα διατηρεί το θλιβερό προνόμιο να είναι η χώρα με τις χαμηλότερες

δημόσιες δαπάνες ανά φοιτητή στην Ευρώπη. Εφόσον αυτή η πραγματικότητα δεν

αναστραφεί, η διεύρυνση του δικαιώματος για Πανεπιστημιακή Εκπαίδευση όχι μόνο

θα είναι προσχηματική, αλλά θα αποβεί και εις βάρος του ελληνικού

Πανεπιστημίου· οι ανισότητες μεταξύ των διαφορετικών Τμημάτων θα διευρυνθούν,

ενώ η ποιοτική Πανεπιστημιακή Εκπαίδευση θα αποκτάται από τους λίγους

εκλεκτούς σε ελάχιστα ίσως ελληνικά ιδρύματα ή στο εξωτερικό.

Το δεύτερο δίλημμα αφορά τον προσανατολισμό του Πανεπιστημίου στο μέλλον.

Υποστηρίζεται συχνά ότι η ενδεχόμενη διεύρυνση της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης

θα οδηγήσει σε υπερπληθωρισμό πτυχιούχων με γενικές γνώσεις που δεν θα μπορούν

να απορροφηθούν από την αγορά εργασίας. Παρά την περί του αντιθέτου εντύπωση,

θα πρέπει να σημειωθεί ότι μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης η Ελλάδα

διαθέτει το χαμηλότερο ποσοστό πτυχιούχων στο σύνολο του εργατικού της

δυναμικού. Ωστόσο, συχνά η πολιτική της διεύρυνσης της Πανεπιστημιακής

Εκπαίδευσης συνοδεύεται από την τάση αλλοίωσης του ακαδημαϊκού της χαρακτήρα.

Στη βάση του ιδεολογήματος περί καλύτερης ανταπόκρισης της εκπαίδευσης στις

ανάγκες της οικονομίας και της παραγωγής, επιδιώκεται ο προσανατολισμός της

Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης προς πεδία επαγγελματικής κατάρτισης και όχι σε

επιστημονικούς κλάδους γνώσης. Είναι γεγονός ότι ο κίνδυνος

«επαγγελματοποίησης» των πανεπιστημιακών σπουδών δεν προέρχεται μόνο από

εξωτερικές πιέσεις.

Σημαντική ευθύνη φέρουν τόσο η Πολιτεία για τον τρόπο με τον οποίο ιδρύει

Πανεπιστημιακά Τμήματα όσο και τα ίδια τα Πανεπιστήμια. Η αξιολόγηση των

προγραμμάτων σπουδών συνιστά προϋπόθεση για την προάσπιση της ποιότητας και

την αναβάθμιση του Πανεπιστημίου· αυτή όμως θα πρέπει να βασιστεί στην

ανάπτυξη ουσιαστικού επιστημονικού διαλόγου, κριτικής και αυτοκριτικής από την

πλευρά της πανεπιστημιακής κοινότητας και όχι σε κάποιο εξωτερικά και

μηχανιστικά προσδιοριζόμενο «point system». Τέλος, το Πανεπιστήμιο θα μπορέσει

αποτελεσματικά να αντισταθεί στις εξωτερικές πιέσεις, μόνον εφόσον

εκσυγχρονισθεί και αναπτύξει μία εσωτερική πολιτική έρευνας, η οποία να

υπηρετεί την επιστήμη, όρος που δεν εξυπηρετείται πάντοτε από την έρευνα που

χρηματοδοτείται από άλλους φορείς.

Η πανεπιστημιακή παιδεία αποτελεί ένα συλλογικό κοινωνικό αγαθό. Η διεύρυνσή

του έχει κόστος. Θα αναλάβουμε αυτό το κόστος;

Ο Παναγιώτης Γετίμης είναι καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου.