Το ερώτημα που μας απασχολεί, εάν το έχω προσλάβει ορθά, είναι τι ορίζεται ως

Αριστερά σήμερα στην αυγή του 21ου αιώνα και της τρίτης χιλιετίας. Ξεκινώ από

μια ελαφρώς «ανατρεπτική» διαπίστωση, πως τίποτα δεν είναι αυτονόητο και

προκειμένου να δώσουμε απάντηση στο ερώτημα τι ορίζεται ως Αριστερά και ως

αριστερή πολιτική, πρέπει να επαναδιατυπώσουμε το ιστορικά και ιδεολογικά

αυτονόητο, καθώς στο πεδίο του αυτονοήτου η ιδεολογία κινδυνεύει να γίνει

ιδεοληψία. Στο πεδίο επίσης του αυτονοήτου χάνεις την επαφή με την ιδεολογία

σου, παύεις δηλαδή να έχεις αυτό που ονομάζουμε συνείδηση της ιδεολογίας σου.

Συζητούμε επομένως για κάτι πιο συγκεκριμένο από το γενικό ερώτημα τι είναι

Αριστερά σήμερα. Το πιο συγκεκριμένο ερώτημα είναι τι είναι Αριστερά

ευρωπαϊκή, τι είναι Αριστερά που ανήκει σε μια μη κομμουνιστική παράδοση, άρα

μια Αριστερά λιγότερο τραυματισμένη από την κατάρρευση του υπαρκτού

σοσιαλισμού. Τι είναι μια Αριστερά πολυσυλλεκτική, μια Αριστερά πλειοψηφική,

δηλαδή μια Αριστερά όχι της διαμαρτυρίας ή του περιθωρίου αλλά μια Αριστερά κυβερνητική.

ΠΡΕΠΕΙ να ξεκινήσουμε από μία υπόμνηση του αστερισμού των βασικών θεωρητικών

και ιδεολογικών παραδοχών μας: για να είναι κανείς αριστερός σήμερα πρέπει,

πρώτον, να ομολογεί το αυτονόητο, ότι συζητά για μια κοινοβουλευτική Αριστερά,

για μια Αριστερά που υπερασπίζεται το θεσμικό μοντέλο της αντιπροσωπευτικής

δημοκρατίας.

Γιατί εις πείσμα ορισμένων απόψεων που παλαιότερα είχαν ευδοκιμήσει και στο

χώρο της Αριστεράς, ιστορικά η δημοκρατία ή είναι αντιπροσωπευτική ή δεν είναι δημοκρατία.

Δεύτερον, το οποίο επίσης δεν είναι καθόλου αυτονόητο, είναι πως η Αριστερά

οφείλει να προασπίζεται τη σημασία της πολιτικής. Η υπεράσπιση της

αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, του κοινοβουλευτικού συστήματος και της

σημασίας που έχει η ενασχόληση με την πολιτική, είναι τρεις πολύ κρίσιμες και

ζωτικές αριστερές υποθέσεις.

ΤΟ τρίτο σημείο είναι η σχέση της Αριστεράς με αυτό που λέγεται κράτος

δικαίου, δηλαδή με αυτό που λέγεται πολιτικός φιλελευθερισμός, του οποίου

είμαστε ιστορικοί και ιδεολογικοί διάδοχοι, και ο οποίος δεν έχει φυσικά καμία

σχέση με αυτό που λέγεται οικονομικός νεοφιλελευθερισμός. Πράγμα που σημαίνει

ότι η Αριστερά είναι ο ενεργός υπερασπιστής των κοινωνικών και πολιτικών

δικαιωμάτων τόσο του κλασικού όσο και του νεωτερικού τύπου.


Είναι δηλαδή μια Αριστερά βαθύτατα πλουραλιστική. Μια Αριστερά πιστή στη

σημασία του κοινωνικού κράτους.

Επίσης, η Αριστερά έχει συνείδηση της εθνικής ταυτότητας, δηλαδή γνωρίζει πάρα

πολύ καλά ότι ο πατριωτισμός ταυτίζεται με τη συνείδηση της ιστορίας, με την

αίσθηση ιστορικότητας. Που σημαίνει ότι γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά ότι

οτιδήποτε κάνουμε παραπέμπει στο παρελθόν και προδιαγράφει το μέλλον. Άρα

έχουμε μια συνείδηση της συνέχειας και της ασυνέχειας του ιστορικού χρόνου.

Δεν κινούμαστε μέσα σε κενό ιστορικού αέρος.

ΚΑΙ το τέταρτο σημείο του αστερισμού αυτού των ιδεών μας, είναι βεβαίως η

ευρωπαϊκή μας διάσταση, δηλαδή η βαθιά πεποίθησή μας ότι οτιδήποτε κάνουμε

πρέπει να παραπέμπει στη διαμόρφωση ευρωπαϊκών συσχετισμών. Γιατί αν δεν

καταφέρουμε να ξεπεράσουμε το ιδεολογικό και πολιτικό έλλειμμα της Ευρωπαϊκής

Ένωσης, τότε είμαστε καταδικασμένοι σε μια διαχειριστική προσέγγιση της

πολιτικής, η οποία εκτελωνίζεται με πάρα πολύ μεγάλη ευκολία. Άλλωστε, δεν

χρειάζεται καν εκτελωνισμός λόγω της ενιαίας αγοράς, όχι μόνο αγαθών και

υπηρεσιών αλλά βεβαίως και κάποιων πολιτικών συμπεριφορών. Άρα πρέπει η δράση

μας και ο σχεδιασμός μας να παραπέμπουν σ’ ένα επίπεδο ευρωπαϊκών συσχετισμών

που είναι εξαιρετικά δυσμενείς. Και είναι εξαιρετικά δυσμενείς, παρότι

αριθμητικά οι συσχετισμοί φαίνονται να είναι ευνοϊκοί: υπάρχει ένα βαθύτατο

πρόβλημα ιδεολογικής κρίσης, δηλαδή, κρίσης πολιτικής αυτοσυνειδησίας της

ευρωπαϊκής Αριστεράς. Και σ’ αυτό ο δρόμος μας είναι εξαιρετικά μοναχικός και

πολύ δύσκολος.

Εάν όλα αυτά που λέω αληθεύουν, τότε οτιδήποτε κάνουμε χρειάζεται μια βάση

ιστορική αλλά και μια βάση ηθική, όχι ηθικολογική. Δεν αρκεί η επίκληση ενός

νέου ουμανισμού. Χρειάζονται κάποιες θεωρητικές και διανοητικές προϋποθέσεις.

Και το λέω αυτό, γιατί ιστορικά πολλές φορές η Αριστερά έχασε το παιχνίδι,

ηττήθηκε επειδή δεν είχε διαμορφώσει τις θεωρητικές και διανοητικές

προϋποθέσεις για να χειρισθεί κρισιμότατα ζητήματα με τα οποία διασταυρώθηκε.

ΣΑΣ δίνω δύο παραδείγματα. Η Αριστερά εκ καταγωγής είχε πάντοτε μία έλλειψη.

Δεν υπήρχε ­ και έκανε πολλά χρόνια να συγκροτηθεί ­ μια αριστερή θεωρία για

το κράτος, για την πολιτική, για την εξουσία. Η έλλειψη αυτών των θεωρητικών

και διανοητικών προϋποθέσεων οδήγησε και στην τεράστια ιστορική παρέκκλιση του

σταλινισμού, οδήγησε δηλαδή ουσιαστικά σε μια ιδεολογική υπονόμευση της

Αριστεράς συνολικά. Γιατί η συντήρηση είναι μια φυσική ροπή. Το να είναι

κανείς συντηρητικός, ουσιαστικά παραπέμπει σ’ ένα φυσικό σύστημα. Η Αριστερά

είναι, αντιθέτως, μια πολιτιστική επεξεργασία. Η Αριστερά είναι ανακοπή και

ανατροπή μιας φυσικής ροπής. Άρα χρειάζεται πολύ μεγαλύτερες ιδεολογικές,

θεωρητικές, ιστορικές και διανοητικές προϋποθέσεις.

Το πιο σύγχρονο παράδειγμα είναι η δραματική αγκύλωση, η μονοτυπία, ο

μονόδρομος της οικονομικής σκέψης της Αριστρεράς, η οποία πολλές φορές

υπαγορεύεται από στερεότυπα τα οποία δεν είναι επιστημονικού αλλά

δημοσιογραφικού χαρακτήρα και δεν βασίζονται σε έρευνα του πεδίου αλλά σε μια

ανακύκλωση παραδοχών. Δηλαδή, δεν σκεπτόμαστε επί τη βάσει της

πραγματικότητας, αλλά επί τη βάσει προηγούμενων θεωρητικών περιγραφών και

εκτιμήσεων της πραγματικότητας, χωρίς να ελέγχουμε τα πραγματολογικά δεδομένα.

Και τώρα, ενώ κινδυνεύαμε παλαιότερα από μια έλλειψη θεωρίας για την πολιτική,

το κράτος και την εξουσία, κινδυνεύουμε από την έλλειψη μιας αριστερής θεωρίας

για την οικονομία. Πρέπει συνεπώς να καταρρίψουμε τα στερεότυπα, πρέπει να

είμαστε επιφυλακτικοί, πρέπει να δημιουργήσουμε αυτή την κρίσιμη διανοητική μάζα.

Αν αυτά που λέω αληθεύουν, πρέπει να τα δοκιμάσουμε στο πεδίο μιας έννοιας, η

οποία μας απασχολεί εδώ και πάρα πολύ καιρό. Μια έννοια που κάτι σημαίνει,

αλλά τείνει να συκοφαντηθεί καθώς ορισμένοι αυτόκλητοι θέλουν να την

μετατρέψουν από πολιτική έννοια σε συγκυριακό χειρισμό. Και αναφέρομαι φυσικά

στην Κεντροαριστερά.

Τι είναι Κεντροαριστερά; Η Κεντροαριστερά είναι κατ’ αρχάς για τη χώρα μας,

μια ιστορική παραπομπή. Παραπέμπει στην ιστορική αφετηρία του ΠΑΣΟΚ στις αρχές

της δεκαετίας του ’60. Είναι, δεύτερον, μια διπλή δήλωση. Είναι μια δήλωση

μετριοπάθειας τής τότε παραδοσιακής κομμουνιστικής Αριστεράς και μία δήλωση

ριζοσπαστισμού των κεντρώων δυνάμεων της ίδιας εποχής. Και βεβαίως υποδηλώνει

μια ευρύτητα. Το κεντροαριστερό είναι μετωπικό, είναι πολυσυλλεκτικό, είναι

πλειοψηφικό. Αυτά είναι τα γενετικά θα έλεγα πλεονεκτήματα του ΠΑΣΟΚ.

Πλεονεκτήματα, που δεν έχουν άλλα σοσιαλιστικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα

στην Ευρώπη, γιατί δεν έχουν αυτή την ιστορική σχέση όχι με τον κεντρώο χώρο

με την παλιά έννοια του όρου, αλλά με τον μεσαίο χώρο, αυτόν που αναδεικνύει

δηλαδή τις πλειοψηφίες. Που δεν είναι ­ όπως θα μπορούσε ­ ο χώρος μιας

γενικευμένης αμηχανίας, αλλά είναι ο χώρος που μπορεί να δημιουργήσει

πολιτικές δυναμικές.

Γιατί η Αριστερά, εάν πράγματι έχει συνείδηση του εαυτού της, πρέπει να

συγκεντρώνει και να συμπυκνώνει όλα αυτά τα ιστορικά στοιχεία και να τα

μετατρέπει σε πλεονεκτήματα. Πρέπει να συμπυκνώνει τα στοιχεία της

μετριοπάθειας, του ριζοσπαστισμού, της πλειοψηφικότητας και της ιστορικής μνήμης.

ΤΟ λέω αυτό διότι αριστερό είναι κάτι το εναγώνιο στις μέρες μας. Αριστερά

σημαίνει μια διαρκής ιδεολογική, ηθική και πολιτική αγωνία για το πώς απαντάμε

σε ορισμένα ερωτήματα με τρόπο διαφορετικό. Και αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο,

γιατί τα διαχειριστικά προβλήματα οξύνονται, η κοινωνική διαστρωμάτωση γίνεται

εξαιρετικά πολύπλοκη και αντιφατική και οι πολιτικές συνθέσεις είναι δύσκολο

να επιτευχθούν. Ο ρόλος, δε, του πολιτικού κόμματος και ιδίως του αριστερού

πολιτικού κόμματος είναι να κάνει μεγάλες πολιτικές συναιρέσεις, συνθέσεις,

επιμέρους αντιτιθεμένων συμφερόντων. Να μετατρέπει δηλαδή μια συνδικαλιστική,

με την καλή έννοια του όρου και διεκδικητική προσέγγιση της πολιτικής σε μια

συγκροτημένη πρόταση άσκησης εξουσίας.

Και βεβαίως τα ερωτήματα γίνονται αμείλικτα όταν εισερχόμαστε στη διακεκαυμένη

ζώνη της απασχόλησης, του παγκόσμιου καταμερισμού κ.λπ. Διότι όλα αυτά που

λέμε είναι καλά, αλλά πρέπει κάθε φορά να γίνονται συγκεκριμένα και

χειροπιαστά απέναντι σε ερωτήματα του είδους ποια είναι η αριστερή εκδοχή για

τις μακροοικονομικές ισορροπίες, ποια είναι η αριστερή εκδοχή για το δημόσιο

χρέος, ποια είναι η αριστερή εκδοχή για το περιβάλλον, για τους θεσμούς, για

την αναθεώρηση του Συντάγματος, ποια είναι η αριστερή εκδοχή για την

εκπαίδευση, για τον πολιτισμό.

ΚΑΜΙΑ όμως διαχειριστική επάρκεια, καμία καθημερινή πολιτική νίκη, καμία

επιτυχής αντιπαράθεση με τη συγκυρία που πρέπει να την τέμνουμε, δεν μπορεί να

υποκαταστήσει την κοινωνική μας αντιπροσωπευτικότητα και την ιδεολογική μας

αναφορά. Πρέπει να έχουμε ιδεολογική ταυτότητα και συνείδηση της ταυτότητας

αυτής, όχι ως άλλοθι για μια πολιτική και διαχειριστική ανεπάρκεια, αλλά ως

εφαλτήριο για να κάνουμε επιτυχείς χειρισμούς στο πεδίο της καθημερινής

πολιτικής, δηλαδή στο πεδίο της κοινωνικής πρακτικής. Αυτό είναι άλλωστε η

σύγχρονη Αριστερά. Είναι η ιδεολογικά ενσυνείδητη κοινωνική και πολιτική

πρακτική. Σημ. των «ΝΕΩΝ»: Το άρθρο αυτό του υπουργού Πολιτισμού στηρίζεται

στην ομιλία του στην τελευταία διάσκεψη που οργάνωσε το ΠΑΣΟΚ.