ΚΑΤΑ την τελευταία εικοσαετία, διάχυτη είναι και καθημερινώς εντονότερη

εκδηλώνεται η δυσαρέσκεια και η δυσπιστία του λαού έναντι των βουλευτών, γιατί

κοινή είναι η διαπίστωση ότι δεν ανταποκρίνονται στη σπουδαία αποστολή τους.

Και αυτό συμβαίνει είτε λόγω της ανικανότητας των εκλεγομένων είτε εξαιτίας

της αδιαφορίας τους για τα καθήκοντά τους. Θλιβερό είναι το φαινόμενο των

κενών εδράνων της Βουλής όταν συζητούνται σοβαρά θέματα, που αφορούν τη ζωή

και το μέλλον του τόπου και του λαού, όπως είναι π.χ. ο προϋπολογισμός του κράτους.

ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΡΟΒΟΛΗ

Δυστυχώς, οι βουλευτές μας σήμερα ­ με ελάχιστες δυσεύρετες εξαιρέσεις ­

εξαντλούν τη δραστηριότητά τους στη μονοσήμαντη και θα έλεγα μονομανή επιδίωξη

της ατομικής τους προβολής, με βασικό στόχο την υπουργοποίησή τους στον

συντομότερο δυνατό χρόνο. Και παλαιότερα, βέβαια, οι βουλευτές είχαν τη θεμιτή

φιλοδοξία να μετάσχουν κάποτε στην κυβέρνηση. Για να ικανοποιήσουν όμως αυτή

την επιθυμία τους, αγωνίζονταν προηγουμένως να διακριθούν στη Βουλή κατά την

άσκηση των κοινοβουλευτικών τους καθηκόντων ως ενεργών και παραγωγικών μελών

του Κοινοβουλίου. Τώρα, αυτή την ευγενική άμιλλα διακρίσεως, την έχει

υποκαταστήσει η προσπάθεια είτε για την εντυπωσιακή εμφάνισή τους στα μέσα

ενημερώσεως είτε για την απόσπαση της εύνοιας του προέδρου του κόμματος και

του στενού περιβάλλοντός του. Και όταν βλέπουν ότι η τακτική αυτή δεν αποδίδει

τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, οι βουλευτές μετέρχονται τη μέθοδο της απειλής

καταψηφίσεως κάποιου νομοσχεδίου και της πρόσκαιρης διαφοροποιήσεως από την

επίσημη κυβερνητική πολιτική, για εκφοβισμό της ηγεσίας. Σε αρκετές

περιπτώσεις η μέθοδος αποδεικνύεται αποδοτική, με αποτέλεσμα να

υπουργοποιούνται, στις ημέρες μας, βουλευτές με ανύπαρκτη παρουσία και

μηδενικό έργο στη Βουλή, οι περισσότεροι από τους οποίους σημειώνουν παταγώδη

αποτυχία ως υπουργοί.

ΤΑ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ

Το κύριο βάρος των αιτίων για το κατάντημα αυτό, νομίζω ότι το φέρουν τα έως

τώρα εφαρμοζόμενα στη χώρα μας εκλογικά συστήματα και ιδιαίτερα εκείνο του

σταυρού προτιμήσεως. Ο σταυρός ευνοεί την εκλογή των υποψηφίων που διαθέτουν

ισχυρά οικονομικά μέσα για προσωπική προπαγάνδα και προβολή ­ υποψηφίων που

τις περισσότερες φορές δεν είναι βέβαια και οι ικανότεροι ­ και συγχρόνως

αποθαρρύνει διακεκριμένες προσωπικότητες να αναμειχθούν στα κοινά, ενώ

παράλληλα, με τις διενέξεις μεταξύ των υποψηφίων του ιδίου κόμματος,

αποδυναμώνει την κομματική συνοχή και ισχύ. Ακόμη πιο έντονα εμφανίζονται τα

μειονεκτήματα του σταυρού προτιμήσεως στις περιπτώσεις της μονοσταυρίας, γιατί

ενισχύουν την επιδίωξη των πολιτευομένων να διευρύνουν την εκλογική τους

πελατεία με προσωπικές εκδουλεύσεις, όχι πάντοτε θεμιτές. Γενικότερα, η πείρα

έχει αποδείξει ότι το σύστημα αυτό παρασύρει τους υποψηφίους σε μειωτικές

επιδιώξεις και ενέργειες, αφού, σε ορισμένες περιπτώσεις, επιδιώκοντας να

αποσπάσουν ψήφους από οπουδήποτε μπορέσουν, απευθύνονται σε εκλογείς που είτε

προσδοκούν ικανοποίηση αιτημάτων τους ­ εκ των πραγμάτων πάντως ανέφικτη ­

είτε είναι δυσαρεστημένοι από κυβερνητικές αποφάσεις εναντίον των οποίων

διαμαρτύρονται, μολονότι προφανής είναι η ορθότητα και η χρησιμότητα αυτών των

αποφάσεων για το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο και τον τόπο.

ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΩΝ ΣΠΑΤΩΝ

Οι παλαιοημερολογίτες, παλαιότερα, και το αεροδρόμιο των Σπάτων, πρόσφατα,

αποτελούν ενδεικτικά χαρακτηριστικά παραδείγματα, που επιβεβαιώνουν του λόγου

το αληθές. Οι πολιτικοί που υιοθετούσαν τα αιτήματα των παλαιοημερολογιτών δεν

πίστευαν, βέβαια, στο παλαιό ημερολόγιο και γνώριζαν πολύ καλά ότι η επαναφορά

του αποκλειόταν. Προκειμένου όμως να επιτύχουν την εκλογή τους, προσποιούνταν

τους ένθερμους υποστηρικτές του και υπόσχονταν την ικανοποίηση των επιθυμιών

αυτής της κατηγορίας ψηφοφόρων, ενεργώντας παρά τις αρχές και τις πεποιθήσεις

τους, εν γνώσει τους ότι αυτό είναι και ανήθικο και ανέντιμο. Εξάλλου, εκείνοι

που διεκδικούσαν την ψήφο των διαμαρτυρομένων Σπαταναίων, παρίσταναν τάχα τους

συμπαραστάτες τους στον «δίκαιο» αγώνα τους, κατά βάθος όμως θεωρούσαν ορθή

την απόφαση της κυβερνήσεως και επωφελή την κατασκευή του αεροδρομίου, γι’

αυτό και ήταν έτοιμοι να ξεχάσουν τις υποσχέσεις τους προς τους

διαμαρτυρομένους την επομένη των εκλογών, όπως και πράγματι έγινε. Σήμερα

διατυπώνονται αλληλοκατηγορίες μεταξύ κυβερνήσεως και αντιπολιτεύσεως για τις

ευθύνες καθυστερήσεως του ζωτικού αυτού έργου, που έπρεπε να είχε περατωθεί

εδώ και αρκετά χρόνια. Ιδού τα αποτελέσματα του σταυρού προτιμήσεως, το κυνήγι

του οποίου, εκτός της ανηθικότητας και ανεντιμότητάς του, αποβαίνει και εθνικά ζημιογόνο.

ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΝΕΡΓΕΙΕΣ

Δύο άλλες αρνητικές παρενέργειες του συστήματος αυτού είναι το απροσδόκητο της

εκλογής, σε ορισμένες περιπτώσεις, άσημων υποψηφίων ­ για την οποία

εκπλήσσονται και οι ίδιοι ­ καθώς και το χαμηλό επίπεδο στο οποίο το σύστημα

παρασύρει τους βουλευτές. Τους άσημους τούς εκλέγει ουσιαστικά ο πλειοψηφήσας

ικανός και δημοφιλής υποψήφιος, πράγμα που καθιστά τελικά άδικο το εκλογικό

αποτέλεσμα, γιατί άλλοι, αποδεδειγμένα άξιοι και ικανοί υποψήφιοι,

πολιτευόμενοι με άλλον συνδυασμό, ενώ συγκεντρώνουν ακόμη και διπλάσιο αριθμό

ψήφων έναντι των εκλεγομένων, εντούτοις αποτυγχάνουν και μένουν εκτός Κοινοβουλίου.

Για τη θεραπεία του κακού, επιχειρήθηκε το 1985 η καθιέρωση του συστήματος της

λίστας. Η καινοτομία όμως αυτή δεν απέδωσε, γιατί τελικά χρίστηκαν βουλευτές

όσοι είχαν την προσωπική εύνοια του προέδρου του κόμματος ή ανήκαν στο

περιβάλλον του ή συνδέονταν στενά με ηγετικά κομματικά στελέχη.

Η ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΟΥ

Εισάγοντας την παντοδυναμία του αρχηγού και την πλήρη υποταγή των βουλευτών

στην ηγεσία του κόμματος, το σύστημα της λίστας, αντί να επιλύσει, επιδείνωσε

το πρόβλημα. Οι βουλευτές, για να μπορέσουν να επιτελέσουν τα καθήκοντά τους

και να εκπληρώσουν την αποστολή που προβλέπει το Σύνταγμα και τους αναθέτει ο

λαός, δεν πρέπει να είναι αιχμάλωτοι ούτε του προέδρου του κόμματος ούτε του

περιβάλλοντός του, ούτε των κομματικών οργανώσεων. Ως αντιπρόσωποι του λαού,

οφείλουν να έχουν πάντοτε την καλώς νοούμενη ανεξαρτησία και ελευθερία γνώμης,

όπως επιτάσσει το άρθρο 60 παράγραφος 1 του Συντάγματος. Και θα ήθελα στο

σημείο αυτό να υπογραμμίσω ότι η άποψη που διατύπωσε σε πρόσφατη επιστολή της

η γενική γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος κυρία Α. Παπαρήγα, ότι

η λίστα αποτελεί τον ενδεδειγμένο τρόπο εκλογής βουλευτών, είναι λανθασμένη.

Γιατί το σύστημα αυτό, όπως προανέφερα, καταργεί ουσιαστικά το «απεριόριστο

δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση», το οποίο παρέχει το ανωτέρω

άρθρο του Συντάγματος στους βουλευτές. Από τα προεκτεθέντα, σαφώς προκύπτει

ότι τόσο ο σταυρός προτιμήσεως όσο και η λίστα είναι συστήματα άδικα και

ανήθικα. Και, πάντως, η μακρόχρονη εφαρμογή τους έχει αποδείξει ότι, με τα

πολλά και σοβαρά μειονεκτήματά τους, δεν έχουν ούτε τη δυνατότητα ούτε την

πιθανότητα να συμβάλουν στη βελτίωση των πραγμάτων.

ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Ήταν και εξακολουθεί να είναι πεποίθησή μου ­ το υπαινίχθηκα εν παρόδω και

προηγουμένως ­ ότι, ένα εύστοχο και άρτιο, αξιόπιστο και αδιάβλητο εκλογικό

σύστημα, όχι μόνο διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στην ομαλή λειτουργία του

δημοκρατικού πολιτεύματος, αλλά συμβάλλει αποφασιστικά και στην εξυγίανση και

αναβάθμιση της πολιτικής μας ζωής, καθώς εξασφαλίζει τις βασικές προϋποθέσεις

για την άνοδο του ποιοτικού επιπέδου και του κύρους των εκπροσώπων του λαού

και του Κοινοβουλίου, της εκάστοτε κυβερνήσεως και της αντιπολιτεύσεως στο

σύνολό της.

Η πεποίθησή μου αυτή, σε συνδυασμό πάντοτε με την αγωνία μου για το μέλλον του

τόπου μας, με οδήγησε στην κατάρτιση και παρουσίαση, τον περασμένο Νοέμβριο,

ολοκληρωμένης προτάσεως για την καθιέρωση του εκλογικού συστήματος του

σφαιριδίου, φυσικά χωρίς κάλπες και σφαιρίδια, αλλά εκσυγχρονισμένου με τα

μέσα της σύγχρονης τεχνικής επιστήμης, τα οποία θα δίνουν απόλυτα ακριβή και

ταχύτατα αποτελέσματα.

Με το σύστημα αυτό, ο ψηφοφόρος θα μπορεί να επιλέγει υποψηφίους διαφόρων

κομμάτων, χωρίς να δεσμεύεται από τον αριθμό των εδρών στην περιφέρειά του. Σε

μια περιφέρεια 3 εδρών, λόγου χάρη, θα μπορεί να ψηφίζει και τους 3 υποψηφίους

του κόμματος, το οποίο προτιμά και έναν ακόμη υποψήφιο κάποιου άλλου κόμματος

ή ανεξαρτήτους, τους οποίους εκτιμά και θεωρεί ότι η παρουσία τους στη Βουλή

θα είναι χρήσιμη. Επίσης, θα μπορεί να περιορίζει την επιλογή του σε δύο ή και

σε έναν ακόμη υποψηφίους και να αγνοεί όλους τους άλλους, γιατί δεν θα τους

θεωρεί ικανούς. Με τον τρόπο αυτό, ο ψηφοφόρος δεν περιορίζει την επιλογή του

μόνο στους υποψηφίους του κόμματος στο οποίο ανήκει, αλλά έχει τη δυνατότητα

να ψηφίζει και υποψηφίους αντίπαλων κομμάτων, καθώς, βέβαια, και ανεξαρτήτους.

Εκλέγονται οι κατά σειρά πλειοψηφούντες, ανεξαρτήτως κόμματος, ισάριθμοι

φυσικά με τις έδρες κάθε περιφέρειας.