Την ενίσχυση των επενδύσεων στο χώρο των τηλεπικοινωνιών, προκειμένου να δημιουργηθούν περισσότερες θέσεις εργασίας, ζήτησε την Τετάρτη από τους επικεφαλής των τριών εταιριών κινητής τηλεφωνίας ο αναπληρωτής υπουργός Μεταφορών και Δικτύων, Χρήστος Σπίρτζης.

Στη συνάντηση που είχαν στο υπουργείο Μεταφορών, ο κ. Σπίρτζης αναφέρθηκε στην ανάγκη λήψης κοινών πρωτοβουλιών, οι οποίες θα ανακουφίσουν τους πολίτες στη διάρκεια της παρατεταμένης περιόδου οικονομικής κρίσης και θα δώσουν ευκαιρίες εργασίας.
Στη συνάντηση παραβρέθηκαν ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου ΟΤΕ, Μιχάλης Τσαμάζ, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Vodafone Ελλάδας, Γλαύκος Περσιάνης, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Wind, Νάσος Ζαρκαλής και ο γενικός διευθυντής της Ένωσης Εταιριών Κινητής Τηλεφωνίας (ΕΕΚΤ), Γιώργος Στεφανόπουλος.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι επικεφαλής των τριών εταιριών κινητής τηλεφωνίας επεσήμαναν στον κ. Σπίρτζη ότι θα συνεχίσουν τις επενδύσεις στον κλάδο, ενώ ζήτησαν την άρση ορισμένων γραφειοκρατικών εμποδίων που αποτελούν ανασχετικό παράγοντα γι΄αυτές.
Υπενθύμισαν, ακόμα ότι εν μέσω της συνεχιζόμενης ύφεσης, μόνο το 2014 ο κλάδος επένδυσε για υποδομές 309 εκατομμύρια ευρώ και επιπλέον 381 εκατομμύρια για την απόκτηση αδειών χρήσης φάσματος.
Οι τρεις εκπρόσωποι του κλάδου της κινητής τηλεφωνίας ζήτησαν την άρση των εμποδίων για την περαιτέρω ανάπτυξη των εταιριών. Τα σημαντικότερα από τα εμπόδια που παρέθεσαν στον κ. Σπίρτζη, είναι οι καθυστερήσεις στην αδειοδότηση των σταθμών βάσης (κεραιών), κάτι που όπως τόνισαν μεταφράζεται σε απώλεια επενδύσεων, καθώς, όπως καταδεικνύεται και σε πρόσφατη μελέτη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, δεν τηρείται το χρονοδιάγραμμα του τετραμήνου για την έκδοση μιας άδειας από τις δημόσιες υπηρεσίες.

Υπολογίζεται ότι υπάρχουν ήδη 4.500 εκκρεμείς αιτήσεις για ισάριθμες κεραίες και αναμένονται άλλες 6.000 με 7.000 νέες αιτήσεις για την αναβάθμιση υφιστάμενων κεραιών σε LTE, ενώ ο ρυθμός με τον οποίο διεκπεραιώνονται δεν ξεπερνά τις 700 ετησίως!

Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα κατέχει τη δεύτερη θέση στην Ευρώπη των 28 στη φορολόγηση των υπηρεσιών κινητών επικοινωνιών, με το 38% του κόστους ενός λογαριασμού να αποτελεί φορολογικές επιβαρύνσεις. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, όπως έχουν επισημάνει οι επικεφαλής των εταιριών, να μη φτάνουν στον τελικό καταναλωτή όλα τα οφέλη από τις αλλεπάλληλες μειώσεις των τιμολογίων τα τελευταία χρόνια.