Στα τυφλά συνεχίζει να λειτουργεί δύο χρόνια μετά την ψήφιση του νόμου για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου, το σύστημα εισροών – εκροών στα καύσιμα. Μόνο 500 σε σύνολο 2.200 πρατηρίων που έχουν εγγραφεί πανελλαδικά στο Μητρώο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων άρχισαν –και αυτό μόλις πρόσφατα –να αποστέλλουν στοιχεία για τις ποσότητες καυσίμων που αγοράζουν και πωλούν. Οι αιτίες για την καθυστέρηση εντοπίζονται τόσο στην κωλυσιεργία των αρμοδίων να τρέξουν οι διαδικασίες όσο και στην άρνηση μερίδας βενζινοπωλών να προσαρμοστούν.

Παράλληλα πόλεμος ευθυνών μαίνεται μεταξύ συναρμόδιων υπηρεσιών και υπουργείων για το αλαλούμ που επικρατεί σχετικά με την εγκατάσταση σε βυτιοφόρα και πλωτά μέσα (σλέπια) των συστημάτων εντοπισμού θέσης, γνωστών ως GPS, τα οποία κανείς δεν μπορεί με ακρίβεια να πει πότε ακριβώς θα τοποθετηθούν.

Ακριβώς δύο χρόνια μετά την ψήφιση του Ν. 4072 (Απρίλιος 2012), τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν προχθές Τρίτη σε σύσκεψη της ειδικής ομάδας εργασίας που έχει συσταθεί για την πρόοδο της εφαρμογής του (την απαρτίζουν στελέχη από ΓΓΠΣ και υπουργεία Ανάπτυξης, Οικονομικών, Μεταφορών) επιβεβαιώνουν ουσιαστικά το μεγάλο φιάσκο στην καταπολέμηση του λαθρεμπορίου.

Σε σύνολο 2.200 πρατηρίων στις περιοχές όπου ισχύει το μέτρο, δηλαδή σε Αττική, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Πάτρα και Ιωάννινα, τα οποία έχουν εγγραφεί στην υπηρεσία Μητρώου της ΓΓΠΣ, τα 1.700 δεν στέλνουν ακόμη στοιχεία για τις ποσότητες καυσίμων που αγοράζουν και πωλούν, είτε επειδή είχαν εισαγάγει λάθος τα δεδομένα τους (αριθμό δεξαμενών, χωρητικότητες κ.λπ.) είτε επειδή τα δοκιμαστικά τεστ της Γραμματείας για το πώς θα ανταποκριθούν οι servers της ολοκληρώθηκαν μόλις πρόσφατα είτε επειδή κωλυσιεργούν.

Συγκεκριμένα υπάρχει αριθμός 1.500 πρατηριούχων που εισήγαγαν σωστά τα δεδομένα τους, αλλά από αυτούς μόνο 500 έχουν αρχίσει να στέλνουν στοιχεία στο σύστημα με τις αγορές και τις πωλήσεις τους. Επίσης, 700 πρατηριούχοι εισήγαγαν λανθασμένα δεδομένα στο σύστημα και έχουν κληθεί να τα υποβάλουν διορθωμένα.

Τέλος, μερίδα περίπου 30-40 πρατηρίων πανελλαδικά δεν έχουν καν εγγραφεί στο μητρώο της ΓΓΠΣ και συνεχίζουν να «σνομπάρουν» το σύστημα. Η λίστα με αυτούς τους πρατηριούχους θα σταλεί σύντομα στο ΣΔΟΕ, είτε για την επιβολή προστίμου 50.000 ευρώ είτε για να τους αφαιρεθεί η άδεια. Πάντως, παρότι οι διασταυρώσεις είναι λιγοστές, για μικρό αριθμό πρατηριούχων προκύπτει ότι οι ποσότητες αγορών και πωλήσεων δεν… ταυτίζονται μεταξύ τους, γεγονός που έχει χτυπήσει καμπανάκι στους αρμοδίους.

Αφαντα τα GPS. Παράλληλα στον αέρα βρίσκεται το θέμα της τοποθέτησης των συσκευών εντοπισμού θέσης (GPS) σε βυτιοφόρα και πλωτά μέσα (σλέπια), παρότι στο ναυτιλιακό καύσιμο έχει μεταφερθεί πλέον μεγάλο μέρος του λαθρεμπορίου.

Στο θέμα αυτό υπάρχει πλήρης αναντιστοιχία μεταξύ των όσων υποστηρίζουν η Γενική Γραμματεία Πληροφορικών Συστημάτων και το υπουργείο Μεταφορών.

Κύκλοι της ΓΓΠΣ υποστηρίζουν ότι είναι έτοιμα τόσο το Κέντρο Ελέγχου Συστημάτων GPS που θα υποδέχεται τα στοιχεία όσο και οι προδιαγραφές των συσκευών εντοπισμού θέσης ώστε να ταιριάζουν με τις δικές της και ότι το θέμα έχει κολλήσει στην πιστοποίησή τους από το υπουργείο Μεταφορών ότι είναι ασφαλείς.

Το Μεταφορών, από την πλευρά του, υποστηρίζει ότι δεν έχει λάβει ενημέρωση από τη ΓΓΠΣ ότι έχει παραληφθεί το Κέντρο Ελέγχου, κάτι απαραίτητο. Μόλις αυτό συμβεί, τότε σε διάστημα 6-8 μηνών θα διαμορφωθούν οι προδιαγραφές των GPS. Σύμφωνα με κύκλους του υπουργείου, μόλις ενημερωθεί από τη ΓΓΠΣ ότι έγινε η παραλαβή, τότε θα αρχίσει να τρέχει και το προαναφερόμενο χρονοδιάγραμμα.

Χωρίς σήμανση. Τέλος, άγνωστο παραμένει το αν γίνονται έλεγχοι για να διαπιστωθεί κατά πόσο τα περίπου 10.000 βυτιοφόρα και τα 40 σλέπια έχουν συμμορφωθεί με την απόφαση για την τοποθέτηση ειδικής σήμανσης ή συνεχίζουν να μεταφέρουν καύσιμα κυκλοφορώντας «λευκά».

Η απόφαση ότι πρέπει υποχρεωτικά να φέρουν σήμα με το όνομα είτε του κατόχου του καυσίμου είτε του μεταφορέα, προκειμένου να μπορούν να εντοπιστούν από τις διωκτικές Αρχές, δημοσιεύθηκε σε ΦΕΚ τον Δεκέμβριο του 2013 έπειτα από πολύ μεγάλη καθυστέρηση. Ακόμη και σήμερα, ωστόσο, τους δρόμους κυκλοφορούν πολλά «λευκά» βυτιοφόρα.