Πάμε τώρα στο νέο βιβλίο σας. Στον «Δημόσιο καιρό» διέκρινα το «φάσμα» του τέλους…

Αθελά σας με… δυσφημείτε. Δεν προσέξατε ίσως ότι εγώ συνηθίζω να προτάσσω αυτό που έπεται, σαν να είναι αυτό η αρχή και να επακολουθεί αυτό που προηγήθηκε, λες και έτσι το γλιτώνει το τέλος. Αναρωτιέμαι: από το πόσο δεμένη είμαι με το τέλος –όπως και δεμένοι είμαστε –δεν προκύπτει το πόσο δεμένη είμαι με τη ζωή; –όπως και είμαστε όλοι; Αυτό πάντως επιδίωξα να κυριαρχήσει. Δεν ξορκίζω το τέλος ούτε το γιορτάζω. Παλικαριά τού πουλάω. Μολών λαβέ του παραγγέλνω.

Στο άλλο προσφιλές θέμα σας: έρωτας. Πώς είναι να τον εποπτεύεις από το μπαλκόνι της νοσταλγίας;

Πώς είναι; Είναι κάπως σαν να ακούς ένα ωραίο παλιό τραγούδι, που ενώ το έχεις ξανακούσει δεν θυμάσαι ούτε πότε ούτε τα λόγια ούτε ποιος ο τραγουδιστής. Εχεις ξεχάσει μάλιστα ότι κάνατε ντουέτο: εκείνος πρώτη φωνή εσύ δεύτερη. Οσο για την μουσική, αποκλείεται να την έγραψε εκείνος. Ούτε εσύ. Πιθανόν η ταλαντούχος ψευδαίσθηση.

Η φωτογραφία επίσης πάλι διατρέχει τη νέα δουλειά σας…

Η φωτογραφία; Είναι μεν μια φέτα αλήθειας αλλά πολύ λεπτή, έως διαφανής και ως εκ τούτου καθόλου χορταστική, όπως δεν χορταίνεις με κανένα στιγμιαίο. Οπότε την αλείφεις με ένα παχύ στρώμα ψέμα. Αφθονεί. Με τον ίδιο τρόπο τρέφεται και συντηρείται και η ανάμνηση.

Και τι είναι ακριβώς η ανάμνηση;

Είναι η προετοιμασία, η μέθοδος για να ξεχάσεις.

Τελειώνοντας, σε ό,τι έχετε πετύχει έως τώρα τι θα σας ευχαριστούσε να προστεθεί;

Θα ήθελα να είμαι συνομήλικη με το αιώνιο. Κάτι σαν Αμφίπολη ας πούμε. Μάλλον λιγουρεύομαι ανασκαφή. Μήπως ευρεθώ (γελάει)…