Η σεισμική έξαρση που παρατηρείται κυρίως από τις 24 Ιανουαρίου στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Σαντορίνης και Αμοργού είναι πρωτόγνωρη στη σύγχρονη ζωή της χώρας από επιστημονική, επιχειρησιακή και κοινωνική άποψη. Πρώτα από όλα είναι το γεγονός ότι η σεισμική δράση εξελίσσεται σε μια εμβληματική περιοχή, η οποία αποτελεί παγκόσμιο τουριστικό προορισμό. Η Σαντορίνη συγκεντρώνει όχι μόνο το μοναδικό ηφαιστειακό τοπίο αλλά και ξεχωριστές αρχαιότητες, όπως η προϊστορική πόλη στο Ακρωτήρι που θάφτηκε κάτω από παχύτατα στρώματα ηφαιστειακών υλικών εξαιτίας της γιγάντιας έκρηξης της Υστερης Εποχής του Χαλκού κατά τον 17ο αιώνα π.Χ. Τα ηφαιστειακά κέντρα της Νέας Καμένης στην Καλδέρα της Σαντορίνης και του Κολούμπου έξω από την Καλδέρα είναι σε «ύπνωση» αλλά ενεργά, αποτελώντας εστίες σημαντικών γεωκινδύνων, που προκύπτουν από τις ηφαιστειακές εκρήξεις, τους σεισμούς και τα τσουνάμι. Ακόμη, στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν μεγάλα ενεργά σεισμικά ρήγματα που δεν έχουν άμεση σχέση με την ηφαιστειότητα. Σε ένα από αυτά, εντός της υποθαλάσσιας τεκτονικής τάφρου που ορίζεται από τα νησιά Αμοργός – Σαντορίνη – Ανάφη – Αστυπάλαια έγινε ο μεγαλύτερος σεισμός των τελευταίων 150 ετών στην Ελλάδα. Είχε μέγεθος 7,7 και προκάλεσε καταστροφές και θύματα στα νησιά. Το μεγάλο τσουνάμι ύψους 15 μέτρων που δημιουργήθηκε συμπλήρωσε το καταστροφικό έργο του σεισμού.


Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ