Τα αποτελέσματα του διαγωνισμού PISA είναι, το λιγότερο, απογοητευτικά για τη χώρα μας. Οι έλληνες μαθητές κατέγραψαν αρκετά χαμηλότερες του μέσου όρου επιδόσεις και οι βαθμολογίες τους είναι από τις χειρότερες στην Ευρώπη. Και στις τρεις υπό εξέταση δεξιότητες – κατανόηση κειμένου, μαθηματικά και φυσικές επιστήμες – οι 15χρονοι Ελληνες τα πήγαν χειρότερα από τους συμπατριώτες τους που είχαν λάβει μέρος στον προηγούμενο διαγωνισμό, το 2018.

Τα ευρήματα της αξιολόγησης του ΟΟΣΑ, η οποία έγινε σε εφήβους από 81 χώρες, αποτελούν καμπανάκι κινδύνου για την ελληνική Παιδεία. Η απότομη πτώση των επιδόσεων των μαθητών μας δεν εξέπληξε. Αντιθέτως, ήρθε ως επιβεβαίωση της καθοδικής πορείας που είχε ξεκινήσει από το 2012.

Με δεδομένο ότι ο διαγωνισμός διεξάγεται προκειμένου να συλλεχθούν πληροφορίες για την προετοιμασία που παρέχουν τα εκπαιδευτικά συστήματα, γίνεται εμφανές ότι το επίπεδο της πρωτοβάθμιας και  δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης εδώ δεν είναι ανάλογο με αυτό που οφείλει να έχει ένα προηγμένο ευρωπαϊκό κράτος.

Η Ελλάδα πρέπει να ανησυχήσει διπλά τώρα που προσπαθεί για την ουσιαστική της επάνοδο στο κλαμπ των ισχυρών. Η μόρφωση της νέας γενιάς διαμορφώνει το μέλλον της χώρας. Οχι μεταφορικά, κυριολεκτικά. Μια επανεκκίνηση της Παιδείας σε κάθε της βαθμίδα είναι επιτακτική ανάγκη. Ανεξαρτήτως ιδεολογικού προσανατολισμού όλες οι πολιτικές δυνάμεις δηλώνουν πως η εκπαίδευση είναι μέσο κοινωνικής κινητικότητας. Γι’ αυτό οφείλουν να συμβάλουν όλες στη βελτίωσή της. Το χρωστούν στα παιδιά μας.