Τον προεκλογικό Αύγουστο του 2007 είχε καεί η μισή Πελοπόννησος και η χώρα μετρούσε στην Ηλεία περισσότερους από 60 νεκρούς. Ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής είχε προκηρύξει πρόωρες κάλπες πέντε ημέρες πριν ξεσπάσουν οι πύρινες εστίες και έχει εκμυστηρευθεί ότι εκείνο το δεκαήμερο, στο τέλος Αυγούστου, ήταν η χειρότερη στιγμή της θητείας του. Στη συλλογική μνήμη έχει καταγραφεί η καταστροφή στην Ηλεία, αλλά μερικές εβδομάδες νωρίτερα μια άλλη πυρκαγιά είχε ταρακουνήσει την κυβέρνηση. Για πρώτη φορά στην ιστορία του σύγχρονου ελληνικού κράτους οι φλόγες είχαν καταστρέψει ένα σημαντικό τμήμα του Εθνικού Δρυμού της Πάρνηθας. Οι οιμωγές περιβαλλοντολόγων, οικολογικών σωματείων και περιοίκων κράτησαν ημέρες και η βασική εξήγηση του τότε αρμόδιου υπουργού για την κινητοποίηση του μηχανισμού πυρόσβεσης, Βύρωνα Πολύδωρα, ότι ο βασικός υπεύθυνος ήταν ο «στρατηγός άνεμος» δεν φάνηκε να λύνει τα προβλήματα. Εκείνη η φωτιά ίσως είχε παίξει τον ρόλο της στην απόφαση Καραμανλή για την επίσπευση των εκλογών. Μια πυρκαγιά στις παρυφές και τις πλαγιές της Πάρνηθας ήταν μάλλον συνηθισμένο φαινόμενο – από τη Φυλή στη μία πλευρά έως τα Δερβενοχώρια στην άλλη, σχεδόν κάθε καλοκαίρι ξεπηδούσαν εστίες, είτε από ασυνείδητους είτε από εμπρηστές με πρόγραμμα. Αλλά ο Εθνικός Δρυμός με την ανεκτίμητη βλάστηση και πανίδα, το βασικό φίλτρο για την οξυγόνωση του Λεκανοπεδίου, είχε προστατευθεί ως κόρη οφθαλμού και, θεωρητικώς, ήταν ο καλύτερα προστατευόμενος δασικός πνεύμονας της χώρας. Εκπρόσωποι σωματείων για την προστασία της Πάρνηθας σχολίαζαν τότε ότι «ο Δρυμός δεν είχε καεί ούτε επί τουρκοκρατίας». Μετά το 2007, οι φλόγες ξαναπέρασαν στον Δρυμό της Πάρνηθας το 2021 και αυτή την εβδομάδα.

Διαχρονικά έχει αποδειχθεί ότι οι φλόγες δεν καίνε τις κυβερνήσεις, αλλά η διαχείριση που ακολουθεί πάνω στις στάχτες μπορεί να αφήσει βαθιά εγκαύματα. Το έχουν αντιληφθεί σχεδόν όλες οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις, το αντιλαμβάνονται και σήμερα στο Μαξίμου. Το 2007, πετώντας με τον Μπαρόζο πάνω από τις καμένες περιοχές της Ηλείας, ο Καραμανλής είχε επικεντρωθεί στην κλιματική αλλαγή, προεξοφλώντας ότι η χώρα θα βρεθεί ξανά αντιμέτωπη με αντίστοιχες καταστροφές. Δεκαέξι χρόνια μετά, η κλιματική αλλαγή παραμένει το βασικό άλλοθι, ενώ στον Εβρο καταγράφεται ένα νέο πανευρωπαϊκό ρεκόρ καμένων εκτάσεων. Και το Λεκανοπέδιο θα διαπιστώσει τα επόμενα χρόνια τις επιπτώσεις από τα νέα στρέμματα που χάθηκαν στον Εθνικό Δρυμό της Πάρνηθας.

Το 2007 η καταστροφή συνδέθηκε με την προεκλογική περίοδο και ίσως ενίσχυσε τη συσπείρωση γύρω από την τότε κυβέρνηση που ανανέωσε τη θητεία της. Σήμερα η διαχείριση συνδέεται με μια νέα κυβερνητική αφετηρία. Μετά τον μετεκλογικό πύρινο Ιούλιο και την αυγουστιάτικη ανάπαυλα,  ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσδοκούσε ότι η κυβέρνηση θα αρχίσει να ξεδιπλώνει απερίσπαστη τον σχεδιασμό της. Πριν από το ετήσιο ραντεβού στη ΔΕΘ, η δική του ατζέντα περιελάμβανε τη βαλκανική σύνοδο των Αθηνών, μια στρατηγική συνεργασία με την Ινδία που φιλοδοξεί να μπει στο κλαμπ των υπερδυνάμεων, ακόμη και ένα ξεκάθαρο μήνυμα από τους οίκους αξιολόγησης για την ανάκτηση από τη χώρα της επενδυτικής βαθμίδας. Οι φωτιές είναι ένα παράπλευρο ζήτημα που μουντζουρώνει το γυαλί.

Αν υπάρχει μια αλλαγή στον σχεδιασμό μέσα σε έναν μήνα, δεν έχει να κάνει τόσο με την επιχειρησιακή αντιμετώπιση της κατάστασης, όσο με την εικόνα. Τον περασμένο Ιούλιο όλο το Μαξίμου, προεξάρχοντος του Πρωθυπουργού, είχε μπει μπροστά – τώρα το βάρος της διαχείρισης και επικοινωνιακά φαίνεται να σηκώνει περισσότερο ο Βασίλης Κικίλιας, παράλληλα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο. Ο υπουργός Πολιτικής Προστασίας και Κλιματικής Αλλαγής γνωρίζει ότι βρέθηκε με τα αναμμένα κάρβουνα στα χέρια, όπως αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να βρεθεί στο στόχαστρο της αντιπολίτευσης και όχι μόνον. Σχεδόν αναγκαστικά, η δική του προετοιμασία θα ξεκινήσει από το φθινόπωρο και θα κριθεί τους επόμενους μήνες, ωστόσο η αναζήτηση για κενά, ελλείψεις και παραλείψεις θα ξεκινήσει μόλις σβήσουν και οι τελευταίες φλόγες. Στους πολιτικούς διαδρόμους η συζήτηση περί «διορθωτικών κινήσεων» ήδη καταγράφεται, αλλά ο εντοπισμός αστοχιών προσώρας επικεντρώνεται στην προεκλογική φάση.