Αυτή η πρόσφατη φοβιστική έγχρωμη φωτογραφία τραβηγμένη από ψηλά, που δείχνει το Ημεροβίγλι και τους άλλους οικισμούς να κρέμονται ανησυχητικά στον γκρεμό, και στην ιλιγγιώδη καταβύθιση της καλντέρας της Σαντορίνης, αποτέλεσμα μιας έντονης άναρχης επέκτασης – ανάπτυξης, μου ήρθε και πάλι στον νου, όταν αντίκρισα τις πρώτες φωτογραφίες της έκθεσης της Σάσας Λαδά, ομότιμης καθηγήτριας Αρχιτεκτονικής του ΑΠΘ, τραβηγμένες το καλοκαίρι του 1968.

Μιας έκθεσης που φιλοξενείται από τις 15/07/2023 σε ένα τριώροφο αρχοντικό, στο Κέντρο Φωτογραφίας KASTELANΑ, στο Καστέλι του Πύργου, όπου παρουσιάζεται ένα ανέκδοτο υλικό αρχιτεκτονικών αποτυπώσεων και φωτογραφικής τεκμηρίωσης οικισμών και τοπίων της Σαντορίνης, από το αρχείο της Σάσας Λαδά, που προέκυψε όταν με τους τεταρτοετείς συμφοιτητές της, τον Ανέστη Παπαδάκη και τον Μιχάλη Χατζόπουλο, έρχονται το 1968 στη Σαντορίνη, για να κάνουν την καλοκαιρινή άσκηση του μαθήματος Μορφολογίας Ρυθμολογίας.

Επιλεγμένες φωτογραφίες, σκίτσα και χειροποίητα γραμμικά σχέδια των αποτυπώσεων κτισμάτων και φωτογραφίες που ανατρέχουν στις μακρινές θέες οικισμών και τοπίων της Σαντορίνης του ’60, τραβηγμένες από ψηλά, που επιβεβαιώνουν την αδιατάραχτη έκταση του φυσικού τοπίου. Ενα φωτογραφικό υλικό όπου αποθεώνεται η αρχιτεκτονική της Σαντορίνης στο απαστράπτον φως του Αιγαίου και επιβεβαιώνει το λαϊκό ρητό «Σπίτι όσο χωρείς και κάμπο όσο θωρείς», που ίσχυε μέχρι τότε και αποτελεί και τον τίτλο της έκθεσης.

Ηταν σαφείς τότε οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες και η κυριαρχία της πρωτογενούς παραγωγής έναντι των καθορισμένων ορίων των οικισμών του νησιού, με όλο το οικοσύστημα των κατοικιών που υποστήριζε μια οικιακή οικονομία και ανακύκλωνε τα πάντα.

Οπως διαπίστωνε και ο Παναγιώτης Μιχελής στο βιβλίο του Το ελληνικό λαϊκό σπίτι (1965) «η αρχιτεκτονική της Σαντορίνης είναι μια αρχιτεκτονική που διακρίνεται για την ενότητα του όλου από τη μια μεριά, αλλά από την άλλη και από τον διαφορισμό και την ποικιλία των επιμέρους στοιχείων της. Μια αρχιτεκτονική κατ’ εξοχήν ανώνυμη χωρίς κανένα προγραμματισμό ούτε ενσυνείδητο πάθος εκφράσεως, μιας λειτουργικότητας που υπακούει στην ικανοποίηση με τον λιτότερο τρόπο των αναγκών των κατοίκων, πράγμα απόλυτα φυσικόν μια και το κύριο πρόβλημά τους δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η επιβίωση μέσα σε όλες τις αντίξοες φυσικές και οικονομικές συνθήκες».

Αυτή τη μοναδική αρχιτεκτονική που περιγράφει ο Μιχελής θαύμασαν και κατέγραψαν στο ταξίδι τους με το ατμόπλοιο «Πατρίς ΙΙ», κατά το εν πλω συνέδριό τους, παρουσία του Le Corbusier από 5 έως 8 Αυγούστου 1933, οι διακεκριμένοι σύνεδροι που συμμετείχαν στο 4o Διεθνές Συνέδριο Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής (CIAM). Μια «λαϊκή αρχιτεκτονική» που αποτυπώθηκε στα κείμενα και στις φωτογραφίες τους, και στην ταινία του Λασζλό Μοχόλι – Νάγκι με τίτλο «Architect’s Congress».

Η κρουαζιέρα του 1933 ήταν ουσιαστικά ένα ταξίδι μύησης στην απλότητα και την καθαρότητα πρωταρχικών μορφών που γεννήθηκαν «από ετούτο το φως και ετούτη τη γη», όπως έγραφε ο Siegfried Giedion το 1934.

Το 1968, η Σαντορίνη επούλωνε ακόμη με δυσκολία τις πληγές του καταστροφικού σεισμού του 1956, και επιδείνωσε την ήδη φθίνουσα κατάσταση, οικονομικά και δημογραφικά, που κυριαρχούσε μεταπολεμικά.

Πέρα από τους  νεκρούς και τραυματίες, οι καταστροφές των οικισμών ήταν εκτεταμένες. Ο Καραμανλής έταξε τότε ότι «θα σας βάλω σε 6 μήνες μέσα σε σπίτια» και ανέθεσε στον αρχιτέκτονα και πολεοδόμο Προκόπη Βασιλειάδη, διευθυντή στην Ε2 του υπουργείου Δημοσίων Εργων, να πάρει τα ηνία για την αποκατάσταση των σεισμοπλήκτων.

Επέλεξε τον αρχιτέκτονα Κωνσταντίνο Δεκαβάλλα με μεταπτυχιακές σπουδές πολεοδομίας σε Αμερική και Αγγλία, ως προϊστάμενο μιας ομάδας νέων αρχιτεκτόνων, που κάποιοι υπηρετούσαν παράλληλα τη στρατιωτική τους θητεία. Βρέθηκαν ξαφνικά στη Σαντορίνη να σχεδιάζουν μια μεγάλης κλίμακας επέμβαση, η οποία και τελικά υλοποιήθηκε άμεσα, μέσα στις δύσκολες συνθήκες μιας μεγάλης καταστροφής, κάτι που δεν έχει συμβεί ξανά σε αυτόν τον τόπο.

Προερχόμενοι από την ίδια τάξη της Σχολής Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ, οι Βασίλης Γρηγοριάδης, Σάββας Κονταράτος, Βασίλης Μπογάκος, Νίκος Σαπουντζής και Γιώργος Ζέρβας, καθώς και οι Παπαγεωργίου Βενετάς και Χρήστος Λεμπέσης που αποχώρησαν νωρίς, συγκρότησαν το «Γραφείο Οικισμού της Σαντορίνης», στο ξενοδοχείο Ατλαντίς, που μόλις είχε αποπερατωθεί το 1956, όπου δούλευαν ακατάπαυστα από της 8 το πρωί μέχρι της 9 το βράδυ.

Το αντικείμενο ήταν η αποκατάσταση των σεισμοπλήκτων με αποτυπώσεις και επισκευές κτιρίων, καθώς και νέες κατοικίες και επεκτάσεις οικισμών. Βασική επιδίωξη ήταν η τήρηση του αρχιτεκτονικού χαρακτήρα του νησιού στο πλαίσιο του μοντερνισμού. Πραγματοποιήθηκαν παράλληλα και πολεοδομικές μελέτες, για τις μικρές επεκτάσεις των οικισμών, αλλά και για έναν καινούργιο οικισμό, το περιβόητο σήμερα Καμάρι, το οποίο στη συνέχεια επεκτάθηκε άναρχα, στη χαρισματική ανατολική ακτή της Σαντορίνης.

Οπως ομολογεί ο Βασίλης Γρηγοριάδης: Αυτό που νιώθω ακόμα και σήμερα σαν μια δική μου ενοχή, είναι ότι δεν καταφέραμε να οριοθετήσουμε τους οικισμούς και να προστατεύσουμε από ό,τι έγινε στη συνέχεια, ιδιαίτερα στους αγρούς που είναι έξω από την καλντέρα, και φτάνουν ανατολικά και μεσημβρινά προς τη θάλασσα, έτσι ώστε να πάψουν να φυτεύουν τα ντοματάκια και να φυτεύουν μόνο σκελετούς από μπετόν. Ακόμη και οι καλλιεργούμενες εκτάσεις με αμπελώνες για το ασύρτικο της Σαντορίνης, λόγω των αξιών της γης εγκαταλείπονται και μετατρέπονται σε ξενοδοχεία.

Σήμερα όλα άλλαξαν και διαπιστώνουμε ότι στο πλαίσιο μιας ανεξέλεγκτης τουριστικοποίησης, προσπαθώντας να απορροφήσουμε τον συνεχώς αυξανόμενο μεγάλο αριθμό επισκεπτών από όλο τον κόσμο, συνεχίζουμε να καταστρέφουμε ό,τι κληρονομήσαμε.

Να υποβαθμίζουμε το υψηλού επιπέδου τουριστικό προϊόν που διαθέτει αυτός ο τόπος, μετατρέποντας παραδοσιακούς τόπους σε ένα σκηνικό, που καταλήγει να είναι αδιάφορο χάνοντας την αυθεντικότητά του, στο πλαίσιο μιας πολιτικής επιλογής που είναι η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη του τουρισμού και του real estate. Ανάπτυξη και επεκτάσεις που αγνοούν τις αδύνατες διαθέσιμες υποδομές και την προστασία του περιβάλλοντος.

Τα μεγάλα τουριστικά συγκροτήματα, οι μεγαλόπνοες στρατηγικές επενδύσεις, αλλά και τα σύγχρονα νεοελληνικά υπόσκαφα και οι πισίνες για τα οποία τίθεται και θέμα απαγόρευσής τους, αλλοιώνουν την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία του νησιού.

Οι παραδοσιακοί οικισμοί με σαφή όρια στο κυκλαδίτικο τοπίο, σαν αυτούς που επισκέφτηκαν οι σύνεδροι του 1933, έχουν μετατραπεί σε κάποιες πυκνώσεις σε ένα οικιστικό συνεχές, που παραπέμπει στο συνονθύλευμα του λεκανοπεδίου, με ατάκτως ερριμμένα κτίσματα στο πλαίσιο της ανεξέλεγκτης εκτός σχεδίου δόμησης, που κανείς δεν τολμά να  ανατρέψει.

Η Σάσα Λαδά υπενθυμίζει τις αξίες που χάνονται, και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για να συνειδητοποιήσουμε ότι οι περισσότεροι Ελληνες δεν έχουμε πια δυνατότητα πρόσβασης στη διαρκώς επεκτεινόμενη Σαντορίνη.

Και όπως τονίζει και ο Στάθης Καλύβας, η πρόσβαση στην Ελλάδα πρέπει να αποτελέσει ένα προνόμιο, που δεν θα είναι πάντα εύκολο να δοθεί. Χρειάζονται να αναζητηθούν έξυπνες και καινοτόμες λύσεις, προσελκύοντας νέους και δημιουργικούς ανθρώπους για να διατηρήσουμε έστω και στη φάση που ήδη έχει προκληθεί ζημιά, την ποιότητα του τουριστικού μας προϊόντος.

Ο Γιώργος Τριανταφύλλου θα επανέλθει στη σελίδα του, στο φύλλο του Σαββάτου 2 Σεπτεμβρίου 2023