Η περιγραφή της νεκρικής αρμάμαξας του Μεγάλου Αλεξάνδρου από τον ιστορικό του 1ου αιώνα π.Χ. Διόδωρο Σικελιώτη (XVIII, 26-28) είναι τόσο ακριβής στο σύνολο και τις λεπτομέρειες, ώστε είναι αδύνατο να μην έχει αντλήσει ο ίδιος τις πληροφορίες του από προγενέστερες φιλολογικές μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων.

O Αρριδαίος αφιέρωσε σχεδόν δύο χρόνια στην προετοιμασία αυτού του θαυμαστού έργου της νεκρικής αρμάμαξας και μετέφερε τελικά το έτος 321 π.Χ. το σώμα του βασιλιά από τη Βαβυλώνα στην Αίγυπτο.

Ο Πτολεμαίος ο Λάγου, επιθυμώντας να τιμήσει, όπως διατεινόταν, τον νεκρό Αλέξανδρο, έσπευσε να συναντήσει τον Αρριδαίο και την αρμάμαξα με στρατιωτική δύναμη στη Δαμασκό της Συρίας.

Εκεί κατάφερε να πείσει τον Αρριδαίο να του παραδώσει την αρμάμαξα για να τη μεταφέρει όχι στις Αιγές της Μακεδονίας, όπου φαίνεται ότι είχε αποφασίσει να την οδηγήσει ο Περδίκκας, αλλά στην Αίγυπτο, σύμφωνα τουλάχιστον με τον ιστορικό Αρριανό αλλά και τον γεωγράφο Στράβωνα.

Αποφάσισε να ενταφιάσει τον μεγάλο βασιλιά Αλέξανδρο στην πόλη που είχε ιδρύσει ο ίδιος ο Αλέξανδρος, η οποία εξελίχθηκε στην πιο φημισμένη από τις πόλεις της οικουμένης. Εκεί ετοίμασε περίβολο αντάξιο της δόξας του Αλεξάνδρου σε μέγεθος και μορφή.

Τον τίμησε επίσης με θυσίες που απευθύνονται σε ημίθεο και με μεγαλοπρεπείς αγώνες, κερδίζοντας δίκαιη ανταπόδοση όχι μόνο από τους θνητούς ανθρώπους αλλά και από τους θεούς.

Οι θεοί τον έσωσαν άλλωστε απροσδόκητα από τους μεγαλύτερους κινδύνους λόγω του θάρρους του να στρέψει τη νεκρική αρμάμαξα και την πομπή προς την Αλεξάνδρεια, καθώς και λόγω της έντιμης συμπεριφοράς του προς όλους τους εταίρους και συντρόφους του.

Παραδίδεται ότι ο Πτολεμαίος Δ΄ κατασκεύασε ένα μεγαλοπρεπέστερο μαυσωλείο για τον νεκρό Αλέξανδρο, γύρω από το οποίο οικοδομήθηκαν σταδιακά οι τάφοι των Πτολεμαίων. Σύμφωνα με τον Δίωνα Κάσσιο, ο αυτοκράτορας Καρακάλλας επισκέφτηκε το μαυσωλείο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και απέσπασε την ασπίδα καθώς και ένα κύπελλο από τα πολύτιμα αντικείμενα πόσης και βρώσης, αργυρά και χρυσά, που συνόδευαν ως κτερίσματα τον νεκρό βασιλιά.

Ο απόηχος

Με τον τρόπο που η νεκρική άμαξα του Μεγάλου Αλεξάνδρου κατασκευάστηκε και διακοσμήθηκε φάνταζε εντονότερα μεγαλοπρεπής όταν την έβλεπαν παρά όταν την περιέγραφαν. Λόγω της τεράστιας φήμης της συγκέντρωσε και τεράστιο αριθμό θεατών, από κάθε πόλη στην οποία έφτανε ο κινητός αυτός τάφος – ναός με τη σορό του μεγάλου βασιλιά του παντός γνωστού τότε κόσμου, όλος ο λαός πήγαινε να τον συναντήσει και να τον συνοδεύσει ως τα όρια της κάθε πόλης – κράτους, εκφράζοντας έτσι τη μεγάλη του ικανοποίηση και το δέος από τη θέαση της αρμάμαξας και της μεγαλειώδους πομπής.

Η αρμάμαξα συνοδευόταν επίσης από μακεδόνες εταίρους στρατηγούς και πολίτες από τις διάφορες ως άνω πόλεις και από ένα πλήθος οδοιπόρων, καθώς επίσης μηχανικών και στρατιωτικών που είχαν αναλάβει τις επισκευές και τη φύλαξή της.

Πόσο μεγάλη ήταν, αλήθεια, η επίδραση της μεγαλειώδους νεκρικής αρμάμαξας του Μεγάλου Βασιλιά Αλέξανδρου στη μορφή των ταφικών μνημείων που κατασκευάστηκαν για τον ενταφιασμό των γενναίων εταίρων του, όταν αυτοί επέστρεψαν τελικά στην πάτρια γη της Μακεδονίας, γεμάτοι μνήμες, δόξα και περσικό χρυσάφι, και αποφάσισαν να διαιωνίσουν την υστεροφημία τους με λαμπρά ταφικά μνημεία αντάξια της δικής τους συμβολής στην κατάκτηση της Ασίας με επικεφαλής τον θεοποιημένο Αλέξανδρο;

Είναι δεδομένο, κατά τη γνώμη μου, ότι η επίδραση που άσκησε το μεγαλειώδες σύμβολο της νεκρικής αρμάμαξας με τη σορό του Μεγάλου Βασιλιά και η αντίστοιχη πολύμηνη και πολυάνθρωπη πομπή στους πιστούς εταίρους και στρατηγούς του ήταν τεράστια.

O Πέτρος Θέμελης είναι αρχαιολόγος, ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και ανασκαφέας της Αρχαίας Μεσσήνης