Με τα πύρινα μέτωπα να κατακαίνε τα τελευταία εικοσιτετράωρα χιλιάδες στρέμματα δάσους σε όλη τη χώρα, τίθεται για ακόμη μία φορά το ερώτημα γιατί η Δασική Υπηρεσία, αυτή που γνωρίζει όσο κανένας το δάσος και τα «περάσματά» του, δεν συμμετέχει στα επιχειρησιακά σχέδια κατάσβεσης.

Το σοβαρότερο πρόβλημα στις δασικές πυρκαγιές στην Ελλάδα είναι, σύμφωνα με τον δασολόγο – περιβαλλοντολόγο, ειδικό στη διαχείριση οικοσυστημάτων, δρα Λευτέρη Σταματόπουλο, η απουσία μιας ισχυρής δασικής υπηρεσίας που θα είναι αρμόδια να προλάβει αλλά και να έχει τον πρωτεύοντα ρόλο στην περίπτωση που χρειαστεί.

«Το 1998, με τη μεταφορά των αρμοδιοτήτων στην Πυροσβεστική, η Δασική Υπηρεσία «έχασε» και τον ρόλο της πρόληψης, της επιτήρησης και της φύλαξης των δασών.

Η λανθασμένη και αντιεπιστημονική προσέγγιση της «απλής Πυρόσβεσης» στα δάση έχει ως αποτέλεσμα να εγκαταλείπονται τα δάση μόνο στα εναέρια μέσα που ποτέ δεν σβήνουν αλλά απλώς ταπεινώνουν ή επιβραδύνουν μια φωτιά. Ετσι οι δασικές πυρκαγιές τροφοδοτούνται στους δασικούς ορεινούς όγκους που έχουν αφεθεί κυριολεκτικά στην τύχη τους και βέβαια φτάνουν στα χωριά και στις πόλεις ενισχυμένες, οπότε είναι και δύσκολο έως αδύνατον να σβηστούν», εξηγεί στα «ΝΕΑ».

Οπως σημειώνει ο Λ. Σταματόπουλος, οι εξελίξεις στην αλλαγή του κλίματος είναι πολύ πιο γρήγορες από αυτό που περιμέναμε και επομένως και το σύστημα δασοπυρόσβεσης – όπως αυτό έχει δημιουργηθεί από το 1998 – αποδεδειγμένα δεν επαρκεί και πρέπει πια να αναπροσαρμοστεί.

Ο ρόλος του διαχειριστή

«Οταν μιλάμε για πυροπροστασία, πρέπει να κατανοήσουμε ότι αυτή είναι μέρος της δασοπροστασίας και συνολικά η δασοπροστασία είναι μέρος της διαχείρισης δασών. Ο διαχειριστής του δάσους, άλλωστε, ξέρει από πριν και χωρίς άλλη ενημέρωση τα «περάσματα» στο δάσος, ξέρει ποιο τμήμα καίγεται πιο γρήγορα, ποιο θα μπορούσε να θυσιαστεί και ποιο πρέπει οπωσδήποτε να σωθεί. Ξέρει πού μπορεί να γίνουν αντιπυρικές ζώνες και πού μπορούν να σταθούν οι δυνάμεις κατάσβεσης για να πάρουν αναπνοές και πού μπορούν να ανεφοδιαστούν με νερό ακόμα και μέσα στο καιγόμενο δάσος. Το κυριότερο, ξέρει τους δρόμους διαφυγής», προσθέτει.

Κι όμως, ο αποκλεισμός της Δασικής Υπηρεσίας από την κατάσβεση ακόμη και από την πρόληψη των δασικών πυρκαγιών αποτελεί μάλλον παγκόσμια πρωτοτυπία. Αυτό γίνεται εύκολα αντιληπτό, αρκεί κάποιος να αναλογιστεί πως όσον αφορά τις… ξένες δυνάμεις – μεταξύ αυτών από Ρουμανία, Κύπρο, Γαλλία, Πολωνία – που έχουν σπεύσει να συνδράμουν τις υπεράνθρωπες προσπάθειες της Πυροσβεστικής τα τελευταία εικοσιτετράωρα, πίσω στις χώρες τους στις δασικές πυρκαγιές τον πρώτο λόγο στον συντονισμό έχουν οι αντίστοιχες δασικές υπηρεσίες.

Η διαφορά

Αναπόφευκτη είναι, όπως σημειώνει ο Λ. Σταματόπουλος, μια σύγκριση του συστήματος στη χώρα μας με αυτό που ακολουθείται σε άλλο ευρωπαϊκό κράτος και πιο συγκεκριμένα με τη Γαλλία. Βάσει της συγκριτικής μελέτης, στη Γαλλία υπάρχουν 16 εκατομμύρια εκτάρια δάσους, ενώ στην Ελλάδα μόλις 3,3 εκατομμύρια. Το κράτος της Κεντρικής Ευρώπης διαθέτει 64 δημόσια εναέρια μέσα πυρόσβεσης, ενώ η χώρα μας 92, πολλά από τα οποία, όπως εξηγεί ο ερευνητής δασολόγος, τα νοικιάζει η Ελλάδα. Οι δύο χώρες διαθέτουν τον ίδιο περίπου αριθμό πυροσβεστικών οχημάτων, ενώ την ώρα που στη Γαλλία αντιστοιχεί ένας πυροσβέστης ανά 1.644 κατοίκους, στη χώρα μας αντιστοιχεί ένας ανά 453 κατοίκους.

«Παρ’ όλα αυτά, η μέση έκταση των δασών της Γαλλίας που έχουν καεί ετησίως τα τελευταία 10 χρόνια είναι περίπου 160.000 στρέμματα. Στην Ελλάδα; Ο αριθμός αυτός είναι τουλάχιστον τετραπλάσιος.

Ο λόγος της τεράστιας αυτής διαφοράς είναι απλός και ακούει στο όνομα ONF, που δεν είναι άλλο από το Εθνικό Δασικό Γραφείο, την αντίστοιχη δασική υπηρεσία, που απασχολεί 9.500 άτομα, συμπεριλαμβανομένων δασολόγων μηχανικών, δασοπόνων, δασοφυλάκων, διοικητικού και βοηθητικού προσωπικού και εξειδικευμένων ομάδων πυρόσβεσης και που έχει τον πρωταρχικό ρόλο στην κατάσβεση και καταπολέμηση των δασικών πυρκαγιών».

Αυτό που στην πράξη συμβαίνει, υπογραμμίζει ο Λ. Σταματόπουλος, είναι όταν ανιχνεύεται μία δασική πυρκαγιά, η γαλλική Δασική Υπηρεσία είναι αυτή που θα συντονίσει την αντίδραση και θα κινητοποιεί το απαραίτητο προσωπικό και τα μέσα, για να περιορίσει και να σβήσει τη φωτιά. Σε αντίθεση με την Ελλάδα που όλος ο συντονισμός γίνεται από την Πυροσβεστική.