Oι δημοσκοπήσεις για τις εκλογές της περασμένης Κυριακής προέβλεπαν μια διαφορά 6-7 μονάδων ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, που θα επέτρεπε με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στον Κυριάκο Μητσοτάκη να συνεχίσει να κυβερνά, θα παγίωνε όμως και την ύπαρξη δύο κομμάτων εξουσίας, τον περίφημο δικομματισμό. Οπως είναι γνωστό, αυτό δεν συνέβη. Η εκτόξευση της διαφοράς στις 21 μονάδες, εφόσον επιβεβαιωθεί και στις 25 Ιουνίου, δημιουργεί ένα νέο σκηνικό που θα μπορούσε να περιγραφεί ως «ασθενής ή καχεκτικός δικομματισμός». Ή αλλιώς ως «ενάμισι κόμμα».

Με βάση τη θεωρία αυτή, ένα κόμμα κυριαρχεί, και φυσικά κυβερνά, κι ένα άλλο ακολουθεί σε μεγάλη απόσταση, καταδικασμένο στην αιώνια αντιπολίτευση. Ο φόβος αυτός είχε εκφραστεί ήδη από το 2020 από κάποια στελέχη του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά είχε παραμείνει για προφανείς λόγους σε ιδιωτικό επίπεδο. Το εκλογικό αποτέλεσμα τον έφερε ξανά στην επιφάνεια, και μάλιστα σε ακόμη οξύτερη μορφή: ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει όχι μόνο να πάψει να είναι κόμμα εξουσίας, αλλά να χάσει και τον ρόλο του «μισού κόμματος». Ο λόγος είναι η άνοδος του ΠΑΣΟΚ, που διεκδικεί πλέον με βάσιμες ελπίδες τη δεύτερη θέση.

Το πολιτικό σκηνικό παραπέμπει έτσι σε ένα… ποδοσφαιρικό σύστημα «4-2-2», με τη διαφορά ότι οι «4» δεν υπόσχονται εδώ μια καλή άμυνα, αλλά μερικές γενναίες μεταρρυθμίσεις. Για να πετύχει αυτόν τον στόχο, η Νέα Δημοκρατία ζητά επικύρωση, ή και ενίσχυση, του ποσοστού της σε έναν μήνα. Για να μπορούν πάλι να την ελέγχουν, και να αποτρέπουν φαινόμενα αλαζονείας, τα κόμματα της αντιπολίτευσης ζητούν στον «δεύτερο γύρο» τον περιορισμό της παντοδυναμίας της.

Σε έναν μήνα δεν θα αποτυπωθούν έτσι μόνο οι όροι με τους οποίους θα κυβερνήσει τα επόμενα χρόνια η Κεντροδεξιά. Θα αναδειχθούν και οι τάσεις που διαμορφώνουν το σκηνικό στον χώρο της Κεντροαριστεράς. Θα διαφανεί και αν η αντιπολίτευση, που είναι αναγκαία και πολύτιμη σε μια δημοκρατία, θα ασκείται στο εξής με τρόπο εποικοδομητικό ή τοξικό.

Οι εκλογές που έγιναν μόνο βαρετές δεν ήταν. Οι εκλογές που έρχονται προβλέπονται συναρπαστικές.