Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Είναι 20 Σεπτεμβρίου του 1962. Ο στρατηγός ντε Γκωλ προαναγγέλλει με τηλεοπτικό του διάγγελμα τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την εκλογή του προέδρου της Δημοκρατίας με άμεση και καθολική ψηφοφορία. Ο ίδιος είχε εκλεγεί το 1958 από ένα Σώμα 80.000 μεγάλων εκλεκτόρων, σύμφωνα με το νεόκοπο τότε Σύνταγμα της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας. Παλαιότερα, επί 3ης και 4ης Γαλλικής Δημοκρατίας, ο πρόεδρος της Ρεπουμπλίκ εκλεγόταν από ένα πολύ πιο περιορισμένο Σώμα, αποτελούμενο μόνο από τους βουλευτές και τους γερουσιαστές. Η ανάμνηση του Κάρολου Λουδοβίκου Ναπολέοντα, ανιψιού του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, και μοναδικού προέδρου της Δημοκρατίας που είχε μέχρι τότε εκλεγεί, το 1848, με καθολική ψηφοφορία - ή μάλλον ημικαθολική, αφού οι γυναίκες δεν είχαν δικαίωμα ψήφου -, για να ανακηρυχθεί τελικά Αυτοκράτορας, είχε βαρύνει στην επιλογή των ακόλουθων πολιτευμάτων. Αλλά ο ντε Γκωλ, παρότι βασική κινητήρια δύναμη για την εισαγωγή του νέου Συντάγματος, ήθελε να προσδώσει στο προεδρικό αξίωμα μεγαλύτερο πολιτικό βάρος.
Κανονικά, θα έπρεπε να είχε προωθήσει την εκλογή του προέδρου της Δημοκρατίας με άμεση και καθολική ψηφοφορία μέσω της Εθνοσυνέλευσης. Γνώριζε όμως πως δεν θα είχε εκεί καμία πιθανότητα επιτυχίας, για αυτό και την παρέκαμψε, επικαλούμενος το άρθρο 11 του Συντάγματος, μία ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη, από νομική άποψη, επιλογή. Οι βουλευτές αντέδρασαν. Ριζοσπάστες, ανεξάρτητοι, σοσιαλιστές και χριστιανοδημοκράτες κατέθεσαν, στις 4 Οκτωβρίου του 1962, πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης του Ζωρζ Πομπιντού. «Κύριε πρωθυπουργέ, πηγαίνετε να πείτε στο Ελιζέ πως ο θαυμασμός μας για το παρελθόν παραμένει ακέραιος, αλλά ότι αυτή η Εθνοσυνέλευση δεν είναι τόσο εκφυλισμένη ώστε να απαρνηθεί τη Ρεπουμπλίκ», διακήρυξε ο Πολ Ρεϊνώ, μέχρι πρότινος υποστηρικτής του ντε Γκωλ και νυν ανεξάρτητος, κατηγορώντας τον πως θέλει να γίνει «Τσώρτσιλ και βασιλέας Γεώργιος ΙΣΤ' ταυτόχρονα». «Η Εθνοσυνέλευση διατηρεί - είναι φυσιολογικό - κυρίαρχη θέση μέσα στο Κράτος και τα όπλα της είναι ισχυρά. Ο κίνδυνος ανισορροπίας των εξουσιών έγκειται στην αποδυνάμωση των εξουσιών της εκτελεστικής εξουσίας», του πέταξε πίσω το γάντι ο πρωθυπουργός. Την επομένη, η πρόταση μομφής πέρασε, με 280 ψήφους σε σύνολο 480. Η κυβέρνηση Πομπιντού ανατράπηκε και ο ντε Γκωλ αποφάσισε, στις 9 Οκτωβρίου, να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση.
Προκηρύχθηκαν νέες κοινοβουλευτικές εκλογές για τις 18 και 25 Νοεμβρίου. Στο μεσοδιάστημα, στις 28 Οκτωβρίου, πραγματοποιήθηκε δημοψήφισμα με το ερώτημα της εκλογής του προέδρου της Δημοκρατίας με άμεση και καθολική ψηφοφορία: το «ναι» επικράτησε με ποσοστό 62,25%. Οσο για τις εκλογές, οι γκωλικοί θριάμβευσαν αποσπώντας ποσοστό μεγαλύτερο του 40% και συνολικά 233 έδρες στην Εθνοσυνέλευση, 56 περισσότερες από εκείνες που διέθεταν. Ο Ζωρζ Πομπιντού επέστρεψε στο μέγαρο Ματινιόν, στο πρωθυπουργικό του πόστο. Και το 1965 (μέχρι το 2002 οι προεδρικές θητείες ήταν επταετείς), ο στρατηγός ντε Γκωλ επανεξελέγη πρόεδρος της Γαλλίας, αυτή τη φορά με άμεση και καθολική ψηφοφορία. Κέρδισε στον δεύτερο γύρο τον Φρανσουά Μιτεράν με 55,2% - 44,8%. Εναν χρόνο νωρίτερα, αυτός ο τελευταίος είχε αφιερώσει στον ντε Γκωλ ένα βιβλίο με τίτλο «Το μόνιμο πραξικόπημα». Δεν άλλαξε όμως τίποτα στους θεσμούς όταν κατέκτησε ο ίδιος το Ελιζέ, το 1981. Γεγονός που δεν τον εμπόδισε να δηλώσει, ξανά και ξανά: «Οι θεσμοί ήταν επικίνδυνοι πριν από μένα. Θα είναι επικίνδυνοι και μετά από μένα».
Στην ιστορία της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας, έχουν κατατεθεί συνολικά 127 προτάσεις μομφής κατά της κυβέρνησης, οι 60 από αυτές «αυθόρμητες» ή «επιθετικές», οι υπόλοιπες 67 ως αντίδραση στην προσφυγή στο άρθρο 49:3 του Συντάγματος, που επιτρέπει στην κυβέρνηση, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, να υιοθετήσει ένα νομοσχέδιο παρακάμπτοντας την Εθνοσυνέλευση. Η πρόταση μομφής του 1962 είναι η μοναδική που ευοδώθηκε, καταλήγοντας σε ανατροπή της κυβέρνησης - αν και τελικά γύρισε μπούμερανγκ στους υποκινητές της. Οπως αναμενόταν, καμία από τις δύο προτάσεις μομφής κατά της κυβέρνησης της Ελιζαμπέτ Μπορν που τέθηκαν χθες σε ψηφοφορία στην Εθνοσυνέλευση δεν στάθηκαν ικανές να στερήσουν από εκείνη εις βάρος της κυβέρνησης Πομπιντού τη μοναδικότητά της. Αλλά η ίδια η Μπορν, που πήρε πάνω της όλη την προσπάθεια της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης, και δεν κατάφερε τελικά να εξασφαλίσει τις ψήφους των Ρεπουμπλικανών που χρειαζόταν ώστε να περάσει χωρίς προσφυγή στο άρθρο 49:3, θεωρείται από πολλούς καταδικασμένη. Οσο για τον Εμανουέλ Μακρόν, πολύ δύσκολα μπορεί να βγει από όλη αυτή τη διαδικασία περισσότερο ενισχυμένος, όπως είχε συμβεί με τον ντε Γκωλ.
Δεν διεκδικεί βέβαια άλλη θητεία, δεν του επιτρέπεται από το Σύνταγμα, έχει όμως ακόμα τέσσερα χρόνια μπροστά του στο Ελιζέ και ένα μεγάλο χρέος, το μεγαλύτερο όλων: να πάει κόντρα στη λογική του Λουδοβίκου ΙΕ', να μην αφεθεί στη μοίρα τού «μετά από μένα το χάος», να μην επιτρέψει στην ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν να εκλεγεί το 2027, στην τέταρτη κατά σειρά προσπάθειά της, στη γαλλική προεδρία, να μην αφήσει την Ακροδεξιά να καταλάβει την καρδιά της Ευρώπης. Γιατί τότε, το Σύνταγμα θα γίνει κουρελόχαρτο και οι Ιστορίες περί προτάσεων μομφής και άρθρου 49:3, περασμένα μεγαλεία.