Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Ο πληθωρισμός επανήλθε γρηγορότερα, αυξήθηκε πιο έντονα και αποδείχθηκε πιο πείσμων και επίμονος από ό,τι οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες αρχικά πίστευαν ότι ήταν δυνατό. Αφού κυριάρχησε αρχικά στα πρωτοσέλιδα των Ηνωμένων Πολιτειών, το πρόβλημα έχει βρεθεί στο επίκεντρο των συζητήσεων σε πολλές από τις προηγμένες οικονομίες. Σε 15 από τις 34 χώρες που ταξινομήθηκαν ως προηγμένες οικονομίες από την Παγκόσμια Οικονομική Προοπτική του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ο 12μηνος πληθωρισμός έως τον Δεκέμβριο του 2021 ήταν πάνω από 5%. Ενα τέτοιο ξαφνικό, κοινό άλμα στον υψηλό πληθωρισμό (με τα σύγχρονα πρότυπα) δεν έχει παρατηρηθεί εδώ και περισσότερα από 20 χρόνια.
Αυτή η πληθωριστική έκρηξη δεν περιορίζεται στις πλούσιες χώρες. Οι αναδυόμενες αγορές και οι αναπτυσσόμενες οικονομίες έχουν πληγεί από παρόμοιο κύμα, με 78 από τις 109 αναδυόμενες να αντιμετωπίζουν επίσης ετήσιους ρυθμούς πληθωρισμού άνω του 5%. Αυτό το μερίδιο των αναδυόμενων αγορών (71%) είναι περίπου διπλάσιο από ό,τι στο τέλος του 2020. Ο πληθωρισμός έχει γίνει λοιπόν παγκόσμιο πρόβλημα - ή σχεδόν έτσι, με την Ασία μέχρι στιγμής να μην επηρεάζεται.
Οι κύριοι παράγοντες της απότομης αύξησης του πληθωρισμού δεν είναι ομοιόμορφοι μεταξύ των χωρών, ιδιαίτερα όταν συγκρίνουμε αναπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες. Οι διαγνώσεις «υπερθέρμανσης», που επικρατούν στη συζήτηση των ΗΠΑ, δεν ισχύουν για πολλές αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπου τα δημοσιονομικά και νομισματικά κίνητρα ως απάντηση στην Covid-19 ήταν περιορισμένα και όπου η οικονομική ανάκαμψη το 2021 υστερούσε πολύ σε σχέση με την ανάκαμψη των αναπτυγμένων κρατών.
Επιπλέον, τα μοτίβα κατάρρευσης και ανάκαμψης που προκαλούνται από την πανδημία διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των χωρών που ανήκουν στις δύο κατηγορίες, με την ανάκαμψη να ορίζεται ως η επιστροφή της οικονομίας στο επίπεδο του κατά κεφαλήν εισοδήματος του 2019. Περίπου το 41% των χωρών με υψηλά εισοδήματα εκπλήρωσε αυτό το όριο στα τέλη του 2021, σε σύγκριση με το 28% των χωρών μεσαίου εισοδήματος και μόλις το 23% των χωρών χαμηλού εισοδήματος.
Αλλά η διαφορά μεταξύ προηγμένων και αναπτυσσόμενων οικονομιών είναι ακόμη μεγαλύτερη από ό,τι υποδηλώνει αυτή η σύγκριση, επειδή πολλές αναδυόμενες διαπίστωναν ήδη μειώσεις στο κατά κεφαλήν εισόδημα πριν από την πανδημία, ενώ οι αναπτυγμένες όχι. Μια εξέλιξη κοινή σε προηγμένες και αναπτυσσόμενες οικονομίες είναι η αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων παράλληλα με την αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης. Από τον Ιανουάριο του 2022, οι τιμές του πετρελαίου αυξήθηκαν κατά 77% σε σύγκριση με το επίπεδό τους τον Δεκέμβριο του 2020.
Ενα άλλο σημαντικό ζήτημα που επηρεάζει τόσο τις προηγμένες όσο και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες είναι οι παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, οι οποίες συνεχίζουν να επηρεάζονται σοβαρά από τα γεγονότα των δύο τελευταίων ετών. Τα έξοδα μεταφοράς έχουν εκτοξευθεί. Και σε αντίθεση με το σοκ εφοδιασμού με βάση το πετρέλαιο της δεκαετίας του 1970, τα σοκ που προκλήθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας είναι ποικίλα και αδιαφανή, και επομένως πιο αβέβαια, όπως τονίζει η πιο πρόσφατη έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Σημαντικότατος παράγοντας είναι και ο πληθωρισμός στις τιμές των τροφίμων. Το 2021, οι δωδεκάμηνες αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων ξεπέρασαν το 5% στο 79% (86 από 109) των αναπτυσσομένων. Ούτε οι προηγμένες οικονομίες δεν έχουν ασυλία στην αύξηση των τιμών των τροφίμων - το 27% εξ αυτών παρουσίασε αυξήσεις τιμών που ξεπέρασαν το 5%. Τα τρόφιμα αντιπροσωπεύουν πολύ μεγαλύτερο μερίδιο του μέσου καλαθιού κατανάλωσης των νοικοκυριών στις αναπτυσσόμενες, πράγμα που σημαίνει ότι ο πληθωρισμός σε αυτές τις οικονομίες είναι πιθανό να αποδειχθεί επίμονος. Οι σημερινές υψηλότερες τιμές ενέργειας θα μεταφραστούν άμεσα σε υψηλότερες τιμές των τροφίμων αύριο.
Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του σημερινού πληθωρισμού είναι η παρουσία του παντού. Ελλείψει παγκόσμιων επιλογών πολιτικής για την επίλυση των διαταραχών της εφοδιαστικής αλυσίδας, το έργο της αντιμετώπισης του πληθωρισμού επαφίεται στις μεγάλες κεντρικές τράπεζες. Ενώ οι ΗΠΑ είναι έτοιμες να υποστούν έναν μέτριο περιορισμό (με ιστορικά πρότυπα) το 2022, κάτι τέτοιο είναι απίθανο να επαρκεί ώστε να περιορίσει την αύξηση των τιμών.
Βεβαίως, μια πιο έγκαιρη και ισχυρή απάντηση πολιτικής από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες δεν θα ήταν καλά νέα για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες βραχυπρόθεσμα. Οι περισσότερες θα αντιμετώπιζαν υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης και οι κρίσεις χρέους θα μπορούσαν να γίνουν πολύ πιο πιθανές για ορισμένους. Ωστόσο, το μακροπρόθεσμο κόστος να καθυστερήσουν οι δράσεις που πρέπει να αναληφθούν θα ήταν μεγαλύτερο. Επειδή οι ΗΠΑ και άλλες προηγμένες οικονομίες απέτυχαν να αντιμετωπίσουν γρήγορα τον πληθωρισμό κατά τη δεκαετία του 1970, χρειάστηκαν τελικά πολύ πιο δρακόντειες πολιτικές, που οδήγησαν στη δεύτερη βαθύτερη μεταπολεμική ύφεση της Αμερικής, μαζί με κρίση χρέους στις αναπτυσσόμενες χώρες. Στο μεταξύ, η αναζωπύρωση του πληθωρισμού θα συνεχίσει να ενισχύει την ανισότητα, τόσο εντός όσο και μεταξύ των χωρών.
Η Κάρμεν Ράινχαρτ και ο Κλέμενς Γραφ φον Λούκνερ είναι οικονομολόγοι της Παγκόσμιας Τράπεζας