Η αμερικανική κυβέρνηση προσπαθεί να αποκαταστήσει το κύρος της που επλήγη από τις αστοχίες της εξόδου από το Αφγανιστάν διευρύνοντας τη συνεργασία με τους συμμάχους της. Εντατικές διαβουλεύσεις έκανε και για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις σχέσεις της με τη Γαλλία, καθώς η συμφωνία για τα πυρηνικά υποβρύχια με την Αυστραλία, αν και σύμφωνη με τις προτεραιότητες των ΗΠΑ στον Ειρηνικό, προκάλεσε προβληματισμό στους κόλπους της Συμμαχίας για τον χειρισμό ενός ευρωπαίου εταίρου. Η διπλωματική προσέγγιση ήταν επιτυχής και είχε αποτέλεσμα μία σειρά από ανακοινώσεις για την ενίσχυση της συνεργασίας Γαλλίας – ΗΠΑ.

Στο ίδιο κλίμα, οι ΗΠΑ προσέφεραν την «ευλογία» τους και για τη στρατηγική αμυντική συμφωνία της Γαλλίας με την Ελλάδα, δίνοντας το στίγμα ότι αυτή είναι συμβατή με το ΝΑΤΟ. Πέρα όμως από τα εθνικά οφέλη για την Ελλάδα, η ελληνογαλλική συμφωνία έχει ευρύτερη σημασία ως ένα πρώτο βήμα για την ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία. Αυτή μπορεί να είναι η βάση για μια ανασυγκρότηση της Δύσης, με τις ΗΠΑ να αναγνωρίζουν τη σημασία «μιας ισχυρότερης και ικανότερης ευρωπαϊκής άμυνας που συνεισφέρει θετικά στη διατλαντική ασφάλεια και λειτουργεί συμπληρωματικά με το ΝΑΤΟ».

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ΗΠΑ εγκαταλείπουν την περιοχή, αλλά σημαίνει ότι θα βασίζονται περισσότερο στους συμμάχους τους. Οπως δείχνει εξάλλου η ανανέωση της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας, οι Αμερικανοί και εκτιμούν και σκοπεύουν να αξιοποιήσουν περαιτέρω τη θέση και τον σταθεροποιητικό ρόλο της Ελλάδας. Στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη οι δύο συμφωνίες ανοίγουν ευκαιρίες για να αναλάβει η χώρα μας πιο ενεργό επιχειρησιακό ρόλο, καθώς οι προκλήσεις στην περιοχή απειλούν την Ελλάδα περισσότερο από κάθε άλλη χώρα της ΕΕ.

Η Κατερίνα Σώκου είναι Nonresident Senior Fellow, Atlantic Council, ανταποκρίτρια «Καθημερινής» – ΣΚΑΪ στην Ουάσιγκτον