Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα
διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης
«Δημιούργησε έναν λαϊκό παγανισμό με διεθνή απήχηση»
Ο Αλέκος ήταν γενναιόδωρος και με πολύ μεγάλη καρδιά, αν και δεν του φαινόταν. Ηταν ντροπαλός και συνάμα διαχυτικός. Είχε πολύ χιούμορ και πολλές φορές η συμπεριφορά του θύμιζε έφηβο, γεγονός που τον έκανε αξιολάτρευτο. Τη μία στιγμή μπορούσε να κάθεται μαζί με τα παιδιά - όπως τότε που είχαμε διοργανώσει εικαστικό εργαστήρι στο πλαίσιο της έκθεσης του Γεώργιου Ιακωβίδη - στο πάτωμα. Να τους πιάνει το χέρι και να τα καθοδηγεί να ζωγραφίσουν, να παίζει μαζί τους, να τους κάνει αστεία. Την άλλη στιγμή απέφευγε να σου δώσει το χέρι για να σε χαιρετήσει, να σε φιλήσει. Φοβόταν τα μικρόβια. Μονίμως δήλωνε κρυωμένος και πολύ πριν από τον κορωνοϊό χρησιμοποιούσε το κασκόλ ή το φουλάρι του για να κρατά καλυμμένο και προστατευμένο το πρόσωπό του. Τον θυμάμαι να έρχεται στην Πινακοθήκη με τις γραβάτες που έραβε ο ίδιος και τα χρήματά του όχι σε πορτοφόλι αλλά σε ένα υφασμάτινο πουγκί που επίσης έφτιαχνε μόνος του. Εχω μπροστά μου τον κατάλογο από την αναδρομική του έκθεση που έγινε στην Πινακοθήκη το 2004, «Για τη Μαρίνα, πάντα εμπρός με Πινακοθήκη στα πέρατα του κόσμου». Την είχε χαρεί εκείνη την έκθεση. Ηταν διαρκώς περιτριγυρισμένος από κόσμο κι εκείνος τούς υπέγραφε αφίσες με αφιερώσεις. Είχε δωρίσει πολλά έργα του στην Πινακοθήκη. Τα χάριζε χωρίς πολλή σκέψη. Δεν εκτιμούσε την πολυτιμότητά τους παρά το γεγονός ότι ήταν περιζήτητος ζωγράφος. Ανάμεσα σε όσα μάς έχει χαρίσει βρίσκεται και μια πολύ όμορφη παιδική ζωφόρος με ήλιους. Θα την ανασύρουμε από τις αποθήκες μας με αφορμή τον θάνατό του και θα την τοποθετήσουμε στην είσοδο του παιδικού εργαστηρίου.
Ηταν μεγάλος καλλιτέχνης και αυτό μπορούμε να το καταλάβουμε επειδή ο μεγάλος καλλιτέχνης με την ταυτότητα, με το DNA του, μπαίνει στο ομαδικό συνειδητό, ανήκει στον κόσμο, εντάσσεται στη νεόσφαιρά μας και δεν μπορούμε να τον αγνοήσουμε. Δημιούργησε έναν λαϊκό παγανισμό που απέκτησε διεθνή απήχηση.
Μαρίνα Καραγάτση
συγγραφέας
«Παιδικότητα, αθωότητα, χιούμορ»
Είναι η φιλία μιας ολόκληρης ζωής. Τον πρωτοσυνάντησα στο φροντιστήριο της Ομόνοιας όπου προετοιμαζόμασταν για το πανεπιστήμιο, επειδή η μητέρα του επέμεινε ότι έπρεπε να γίνει φιλόλογος. Ο Αλέκος όμως ήθελε από τότε συνέχεια να ζωγραφίζει. Και ο φροντιστής, ο Τσουβαλάτος, που τον είχε βάλει να κάθεται δίπλα μου, έλεγε: «Μόλις τον βλέπεις να ζωγραφίζει ανθρωπάκια αντί να διαβάζει τα ρήματα, θα του δίνεις μια καρπαζιά». Κάποια στιγμή με ρώτησε ο ίδιος ο Αλέκος εάν πρέπει να συνεχίσει στη ζωγραφική ή αν είναι άδικος ο κόπος. Μου έδωσε λοιπόν μερικά εργάκια για να τα δείξω στη μητέρα μου, που ήταν ζωγράφος (σ.σ.: η Νίκη Καραγάτση, σύζυγος του Μ. Καραγάτση). Εγώ ήδη σκεφτόμουν ότι επί ματαίω γίνεται αυτό, αλλά η μάνα μου μόλις τα είδε σοβάρεψε και μου είπε: «Να το θυμηθείς, αυτός ο φίλος σου θα γίνει κάποτε πολύ γνωστός ζωγράφος».
Στα έργα του ζωντάνευαν οι αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας και της γειτονιάς του. Και επειδή τον γνώριζα καλύτερα όσο περνούσαν τα χρόνια, καταλάβαινα πόσο κοντά είναι ο Αλέκος ως άνθρωπος με όσα αναπαριστά η ζωγραφική του. Η αθωότητα, η παιδικότητα και η δική του αίσθηση του χιούμορ. Θυμάμαι την ιστορία με το βημόθυρο μιας εκκλησίας που βρήκα μια μέρα πεταμένο στα χωράφια της Ανδρου. Στο ένα κομμάτι είχε την Παναγία και στο άλλο τον Αγγελο. Είχε χάσει φυσικά τα χρώματά του, δεν φαινόταν καμία μορφή καθαρά. Το έδωσα λοιπόν στον Αλέκο και του ζήτησα να το επιχρωματίσει εκ νέου. Πήρε τα χρώματά του όντως, κλείστηκε για να δουλέψει δύο ώρες και εμφανίστηκε με το καινούργιο βημόθυρο. Μόνο που οι δύο μορφές ήταν άντρες με περικεφαλαίες! «Αλέκο, πού είναι η Παναγία και ο Αγγελος;». «Ε, δεν μου βγήκαν. Μου βγήκαν οι Διόσκουροι».
Philip Tarlow
ζωγράφος, Νέα Υόρκη
«Σαν να ζούσε ταυτόχρονα σε έναν άλλο πλανήτη»
Με τον Αλέκο πάντα αισθανόμουν ότι ήταν σαν να ζούσε στον πλανήτη μας αλλά ταυτόχρονα και σε έναν άλλο, δικό του, πλανήτη. Ζωγράφιζε με τη μεγαλύτερη ευκολία που έχω συναντήσει αναπαριστώντας μια εικόνα του κόσμου τη στιγμή που τον παρατηρούσε. Χωρίς να σκέφτεται, χωρίς διακοπή, με συναίσθημα και αγάπη για όσα βρίσκονταν μπροστά του. Είχε μια αλάνθαστη σχέση με τον χώρο, που για όλους τους ζωγράφους είναι το μεγάλο πρόβλημα. Εκείνος ήξερε και πώς θα γεμίσει τον χώρο και πού θα αφήσει κενό στον πίνακά του. Το πετύχαινε κάθε φορά και ήταν κάτι που προσωπικά ζήλευα. Μπορεί για έναν εξωτερικό παρατηρητή το τελικό αποτέλεσμα να φαινόταν εύκολο, αλλά δεν ήταν. Τα μοτίβα που επανέρχονταν στα έργα του ίσως έλεγαν πολλά και για τον ίδιο ως άνθρωπο: τα πουλιά που πετούσαν, τα μαλλιά που ανέμιζαν, ο χορός των σωμάτων. Κάναμε παρέα στη δεκαετία πριν από το 1978, οπότε έφυγα από την Ελλάδα. Εκείνη ήταν η περίοδος που φορμαρίστηκε ως καλλιτέχνης, τότε που έκαναν πειραματισμούς με τον Νίκο Στεφάνου. Τότε που η τέχνη τους ήταν ο τρόπος που έβλεπαν τον κόσμο. Ο δικός του τρόπος: ούτε κλασικός ούτε αφηρημένος. Τελευταία φορά τον είδα στην Γκαλερί Σκουφά το 2010.
Μανώλης Μητσιάς
ερμηνευτής
«Οι ήρωές του είναι οι ήρωες της γειτονιάς»
Τον πρωτοσυνάντησα το 1971, όταν έκανε το εξώφυλλο του δίσκου «Της γης το χρυσάφι» του Μάνου Χατζιδάκι. Από τότε εκείνη η γνωριμία έγινε μια φιλία ζωής. Περάσαμε αμέτρητες ώρες συζητώντας, με καλαμπούρια, γιορτές, συναυλίες και συνεργασίες - επιστέγασμα ήταν τα σκηνικά που δημιούργησε στην παράσταση «Κιβωτός», σε σκηνοθεσία του Παντελή Βούλγαρη, για την προσωπική μου διαδρομή στο τραγούδι. Του άρεσε πολύ ο λαϊκός πολιτισμός και ο λαϊκός άνθρωπος, με την έννοια του ταπεινού ανθρώπου που αγωνίζεται. Γι' αυτό δεν είναι τυχαίο ότι οι εικαστικοί ήρωές του είναι οι ήρωες της γειτονιάς. Ο ίδιος άλλωστε αγαπούσε το ρεμπέτικο, τον Χατζιδάκι, τον Θεοδωράκη, τον Ξαρχάκο και τον Μαρκόπουλο, έχοντας μάλιστα άποψη και γνώσεις για να την υποστηρίξει - μην ξεχνάμε ότι είχε σπουδάσει βιολί στο Ωδείο Αθηνών. Οι γνώσεις του για διαφορετικά ζητήματα - από την Αρχαία Ελλάδα ως το Βυζάντιο αργότερα - μπορούσαν να εντυπωσιάσουν ακόμα και ειδικούς. Παράλληλα όμως ήταν αθόρυβος και ταπεινόφρων. Δεν θυμάμαι να έχει πει υποτιμητικό λόγο για άνθρωπο. Ενας γενναιόδωρος φιλόσοφος της καθημερινής ζωής. Θα θυμάμαι πάντα τον χαρταετό που πετούσαμε κάθε Καθαρά Δευτέρα έξω από την Αθήνα. Τον έφτιαχνε ο ίδιος και ασχολούνταν επί ημέρες για να είναι όλα τέλεια πάνω του!