Στην Κυψέλη, τον επίγειο παράδεισο της παιδικής μου ηλικίας, υπήρχαν αναρίθμητοι κινηματογράφοι πριν από μισόν αιώνα και βάλε. Πολλοί από αυτούς ήταν θερινοί, ένα θεόσταλτο δώρο για την πιτσιρικαρία, καθώς όλο και κάποια διπλανή ταράτσα ή κάποια παρακείμενη οικοδομή θα μας βοηθούσε να παρακάμψουμε τις απαγορεύσεις «ακατάλληλον έως δεκατριών», «ακατάλληλον» και «αυστηρώς ακατάλληλον». Οχι πως  έβαιναν πάντα όλα κατ’ ευχήν. Ακόμη και αν δεν τσάκιζες τα μούτρα σου με κανένα στραβοπάτημα ή δεν σε σούβλιζε καμιά σκουριασμένη πρόκα (απαξάπαντες οι μπόμπιρες παραλύαμε και στο άκουσμα μόνο του φοβερού και τρομερού «τέτανου») μπορούσες να βρεθείς οδυνηρά απροετοίμαστος για το θέαμα που θα παρακολουθούσες. Δεν εννοώ σκηνές με γυμνά και τα παρόμοια – αυτές ήταν σχεδόν πάντοτε… ευχάριστες εκπλήξεις – αλλά σκηνές με βία και φρίκη, με τις οποίες σήμερα μάλλον θα βάζαμε τα γέλια, αλλά τότε μας έκοβαν τα ήπατα.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ