Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Σύνδεση μέλους
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Η Μεγάλη Αίθουσα του Λαού είναι ένα γιγαντιαίο κτίριο στη δυτική πλευρά της πλατείας Τιενανμέν, στην καρδιά του Πεκίνου. Εκεί, από σήμερα και για την επόμενη εβδομάδα, θα πραγματοποιούνται οι εργασίες της Λαϊκής Εθνοσυνέλευσης της Κίνας (NPC), οι οποίες έχουν φέτος μια ξεχωριστή διάσταση, για δύο λόγους: Αφενός, επειδή συμπίπτουν με τη συμπλήρωση ενός αιώνα από την ίδρυση του Κομμουνιστικού (μόνο κατ' όνομα πλέον...) Κόμματος. Και αφετέρου, επειδή οι 5.000 και πλέον αντιπρόσωποι που συμμετέχουν σε αυτήν, μαζί με τα μέλη της αποκαλούμενης Πολιτικής Συμβουλευτικής Διάσκεψης του Κινεζικού Λαού (CPPCC) θα κληθούν, ανάμεσα στα άλλα, να συζητήσουν και να εγκρίνουν το 14ο πενταετές οικονομικό πλάνο της χώρας, για την περίοδο 2021-25, που φέρει ήδη τη σφραγίδα του Σι Τζινπίνγκ και της κεντρικής επιτροπής του κόμματος.
Σύμφωνα με τον ίδιο τον Σι, το σχέδιο είναι «αποτέλεσμα των αλλαγών που έχουν συντελεστεί στο παγκόσμιο πολιτικό και οικονομικό κλίμα». Εχει δε ως βασικό στόχο να δώσει σάρκα και οστά σε αυτό που ο ισχυρός άνδρας της Κίνας έχει ονομάσει «οικονομία διπλής κυκλοφορίας» - με άλλα λόγια, μιας οικονομίας η οποία δεν θα στηρίζεται πλέον αποκλειστικά ή κυρίως στις εξαγωγές, αλλά θα δώσει ιδιαίτερη προσοχή και θα ρίξει βάρος και στην εσωτερική κατανάλωση. «Η εγχώρια αγορά και οι διεθνείς αγορές θα αλληλοσυμπληρώνονται», όπως δήλωσε ο ίδιος.
Κάποιοι άλλοι, βεβαίως, θεωρούν ότι αυτή είναι μόνο μία από τις πλευρές των σοβαρών μεταρρυθμίσεων που θέλει να προωθήσει ο άνθρωπος ο οποίος φιλοδοξεί το όνομά του να γραφεί στην ιστορία πλάι σε εκείνα του Μάο Τσετούνγκ και του Ντεγκ Σιαοπίνγκ. Πρόκειται για την «έφοδο της Κίνας στην παγκόσμια οικονομία, της οποίας έχει ξεκινήσει η επόμενη φάση», όπως σημείωνε πρόσφατα η «Handelsblatt», τονίζοντας ότι «η νέα στρατηγική της Κίνας έχει στόχο να αλλάξει συνολικά την παγκόσμια οικονομία».
Σύμφωνα με τη γερμανική οικονομική εφημερίδα, οι βασικοί στόχοι του νέου πενταετούς πλάνου είναι τέσσερις - και μάλιστα, πιο συγκεκριμένοι από το να ξεπεράσει το ΑΕΠ της πολυπληθέστερης χώρας στον πλανήτη το αντίστοιχο των Ηνωμένων Πολιτειών: πρόκειται για τη μετατροπή της Κίνας σε ηγεμονική δύναμη παγκοσμίως στην τεχνολογία, την αντικατάσταση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου μέρους των εισαγωγών με την εγχώρια παραγωγή, την περαιτέρω επέκτασή της στο εξωτερικό και, τέλος, την ενίσχυση της εσωτερικής κατανάλωσης.
Οσον αφορά την τεχνολογία, ένας και μόνο αριθμός θα αρκούσε προκειμένου να πείσει για τις προθέσεις του Πεκίνου και της ηγεσίας του: περίπου 1,5 τρισ. δολάρια πρόκειται να διατεθούν έως το 2025 για την κατασκευή των δικτύων 5G, για την εγκατάσταση εκατομμυρίων καμερών καθώς και της βάσης όπου θα αποθηκεύονται τα δεδομένα τους και θα γίνεται η επεξεργασία τους, για την κατασκευή αισθητήρων που θα καταγράφουν και θα υπολογίζουν σε ελάχιστο χρόνο συνθήκες και μεταβολές, για την ανάπτυξη της «αυτόνομης οδήγησης» και για την υλοποίηση πολλών ακόμη φιλόδοξων σχεδίων - που, ανάμεσα στα άλλα, οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην κοινωνία του Μεγάλου Αδελφού. Ξεχωριστό ρόλο διαδραματίζει εδώ και η διατήρηση και διεύρυνση του προβαδίσματος που έχει ήδη η Κίνα όσον αφορά τις πατέντες, καθώς το 2020 έφτασε επισήμως τις 68.703, όταν Ευρώπη και ΗΠΑ κινήθηκαν κοντά στις 60.000.
Παράλληλα, η Κίνα θα στοχεύσει στην αυτάρκεια, επιδιώκοντας να ελέγχει η ίδια τόσο την τεχνογνωσία όσο και τις αλυσίδες εφοδιασμού και παραγωγής, ειδικά στους πιο στρατηγικούς και «ευαίσθητους» τομείς: ημιαγωγούς, τσιπ, μπαταρίες για ηλεκτρικά αυτοκίνητα, σπάνιες γαίες, αεροδιαστημική, φαρμακευτικά προϊόντα κ.λπ.
Οσον αφορά την «κατάκτηση» των διεθνών αγορών, οι Κινέζοι δεν αρκούνται στη θέση που έχουν ήδη διασφαλίσει και θέλουν πολύ περισσότερα. Αναμφίβολα δε, θα συνεχίσουν να εκμεταλλεύονται ένα από τα σημαντικότερα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που διαθέτουν: οι τρεις στις τέσσερις από τις 500 εταιρείες με τον μεγαλύτερο κύκλο εργασιών είναι κρατικά ελεγχόμενες, κάτι που σημαίνει ότι απολαμβάνουν άμεσα τα προνόμια των απευθείας ενισχύσεων στις δύσκολες περιόδους.
Τέλος, η ενίσχυση της εσωτερικής κατανάλωσης προϋποθέτει την αύξηση του πραγματικού εισοδήματος των Κινέζων, που σήμερα είναι κάτω από τα 20.000 δολάρια ετησίως, όταν στην ΕΕ ξεπερνούν τα 40.000 και στις ΗΠΑ τα 60.000. Κάτι τέτοιο, όμως, είναι φανερό ότι θα σημάνει οριστικά και αμετάκλητα το τέλος του μοντέλου που είχε ως βάση το (αδιανόητα για τη Δύση) χαμηλό εργατικό κόστος και την αντικατάστασή του με εκείνο της υψηλής παραγωγικότητας - την οποία ο μέχρι πρόσφατα πανίσχυρος Τζακ Μα περιγράφει ως «9-9-6»: Δουλειά από τις 9 το πρωί έως τις 9 το βράδυ, επί 6 ημέρες την εβδομάδα.
Οσοι προτιμούν Κίνα, ως... μικρότερο κακό, να σηκώσουν το χέρι.