Απαραίτητη εισαγωγική διευκρίνιση: φεύγει η χρονιά και όχι - φευ! - η πανδημία. Εξού και ο Σαββόπουλος, μονήρης, επαναλαμβάνει: «Κι αν βγω απ' αυτή τη φυλακή / κανείς δε θα με περιμένει /οι δρόμοι θα 'ναι αδειανοί / κι η πολιτεία μου πιο ξένη / τα καφενεία όλα κλειστά / κι οι φίλοι μου ξενιτεμένοι...»
Η χρονιά φεύγει, παραπέμποντας σε μια «ημιτελή συμφωνία» που τα μέρη της θα ολοκληρωθούν στο νέο έτος, χωρίς μουσικότητα, αλλά με ρόγχους θανάτου.
Oλο το 2020 βλέπαμε μια ταινία τρόμου, όχι μόνο σαν θεατές, αλλά και ενίοτε συμπρωταγωνιστές και, πιο συχνά, σαν κομπάρσοι. Eνα φιλμ νουάρ κυριολεκτικά με πολύ μυστήριο, κραυγές αγωνίας, άγριες δολοφονίες και πτώματα σ' όλο τον κόσμο.
Η ζωή μας όλη άλλαξε. Δεν είναι μόνο ο εγκλεισμός, «αυτή η φυλακή», είναι και οι άτυποι κανόνες της καθημερινότητας, που παρεμβαίνουν στα συναισθήματά μας: απαγόρευση στα φιλιά, όχι στους εναγκαλισμούς, όχι στις χειραψίες, λιγότερες ομιλίες - και από απόσταση - γιατί και η ομιλία μπορεί να παράγει θανατηφόρα αύρα.
Στην ουσία, επικοινωνούμε απομακρυσμένοι ο ένας από τον άλλον, και όλα αυτά μεταβάλλουν την επικοινωνία σ' ένα αποστειρωμένο παιχνίδι απελπισμένης ανταλλαγής κατανοήσεως.
Ο μόνος «νόμιμος» τρόπος χαιρετισμού σήμερα (και ορθώς) είναι το άγγιγμα αγκώνα με αγκώνα. Ο σκωπτικός άλλος μου εαυτός, Απίκιος, έχει γράψει πρόσφατα πως έτσι είναι σαν να τραγουδάμε την Πέμπτη Διεθνή: «Στον αγκώνα ενωμένοι!».
Εντούτοις, το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα των ημερών είναι η υποχρεωτική (και ορθώς) σήμερα χρήση της μάσκας.
Αν η μάσκα παραπέμπει κάποιους παλαιότερους στο περιοδικό Η Μάσκα που ξεκίνησε προπολεμικά και ολοκληρώθηκε με τρεις μεγάλες διακοπές το 1974, θα σταθώ κυρίως στην πρώτη φάση της (1935-39) που είχε περιλάβει φοβερές αστυνομικές ιστορίες Αμερικανών, από το περιοδικό Black Mask, οι οποίες έχουν την ατμόσφαιρα και το μυστήριο των ημερών μας.
Και βέβαια, ας μην ξεχνάμε ότι οι περιώνυμοι μασκοφόροι τής (λογοτεχνικής) ιστορίας: Ζορό, Batman, Spiderman, Iron Man, είχαν τη μάσκα στα μάτια, όχι στο κάτω μέρος του προσώπου. Εκείνη η μάσκα κάλυπτε τα βασικά χαρακτηριστικά, δηλαδή την αναγνωρισιμότητα (όπως και εκείνη των ληστών), ενώ η σημερινή (σαν φίμωτρο) τη μύτη και το στόμα. Και, ως γνωστόν, το στόμα είναι όργανο ακριβείας που συμπυκνώνει όλες τις ηδονές: αυτήν της ομιλίας, την άλλη του έρωτα, την εικονική του χαμόγελου, την τελευταία, αλλά όχι έσχατη, της τροφής.
Σήμερα, με τις αποτρεπτικές μάσκες μας σκύβουμε όλοι σαν δεξιοτέχνες χειρουργοί πάνω από το ασθενές σώμα της ανθρώπινης επαφής.
Απαγορευμένοι έρωτες, απαγορευμένες κουβέντες, απαγορευμένες προσεγγίσεις: ιδού η πιο ανεπίσημη και οικειοθελής λογοκρισία που συναιρείται με μια μάσκα στο στόμα και σήμερα εξοικειώνεται με ξένους όρους: lockdown, click away, take away, delivery, work from home και πολλούς άλλους.
Eγκλειστοι σε τέσσερις τοίχους, τους νιώθουμε σαν φυλακή ακόμα κι αν είναι οκτώ, δώδεκα, δεκαέξι ή και είκοσι. Γιατί η φυλακή είναι περισσότερο χρόνος παρά χώρος. Eγκλειστοι στην εν οίκω «φυλακή» ασκούμαστε σε κάτι που έως τώρα μόνο οι ποιητές γνώριζαν και εξυμνούσαν: τη μοναξιά. Ενα συνολικό συναίσθημα που δεν αφορά μόνο μερικούς, κάποιες ομάδες, κάποιες κατηγορίες, αλλά όλους. Μια μοναξιά πανανθρώπινη.
Εγκλειστοι στη «φυλακή», πλένουμε τα χέρια μας έξι και επτά φορές την ημέρα, και κάποτε «νίπτουμε τας χείρας μας» όταν δεν τηρούμε τους κανόνες ασφαλείας. Συχνά έχουμε δίπλα μας ένα ποτήρι κρασί ή ουίσκι, αλλά, ακόμα συχνότερα, ποικίλα αντισηπτικά, απολυμαντήρια και λογής λογής μικροβιοκτόνα.
Ετσι, απολαμβάνουμε στην τηλεόραση τη σύγκρουση άξιων λοιμωξιολόγων και χυδαίων συνωμοσιολόγων (ενίοτε και ψεκασμένων) και παρακολουθούμε κάθε μέρα τον απολογισμό κρουσμάτων και θυμάτων, ένα τακτικό πια δελτίο που προσομοιάζει στο δελτίο καιρού.
Μέσα σ' αυτόν τον εγκλεισμό μεγεθύνονται και τα συμβάντα της χρονιάς και κυρίως τα δυσάρεστα, τα απαισιόδοξα, τα στενόκαρδα: η παγκόσμια εξάπλωση της νόσου, οι εκατοντάδες χιλιάδες θύματα (χωρίς ταξική διάκριση, αφού και ηγέτες προσβάλλονται και οι αρχιερείς αποβιώνουν), τα απρόβλεπτα και απροσμέτρητα οικονομικά προβλήματα (της παγκόσμιας οικονομίας, της ελληνικής και βέβαια της προσωπικής).
Επίσης, η διαρκής ανασφάλεια του τι θ' ακολουθήσει, που εντείνεται μέρα με τη μέρα, μήνα με τον μήνα, όλη αυτή τη δίσεκτη χρονιά, και μήπως (για να θυμηθούμε τους Ρωμαίους) ο επόμενος Φεβρουάριος θα είναι «ο μήνας των νεκρών», ακόμα περισσότερων νεκρών, χώρια η ανησυχία με τα συμβαίνοντα στην Ανατολική Μεσόγειο, τους τοπικούς πολέμους, η παραζάλη με τις απειλές του Σουλτάνου που ονειρεύεται μια απαγωγή για το σαράι.
Και βέβαια, με όλα αυτά, το Διαδίκτυο καλά κρατεί και γιγαντώνεται και κάνει πολυφωνική την επικοινωνία ανοίγοντας νέες διόδους, αλλά πάντα με προσοχή και σύνεση.
Η χρονιά σε λίγο τελειώνει με τις ανατροπές και τις αντιφάσεις της.
Τρίγωνα - κάλαντα δεν θα έχουμε με τις παρήγορες παιδικές φωνές. Ο Αγιος Βασίλης δεν θα έρθει, γιατί γέρος άνθρωπος δεν επιτρέπεται να κυκλοφορεί, πόσω μάλλον μεταμεσονύκτιες ώρες. Αλλά ούτε οι Τρεις Μάγοι θα έρθουν. Ούτε Μελχιόρ, ούτε Γασπάρ, ούτε Βαλτάσαρ! Γιατί τι να τα κάνουμε σμύρνα, λιβάνι και χρυσάφι (αυτό, άντε);
Περιμένουμε όλοι έναν μάγο, που θα γυρίσει την ταινία πίσω και θα μας ξαναφέρει σε σύμμετρες μέρες ευτυχίας. Ο μάγος αυτός υπάρχει ήδη (κατά τας γραφάς του Τύπου) και τις τελευταίες μέρες του χρόνου θα επισκεφθεί τις φάτνες μας. Ονομάζεται Εμβόλιος και φέρνει μαζί του και δώρα: Pfizer, Moderna και Sinopharm, ενώ AstraZeneca λαμπρά τον οδηγούν!
Ο Γιάννης Ευσταθιάδης είναι συγγραφέας και μουσικός παραγωγός στο Τρίτο Πρόγραμμα