Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Υπάρχει σουηδικό χιούμορ στην καθημερινή ζωή και, κατά προέκταση, στην τέχνη; Καταγεγραμμένο από τρίτους, μάλλον όχι, εξ όσων γνωρίζω. Η Σουηδία εγείρει το ενδιαφέρον για άλλα χαρακτηριστικά της - τη σοσιαλδημοκρατία, την ιστορική εσωστρέφεια και αυτάρκεια, το κλίμα, τον Ινγκμαρ Μπέργκμαν, εσχάτως το πετυχημένο της εμπορικότατο κοινωνικό αστυνομικό μυθιστόρημα. Αλλά χιούμορ; Στη λογοτεχνία διαφαίνεται πάντως μια τέτοια σαφής τάση με την εντυπωσιακή παρουσία σειράς συγγραφέων που καλλιεργούν εσχάτως το είδος. Δεν πρόκειται για τη μεμονωμένη παρείσφρηση χιουμοριστικών καταστάσεων σε ένα έργο αλλά για τη δόμηση ενός ολόκληρου βιβλίου στην παραδοξότητα της ανθρώπινης κατάστασης και τη διακωμώδηση των πεπραγμένων μας. Μπολιασμένη από την αμερικανική παράδοση στο είδος, η νέα αυτή τάση καταφέρνει μάλιστα να φτιάξει μπεστ σέλερ ίδιου βεληνεκούς με τα αστυνομικά τους αντίστοιχα.
Στο «Ανθρωποι με άγχος» ο γεννημένος το 1981 Φρέντρικ Μπάκμαν εξ ορισμού εισάγει αυτή την καταστατική συνθήκη. Το βιβλίο θα μιλήσει για βλάκες και για την ανθρώπινη βλακεία, μας δηλώνει προγραμματικά, στην πρώτη κιόλας σελίδα, ο συγγραφέας. Και αμέσως μετά εξηγεί ότι είναι παράδοξο το πόσα πράγματα απαιτούνται από έναν άνθρωπο, ποια βάρη σηκώνει στην καθημερινότητά του, τι ακατανόητο χάος έχει να διαχειρισθεί, πόσα να ερμηνεύσει γύρω του. Τα ελαφρυντικά για τους βλάκες που θα παρουσιάσει στη συνέχεια είναι ετοιμοπαράδοτα, αλλά η μαστοριά του συγγραφέα θα εκδιπλωθεί σταδιακά. Πράγματι, έχουν πολλά να διαχειριστούν αυτοί οι άνθρωποι. Οι συμπεριφορές και οι αντιδράσεις τους θα μας φανούν αρχικά από εξωφρενικές μέχρι γελοίες, ωστόσο είναι δουλειά της αφήγησης να ξεδιπλώσει τα αίτια και τα κίνητρα πίσω από τις στάσεις και τις πράξεις τους. Θα το κάνει με αξιοθαύμαστο τρόπο, συχνά σπαρακτικό.
Η αρχή του Κακού
Το βιβλίο μοιάζει με τον νόμο του Μέρφι: αρκεί μια και μόνο πολύ κακή ιδέα για να γίνουν όλα σμπαράλια. Ποια είναι αυτή η κακή ιδέα; Οτι την προπαραμονή μιας Πρωτοχρονιάς, σε μια ήσυχη επαρχιακή σουηδική πόλη, μια γυναίκα αποφασίζει να ληστέψει μια τράπεζα μόνο και μόνο για να πληρώσει το νοίκι της. Εχει χάσει ταυτόχρονα τη δουλειά, το σπίτι και τον σύζυγό της όταν ο τελευταίος τα έμπλεξε με την προϊσταμένη της. Απειλείται με έξωση, είναι στο ταμείο ανεργίας και κινδυνεύει να χάσει δικαστικώς και τις δυο της κορούλες. Μες στην απελπισία της εισβάλλει σε μια τράπεζα κραδαίνοντας ένα πιστόλι που βρήκε τυχαία και που πιστεύει κακώς ότι είναι ψεύτικο, προκειμένου να αντλήσει το ευτελές της νοίκι και να εξασφαλίσει καλές οικογενειακές γιορτές με τα παιδιά. Ωστόσο η κατάπληκτη από την ευτέλεια του αιτούμενου ποσού υπάλληλος της εξηγεί ότι η τράπεζα δεν έχει ρευστό - δεδομένης της προώθησης των ηλεκτρονικών συναλλαγών και του άυλου χρήματος. Από κει και πέρα οι παρεξηγήσεις θα κορυφωθούν. Πιστεύοντας ότι διώκεται, η γυναίκα μπαίνει πανικόβλητη σε ένα διαμέρισμα όπου γίνεται επίδειξη σε εν δυνάμει αγοραστές και συλλαμβάνει ομήρους όσους είναι εκεί: μια υπερήλικη μοναχική κυρία, τη μεσίτρια, ένα ζευγάρι νεαρών λεσβιών με την μια τους εγκυμονούσα, μια κομψή κυνική τραπεζικό κι ένα ώριμο ζευγάρι που σκοτώνει τον άφθονο χρόνο του αγοράζοντας, ανακαινίζοντας και πουλώντας διαμερίσματα.
Η ομηρεία σύντομα θα αναστραφεί πλήρως. Μάλιστα η υποτιθέμενη ληστής θα χρησιμεύσει ως συνδετικός κρίκος για να συγκλίνουν οι ετερόκλητες μοναχικές ζωές των συμμετεχόντων στην επίδειξη. Και ενώ στην αρχή βασιλεύει μεταξύ τους καχυποψία, επιθετικότητα και ανταγωνισμός ως προς το ποιος θα πλειοδοτήσει για το διαμέρισμα, σταδιακά θα συγκλίνουν στην προσπάθεια σωτηρίας της εισβολέως. Ειδικά όταν κατανοούν το δράμα της, θα βγουν οι ανθρώπινες, τρυφερές πλευρές τους. Στον χορό των συγκλίσεων μάλιστα θα προστεθεί ένας άνεργος ηθοποιός που έχει προσληφθεί για να εκδιώξει τους ενδιαφερομένους εις όφελος αυτού που τον προσέλαβε, και το παράξενο ζευγάρι των επιφορτισμένων με την υπόθεση αστυνομικών. Πρόκειται για έναν χήρο πατέρα και τον γιο του, που αγωνίζονται κόντρα σε όλες τις αντιξοότητες για μια επαγγελματική επιτυχία αλλά καταλήγουν με τη σειρά τους μέσα από περίεργους δρόμους να ταυτισθούν με την εισβολέα.
Ομως αυτό δεν είναι όλο. Γιατί σε εναλλασσόμενα κεφάλαια αναπτύσσεται η ανθρώπινη ασυνεννοησία και βλακεία ενώ ανακρίνονται οι μάρτυρες στο αστυνομικό τμήμα και το παίζουν τρελοί ή είναι στην πραγματικότητα θεόμουρλοι, οδηγώντας τους αστυνομικούς στα όρια της κατάρρευσης. Παράλληλα δε με αυτά αναπτύσσεται μια άλλη ιστορία που τέμνεται γραμμικά με όσα προείπαμε, κάνοντας την κεντρική αφήγηση αρκετά πιο περίπλοκη. Είναι η ιστορία για έναν άνθρωπο που αυτοκτόνησε προ δεκαετίας πηδώντας από μια γέφυρα κατά τη διάρκεια της πρόσφατης χρηματιστηριακής κρίσης. Η υψηλόβαθμη τραπεζικός θεωρεί ένοχο τον εαυτό της για την αυτοκτονία όλα αυτά τα χρόνια. Πρόκειται για τη γνωστή διάσταση τραπεζών και δανειοληπτών ως προς την ηθική ευθύνη και τον επιμερισμό της που γνωρίζουμε στο πετσί μας στην Ελλάδα και που ο συγγραφέας αναπτύσσει μετά λόγου γνώσεως. Με την αυτοκτονία του άντρα εμπλέκεται κατά έμμεσο τρόπο ο νεαρός αστυνομικός που παιδί τότε, προσπάθησε να τον σώσει διά της συζήτησης, χωρίς να τα καταφέρει. Ομοίως η τραπεζικός που τώρα επισκέπτεται μια θεραπεύτρια, καθώς έχει αυτοκτονικές τάσεις η ίδια. Συναντώνται όλοι επί σκηνής, θα λέγαμε, και έτσι κλείνουν όλοι οι πιθανοί κύκλοι με ένα διπλό λυτρωτικό χάπι εντ που προφανώς δεν θα αποκαλύψω.
Δύο όχθες
Το βιβλίο είναι πανέξυπνα δομημένο, με πλήρη αφομοίωση των τεκταινομένων στη σουηδική και την παγκόσμια κοινωνία. Οι αφηγηματικές γραμμές τέμνονται με ευκρίνεια, παρά το πολυπρόσωπο και πολύπλοκό του στόρι. Κάθε τόσο ο ίδιος ο συγγραφέας παρεμβαίνει με χιούμορ προσπαθώντας να συνοψίσει την ιστορία ή διερωτώμενος και ο ίδιος για το τι είδους ιστορία θέλει να πει. Ε λοιπόν είναι - κι ας ακούγεται απλοϊκό - μια ιστορία για την αγάπη και την ελπίδα, για τη μοναξιά και την ικανότητα συγχώρεσης. Είναι μια ιστορία για λογαριασμούς που εξοφλούνται και κύκλους που κλείνουν. Είναι ακόμη μια ιστορία για τον κυνισμό που μπορεί να μετατραπεί σε ενσυναίσθηση. Ως προς τα συναισθήματα που μου προκάλεσε μάλιστα η ατμόσφαιρα του βιβλίου, μου ήρθε περιέργως στον νου η κωμική και συνάμα τραγική απαγωγή στο περίφημο «Φάργκο» των αδελφών Κοέν. Οι γέφυρες στον Μπάκμαν είναι για να ενώνουν δυο όχθες, όχι για να πηδάς από αυτές. Η μετάφραση ρέει ομαλότατα. Σημειωτέον ότι κυκλοφορούν άλλα τρία βιβλία του Μπάκμαν από τον ΚΕΔΡΟ («Η Μπριτ Μαρί ήταν εδώ», «Συμφωνία ζωής», «Κάθε πρωί ο δρόμος για το σπίτι γίνεται όλο και πιο μακρύς») με ευρεία απ' ό,τι μαθαίνω αποδοχή.
Φρέντρικ Μπάκμαν
Ανθρωποι με άγχος
Μτφ. Γιώργος Μαθόπουλος, σελ. 413, ΚΕΔΡΟΣ 2020