Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Ενα φανταστικό διήγημα για την αγάπη ενός γάλλου σεφ προς τον γάτο του που ο Τζον Στάινμπεκ έγραψε στα γαλλικά μεταφράζεται για πρώτη φορά στα αγγλικά, ξαφνιάζοντας όσους γνωρίζουν τον αμερικανό νομπελίστα συγγραφέα από τα θλιμμένα μυθιστορήματά του «Τα σταφύλια της οργής», «Ανθρωποι και ποντίκια», «Ανατολικά της Εδέμ».
Ο Στάινμπεκ έζησε στο Παρίσι στα μέσα της δεκαετίας του 1950 και ξεκίνησε μια συνεργασία στη γαλλική εφημερίδα «Le Figaro» όπου έγραφε την εβδομαδιαία στήλη του ως «Αμερικανός στο Παρίσι». Ενα από αυτά τα κείμενα πήρε τη μορφή μιας σύντομης ιστορίας, με τίτλο «Οι συμπαθείς ψύλλοι» («Les Puces sympathiques»). Το διήγημα που δημοσιεύθηκε στα γαλλικά στις 31 Ιουλίου 1954 εντόπισε ο Αντριου Γκούλι στο αρχείο του Στάινμπεκ που βρίσκεται στο Κέντρο Ransom στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Οστιν. Ο Γκούλι είναι ο εκδότης του περιοδικού «Strand», το οποίο δημοσιεύει την αγγλική μετάφραση του διηγήματος με τίτλο «The Amiable Fleas».
«Μην περιμένετε να διαβάσετε κάτι δραματικό, στο ύφος των "Σταφυλιών της οργής"» προειδοποιεί ο εκδότης της αγγλικής μετάφρασης. Το διήγημα του Στάινμπεκ περιγράφει τον γάλλο σεφ Κύριο Αμιτέ, ο οποίος γυρεύει απεγνωσμένα να διακριθεί με ένα δεύτερο αστέρι Μισελέν. Είναι τόσο απεγνωσμένος που όταν τα πράγματα στην κουζίνα του γίνονται εντελώς λάθος, την ημέρα της επίσκεψης του επιθεωρητή, ο Κύριος Αμιτέ ρίχνει κλωτσιά σε εκείνον που θεωρεί συντροφιά και μούσα του, «έναν σπουδαίο και αξιοπρεπή γάτο με το όνομα Απόλλων».
Σε μεγάλη απόσταση από τα βάθη και τα πλάτη της ανθρώπινης δυστυχίας με τα οποία ασχολείται στα μυθιστορήματά του, το διήγημα αυτό περιλαμβάνει μικρά ιντερλούδια με τον λόγο του Στάινμπεκ σε πρώτο πρόσωπο, καθώς ο ίδιος παραδέχεται ότι μάλλον είναι «ένας μυθιστοριογράφος του οποίου το έργο είναι τόσο βαρύθυμο που όλος ο κόσμος στροβιλίζεται μέσα σε αυτό». Ωστόσο, μοιράζεται μια αίσθηση της αισιόδοξης πλευράς του:
«Ως είδος, βρισκόμαστε σε δύσκολη κατάσταση από τότε που κατεβήκαμε από τα δέντρα και κατοικήσαμε τα σπήλαια, αλλά και ως είδος, επιβιώσαμε» γράφει. «Δεν έχουμε κατορθώσει μεγάλα πράγματα αλλά ελάχιστα, σαν μια μικρή ιστορία που έχω ακούσει - πιθανώς μια παλιά, παλιά ιστορία. Αλλά αυτός είναι ο τρόπος που το άκουσα».
Ο Στάινμπεκ άρχισε να γράφει για τον «Figaro» όταν απογοητεύθηκε από τις δεξιότητες των δημοσιογράφων που τον επισκέπτονταν στο σπίτι του κοντά στα Ηλύσια Πεδία.
«Εδώ στη Γαλλία μού παίρνουν συνεχώς συνεντεύξεις. Ξοδεύω ώρες με τους δημοσιογράφους για να τους βοηθήσω να κάνουν κάποιο θέμα και έπειτα, όταν δημοσιεύεται, είναι αλλοιωμένο, τσαπατσούλικο και άθλιο. Αναρωτιέμαι γιατί να μην έγραφα τις δικές μου συνεντεύξεις και να χρεώνω για αυτόν τον χρόνο που διαθέτω και να βγαίνουν όπως θα τις ήθελα» έγραφε στην ατζέντισσά του Ελίζαμπεθ Οτις. «Με άλλα λόγια, γιατί να μη γράφω 800 λέξεις την εβδομάδα σε μια γαλλική εφημερίδα, που απλά να ονομάζεται κάτι σαν ένας "Αμερικανός στο Παρίσι" και να είναι παρατηρήσεις, δοκίμιο, ερωτήσεις, αλλά χωρίς αμφιβολία γραμμένες από έναν Αμερικανό».