Στις 23 Οκτωβρίου 2002, 42 Τσετσένοι εισέβαλαν στο θέατρο Ντουμπρόβκα στη Μόσχα και διέκοψαν την παράσταση του μιούζικαλ «Nordost» κρατώντας ως ομήρους 850 άτομα. Το αίτημά τους ήταν να  αποχωρήσουν τα ρωσικά στρατεύματα από την Τσετσενία. Η ρωσική αντιτρομοκρατική ομάδα ανέλαβε δράση, με αποτέλεσμα η ομηρεία να κρατήσει 57 ώρες, αλλά να στοιχίσει τη ζωή σε 170 ανθρώπους. Σε επίσημη ομιλία του ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν είχε ζητήσει συγγνώμη από τις οικογένειες των θυμάτων: «Δεν μπορέσαμε να τους σώσουμε όλους – παρακαλώ συγχωρήστε μας». Ο γερμανός συγγραφέας Τόρστεν Μπουχστάινερ ερευνώντας την υπόθεση έγραψε το «Nordost» – όπου την αφήγηση ξετυλίγουν μόνο γυναίκες -, έργο που μεταφράστηκε σε δέκα γλώσσες και έχει διασκευαστεί για το θέατρο σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες. Στην παράσταση του Studio Μαυρομιχάλη, σε σκηνοθεσία της Στέλλας Κρούσκα, εννιά γυναίκες δίνουν το ιστορικό της τραγωδίας.

Πώς συγκεντρώσατε όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για το «Nordost»;

Εκείνη την περίοδο ήταν πολύ δύσκολο να μαζέψω τις πληροφορίες, που πλέον βρίσκει κανείς στο Διαδίκτυο. Επρεπε λοιπόν να πηγαίνω σε μια βιβλιοθήκη και να διαβάζω όλες τις εφημερίδες που κάλυπταν το γεγονός. Ζήτησα μάλιστα από τηλεοπτικά δίκτυα, όπως το BBC και το ARTE, να μου στείλουν οπτικό υλικό για την υπόθεση ομηρείας. Μετέφραζα επίσης ό,τι έβρισκα στα ρωσικά για την επίθεση. Στο τέλος ταξίδεψα και στη Μόσχα για να δω το Μουσικό Θέατρο, το οποίο είχε κλείσει, και τη γύρω περιοχή. Εμεινα μία εβδομάδα για να καταλάβω την ατμόσφαιρα που επικρατούσε.

Συναντήσατε αυτόπτες μάρτυρες της ομηρείας; Μπορείτε να μοιραστείτε κάποιες από τις περιγραφές τους;

Πριν γράψω το «Nordost» είχα ξεκινήσει μια έρευνα για τον παππού και τη γιαγιά μου κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Επαιρνα λοιπόν συνεντεύξεις από αυτόπτες μάρτυρες, πράγμα πολύ δύσκολο να το διαχειριστώ, επειδή ένιωθα ότι έπρεπε να σεβαστώ το παρελθόν τους και ταυτόχρονα ένιωθα ενοχή όταν έκοβα κάποιον απ’ αυτούς. Επρεπε σίγουρα να κάνω μια επιλογή, επειδή διαφορετικά το μυθιστόρημα θα κατέληγε πάνω από 1.000 σελίδες. Γι’ αυτό αποφάσισα να μη χρησιμοποιήσω μαρτυρίες για το «Nordost». Θα μπορούσα, αλλά έτσι δεν θα είχα ελευθερία. Ξεκίνησα να μιλάω με ανθρώπους που έζησαν τα γεγονότα μόνο όταν είχα ολοκληρώσει το κείμενο. Θυμάμαι μια γυναίκα στο Καλίνινγκραντ – όπου πήγα με μια υποτροφία το 2007 -, η οποία δεν είχε μιλήσει περίπου για μισό χρόνο, επειδή έχασε τον άντρα της από ασφυξία.

Γνωρίζετε πώς αντέδρασαν Τσετσένοι που πιθανότατα είδαν την παράσταση;

Ναι, έχω συναντήσει κάποιους σε διάφορες χώρες – και στη Γερμανία. Ηταν πάντα πολύ συγκινημένοι που κάποιος έδινε τόσο χώρο στη δική τους οπτική όσο και στων Ρώσων. Αλλά γι’ αυτήν ακριβώς την ισορροπία οι Ρώσοι μάλλον με μισούν. Το «Nordost» είναι ακόμη απαγορευμένο στη Ρωσία.

Και η ιδέα να χτίσετε όλη την αφήγηση μόνο με γυναίκες;

Παρακολούθησα πολλές συνεντεύξεις με ζευγάρια ομήρων. Στις περισσότερες ήταν οι γυναίκες που περιέγραφαν την υπόθεση ομηρείας. Εκαναν χειρονομίες, ψιθύριζαν, φώναζαν, έτρεμαν και έκλαιγαν – οι άντρες πάλι ήταν απολύτως «παγωμένοι». Υπήρχαν επίσης και κάποια βίντεο με τους Τσετσένους. Οι άντρες συμπεριφέρονταν πολύ επιθετικά, σίγουροι για τη νίκη τους, αλλά στα πρόσωπα των γυναικών έβλεπες τα πάντα: το αγωνιστικό πνεύμα, τον θυμό, την περιφρόνηση, αλλά και τη συμπόνια, τη φροντίδα και τη λύπη. Γι’ αυτό και αποφάσισα να μεταδώσω όλο το δράμα μέσα από τρεις γυναικείους χαρακτήρες.

Ενα έργο τέχνης δεν είναι μια απλή ανακατασκευή των γεγονότων. Ποιο ήταν το κυρίαρχο αίσθημα για να γράψετε αυτή την ιστορία;

Αυτό που με ιντρίγκαρε ήταν η ακραία κατάσταση. Και εδώ σκέφτηκα κάπως σαν ηθοποιός, επειδή η πρώτη μου εκπαίδευση ήταν σε σχολή ηθοποιών. Οι ακραίες καταστάσεις φέρνουν τον οποιονδήποτε στα συναισθηματικά και φυσικά του όρια. Η στατιστική μάλιστα δείχνει ότι οι γυναίκες μπορούν να αντιμετωπίσουν καλύτερα τέτοιες ακραίες συνθήκες. Και φυσικά η επίθεση μέσα σε ένα θέατρο, με τον τρόπο που συνέβη, ήταν κάτι πρωτόγνωρο ως εμπειρία. Το να κάθεσαι σε ένα θέατρο για να παρακολουθείς μια επίθεση μέσα σε ένα θέατρο – αυτή σίγουρα ήταν η κυρίαρχη εικόνα μπροστά μου.