«ΤΑ ΝΕΑ» δημοσιεύουν κατ’ αποκλειστικότητα αποσπάσματα από το νέο βιβλίο του κορυφαίου συγγραφέα Σαλμάν Ρούσντι, το οποίο κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδ. Ψυχογιός (μτφ. Γιώργος Μπλάνας, θεώρηση – επιμέλεια μετάφρασης Δημήτρης Δουλγερίδης), όπου περιγράφει τη δολοφονική απόπειρα εναντίον του, στις 12 Αυγούστου 2022, από τον 24χρονο Χάντι Ματάρ στο Ιδρυμα Τσατάκουα της Νέας Υόρκης

Το εξώφυλλο του βιβλίου που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Ψυχογιός

Φανταστική συνομιλία με τον επίδοξο δολοφόνο

«Προσπαθώ να σε καταλάβω. Ησουν μόλις είκοσι τεσσάρων ετών. Με όλη τη ζωή μπροστά. Γιατί τόση προθυμία να την καταστρέψεις; Τη ζωή σου. Οχι τη δική μου. Τη δική σου».

«Μην προσπαθείς να με καταλάβεις. Δεν είσαι σε θέση να το κάνεις».

«Κι όμως, πρέπει, επειδή για είκοσι επτά δευτερόλεπτα ήρθαμε τόσο κοντά ο ένας με τον άλλο. Φορούσες τον μανδύα του θανάτου κι εγώ ήμουν η Ζωή. Αυτή είναι η πιο βαθιά σύνδεση που υπάρχει».

«Ημουν πρόθυμος να το κάνω επειδή υπηρετούσα τον Θεό».

«Είσαι πολύ σίγουρος γι’ αυτό. Οτι ο Θεός σου ήθελε να το κάνεις… Οι περισσότεροι άνθρωποι πάνω στη Γη πάντως δεν ακολουθούν τον δικό σου Θεό. Αν πιστεύουν σε άλλον Θεό ή και σε κανέναν, έχεις εσύ το δικαίωμα να τους σταματήσεις; Δύο δισεκατομμύρια πιστεύουν στον δικό σου Θεό. Εξι πιστεύουν σε άλλους. Τι σκέφτεσαι γι’ αυτούς;».

«Εξαρτάται».

«Από τι;».

«Από το πώς συμπεριφέρονται».

«Και η υποκριτική συμπεριφορά συνεπάγεται τον θάνατο».

«Μπορείς να το πεις κι έτσι».

«Επίτρεψέ μου να σε ρωτήσω κάτι για τις πεποιθήσεις σου. Πιστεύεις ότι όλα όσα προέρχονται από τον Θεό είναι ιερά; Ή, με μια άλλη λέξη, άγια;».

«Ναι, φυσικά. Ο Λόγος του Θεού είναι άγιος, το ίδιο και οι πράξεις Του».

«Το δώρο της ζωής είναι πράξη του Θεού, δεν νομίζεις;».

«Ναι».

«Τότε πώς μπορεί ένας άνθρωπος να αφαιρέσει αυτό που έδωσε ο Θεός; Δεν αποφασίζει ο ίδιος για κάτι τέτοιο;».

«Προσπαθείς να με μπερδέψεις. Το βλέπω. Χρησιμοποιείς κόλπα όπως κάνει ο Διάβολος. Δεν πιστεύεις καν στον Θεό. Ενας άθεος είναι ό,τι κατώτερο. Δεν δικαιούσαι καν να μου μιλάς. Δεν είσαι ισάξιός μου».

«Θέλω να σε καταλάβω. Αυτή είναι η δυσκολία μου». […]

«Αν πίστευες στον Παράδεισο, θα μπορούσες να καταλάβεις».

«Πες μου, λοιπόν».

«Θα καταλάβαινες ότι αυτή η ζωή, του επίγειου κόσμου, δεν έχει καμία σημασία. Είναι απλώς μια αίθουσα αναμονής όπου το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να ακολουθούμε τον Θεό, ώστε να αποκτήσουμε αργότερα την αιώνια ζωή. Τι νόημα έχει λοιπόν πού θα ξοδέψω όλα μου τα χρόνια; Οταν εσύ θα καίγεσαι στις φλόγες της Κόλασης, εγώ θα βρίσκομαι στις ευωδιές του Παραδείσου. Θα έχω δίπλα μου τα οικεία πνεύματα, τα πανέμορφα ουρί, που δεν τα έχει μολύνει άνθρωπος ή τζίνι. Γι’ αυτό είναι γραμμένο: “Ποιος θ’ απαρνηθεί τις ευλογίες του Θεού;”».

Η μαχαιριά

Στην αρχή σκέφτηκα πως μόλις χτυπήθηκα από κάποιον που είχε εντυπωσιακά γερή γροθιά. (Αργότερα έμαθα πως είχε κάνει μαθήματα πυγμαχίας.) Τώρα ξέρω πως υπήρχε ένα μαχαίρι σ’ εκείνη τη γροθιά. Αίμα άρχισε να τρέχει από τον λαιμό μου. Και καθώς έπεφτα, αντιλήφθηκα υγρό να πιτσιλίζει το πουκάμισό μου.

Επειτα συνέβησαν πολλά πράγματα πολύ γρήγορα και δεν μπορώ να είμαι σίγουρος με ποια σειρά. Μια βαθιά μαχαιριά στο αριστερό μου χέρι, που έκοψε όλους τους τένοντες και τα περισσότερα νεύρα. Τουλάχιστον άλλες δύο βαθιές μαχαιριές στον λαιμό μου – μια χαρακιά κατά πλάτος και περισσότερες στη δεξιά πλευρά. Αλλη μία πιο πάνω στο πρόσωπό μου, επίσης στη δεξιά πλευρά. Οταν κοιτάζω το στήθος μου σήμερα, βλέπω μια γραμμή από τραύματα χαμηλά στο κέντρο, ακόμα δύο χαρακιές χαμηλά στα δεξιά κι ένα κόψιμο ψηλά στον δεξιό μηρό μου. Υπάρχει επίσης ένα τραύμα στην αριστερή πλευρά του στόματός μου κι άλλο ένα στο μέτωπο, στη γραμμή των μαλλιών.

Κι ύστερα ήταν η μαχαιριά στο μάτι. Το πιο βάναυσο πλήγμα και η πιο βαθιά πληγή. Η λεπίδα καρφώθηκε ως το οπτικό νεύρο, πράγμα που σήμαινε πως δεν υπήρχε καμιά πιθανότητα να σωθεί η όραση. Και όντως χάθηκε.

Μαχαίρωνε με μανία, κάρφωνε και χαράκωνε, το μαχαίρι με χτυπούσε σαν να είχε δική του ζωή, κι εγώ έπεφτα προς τα πίσω, μακριά του, καθώς συνέχιζε να επιτίθεται· ο αριστερός μου ώμος χτύπησε δυνατά στο πάτωμα όταν έπεσα.

Να ανατρέψουμε τα ψευδοαφηγήματα των τυράννων

Στις 13 Μαΐου 2022 η PEN America είχε οργανώσει μια διεθνή συνάντηση συγγραφέων στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών με θέμα πώς μπορούμε να ανταποκριθούμε καλύτερα σε έναν κόσμο σε μόνιμη κρίση. Εννοείται με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά όχι μόνο γι’ αυτόν. Μου ζητήθηκε να κάνω μια σύντομη παρέμβαση στη σύνοδο. Και είπα τότε αυτά:

Ο βρετανο-ινδός συγγραφέας Σαλμάν Ρούσντι

Ζούμε σε έναν παγκόσμιο πόλεμο αφηγημάτων –έναν πόλεμο ανάμεσα σε ασύμβατες εκδοχές της πραγματικότητας– και χρειάζεται να μάθουμε πώς να αγωνιζόμαστε.

Ενας τύραννος κυβερνά στη Ρωσία και η βία καταπίνει την Ουκρανία. Οι άνθρωποί της, υπό την ηγεσία ενός κωμικού ηθοποιού που έγινε ήρωας, προβάλλουν ηρωική αντίσταση και δημιουργούν ήδη τον θρύλο της ελευθερίας. Ο τύραννος κατασκευάζει ψεύτικα αφηγήματα για να δικαιολογήσει την επίθεσή του – οι Ουκρανοί είναι Ναζί, η Ρωσία απειλείται από τις συνωμοσίες της Δύσης. Πασχίζει να κάνει πλύση εγκεφάλου στους δικούς του πολίτες με όλα αυτά τα ψεύδη.

Η Αμερική, στο μεταξύ, οπισθοχωρεί προς τον Μεσαίωνα, καθώς τη λευκή κυριαρχία τη νιώθουν στο πετσί τους όχι μόνο οι μαύροι, αλλά και οι γυναίκες. Για να νομιμοποιηθεί, χρησιμοποιεί ψεύτικες αφηγήσεις που έχουν ρίζες σε μια απαρχαιωμένη θρησκευτικότητα και μισαλλόδοξες ιδέες εκατοντάδων ετών, ενώ βρίσκει πρόθυμο ακροατήριο και ακολούθους.

Στην Ινδία ο θρησκευτικός σεκταρισμός και ο πολιτικός αυταρχισμός ακολουθούν παράλληλη διαδρομή, ενώ η βία αυξάνεται όσο η δημοκρατία πεθαίνει. Και σ’ αυτή την περίπτωση προβάλλονται ψευδοαφηγήματα από την ινδική Ιστορία, τα οποία ευνοούν την πλειονότητα και λειτουργούν σε βάρος των μειονοτήτων. Πρέπει να πω ότι είναι δημοφιλή με τον ίδιο τρόπο που τα ψεύδη του ρώσου τυράννου γίνονται πιστευτά.

Αυτή είναι η αποκρουστική καθημερινότητα του κόσμου μας. Πώς πρέπει να αντιδράσουμε; Εχει διατυπωθεί, και εγώ το αποδέχομαι, ότι το παρόν μπορεί να ανήκει στους ισχυρούς, αλλά το μέλλον ανήκει στους συγγραφείς, επειδή μέσω του έργου τους –του καλύτερου έργου τους, αυτού που θα επιβιώσει– δικάζουν τα «αδικήματα» των ισχυρών. Πώς να σκεφτούμε όμως για το μέλλον όταν το παρόν μάς εκλιπαρεί; Τι χρήσιμο και αποτελεσματικό μπορούμε να προσφέρουμε εάν δώσουμε πρωτίστως σημασία στην τρομακτική στιγμή που ζούμε ξεχνώντας για λίγο το μέλλον; Κανένα ποίημα δεν σταματάει μια σφαίρα. Κανένα μυθιστόρημα δεν αφοπλίζει μια βόμβα. Και δεν είναι όλοι οι κωμικοί ηθοποιοί μας ήρωες.

Δεν είμαστε πάντως αβοήθητοι. Ακόμα και όταν ο Ορφέας διαμελίστηκε, το κομμένο κεφάλι του διέπλευσε τον ποταμό Εβρο τραγουδώντας και θυμίζοντάς μας ότι το τραγούδι είναι πιο δυνατό από τον θάνατο. Μπορούμε να τραγουδάμε την αλήθεια και να κατονομάζουμε τους ψεύτες, να δείχνουμε την αλληλεγγύη μας για όσους πολεμούν στην πρώτη γραμμή και να μεγεθύνουμε τις φωνές προσθέτοντας τη δική μας στη δική τους.

Πάνω απ’ όλα, οφείλουμε να αντιληφθούμε ότι στον πυρήνα όσων συμβαίνουν πρωταγωνιστούν οι ιστορίες και ότι τα μυθεύματα των καταπιεστών έχουν αποδειχθεί δελεαστικά για πολλούς ανθρώπους. Αρα πρέπει να προσπαθήσουμε και να ανατρέψουμε τα ψευδοαφηγήματα των τυράννων, των λαϊκιστών και των ανόητων λέγοντας καλύτερες ιστορίες από αυτές που αφηγούνται εκείνοι, ιστορίες με τις οποίες θέλουν να ζουν οι άνθρωποι.

Καθώς επέστρεφα στο κείμενο αυτό ύστερα από έντεκα μήνες, μέσα στους οποίους άλλαξε η ίδια μου η ζωή εξαιτίας της βίας που εξαπέλυσε ένα ψευδοαφήγημα, κατάλαβα ότι η δεύτερη ευκαιρία μου στη ζωή δεν σήμαινε απλώς και μόνο ότι θα είχα ιδιωτικές απολαύσεις. Πάνω απ’ όλα ήταν η αγάπη και η δουλειά, προφανώς, αλλά ο πόλεμος συνεχιζόταν σε πολλά μέτωπα – απέναντι στον μισαλλόδοξο αναθεωρητισμό που ήθελε να ξαναγράψει την Ιστορία, είτε στο Νέο Δελχί είτε στη Φλόριντα· απέναντι στις δυνάμεις του κυνισμού που ήθελαν να διαγράψουν τα δύο προπατορικά αμαρτήματα των ΗΠΑ, τη δουλεία και την καταπίεση, καθώς και τη γενοκτονία των αυτόχθονων πληθυσμών· απέναντι στις φαντασιώσεις για ένα εξιδανικευμένο παρελθόν (πότε ακριβώς ήταν η Αμερική «μεγάλη» με τη μορφή που θέλουν να ξαναφέρουν οι Ρεπουμπλικανοί;)· απέναντι στα αυτοκαταστροφικά ψεύδη που έβγαλαν τη Βρετανία από την Ευρώπη. Δεν μπορούσα να κάθομαι απαθής όταν μαίνονταν τέτοιες μάχες. Στον αγώνα αυτό θα συμμετείχα. Επρεπε να συμμετάσχω.

Υπήρχε, ωστόσο, ένα ζήτημα για το οποίο δεν ήθελα να μιλάω: αυτό που είχε ταλαιπωρήσει τη ζωή μου. Το ζήτημα του Θεού.

Θέλω να εκφράσω εδώ, για τελευταία φορά, την άποψή μου για τη θρησκεία –οποιαδήποτε θρησκεία, για όλες τις θρησκείες– και μετά θα βάλω τελεία. Δεν πιστεύω στη «βεβαιότητα για πράγματα τα οποία δεν βλέπουμε» (σ.σ: από τον ορισμό του Αποστόλου Παύλου για την πίστη). Δεν είμαι θρήσκος. Προέρχομαι από μια οικογένεια όπου οι περισσότεροι δεν ήταν (η μικρότερη αδελφή μου, η Ναμπίλα, που πέθανε πρόωρα, ήταν η εξαίρεση ως ευσεβής). Δεν ένιωσα ποτέ την ανάγκη μιας θρησκευτικής πίστης που θα με βοηθούσε να κατανοήσω και να διαχειριστώ τον κόσμο. Παρ’ όλα αυτά, καταλαβαίνω ότι για πολλούς ανθρώπους η θρησκεία παρέχει μια ηθική άγκυρα και θεωρείται αναγκαία. Κατά την άποψή μου, η πίστη οποιουδήποτε είναι προσωπική του υπόθεση και δεν αφορά κανέναν άλλο. Δεν έχω κανένα πρόβλημα με τη θρησκεία όταν αφορά τον ιδιωτικό χώρο και δεν επιχειρεί να επιβάλει τις αρχές της σε άλλους. Αλλά όταν πολιτικοποιείται ή όταν γίνεται όπλο, τότε μας αφορά όλους, επειδή έχει την ικανότητα να προκαλέσει κακό…

Οταν οι θρησκευόμενοι θεωρούν ότι η πίστη τους πρέπει να επιβάλλεται σε άλλους που δεν πιστεύουν ή όταν θεωρούν ότι οι άθρησκοι δεν έχουν δικαίωμα να εκφράζουν με εξωστρέφεια ή χιούμορ την απόσταση από τη θρησκεία, τότε υπάρχει πρόβλημα. Η εργαλειοποίηση του χριστιανισμού στις ΗΠΑ έχει οδηγήσει στην ανατροπή της απόφασης Roe v. Wade, την αδιάκοπη μάχη για τις εκτρώσεις και το δικαίωμα επιλογής των γυναικών. Η χρήση του ριζοσπαστικοποιημένου ινδουισμού ως όπλου από την τωρινή ηγεσία της Ινδίας έχει οδηγήσει σε υπονόμευση του κοσμικού κράτους, ακόμα και σε βία. Η χρήση του ισλαμισμού ως όπλου παγκοσμίως έχει επίσης οδηγήσει γραμμικά στο βασίλειο του τρόμου των Ταλιμπάν και των αγιατολάχ, στην ασφυξία της σαουδαραβικής κοινωνίας, στην επίθεση με μαχαίρι εναντίον του Ναγκίμπ Μαχφούζ, στις επιθέσεις εις βάρος της ελεύθερης σκέψης και στην καταπίεση των γυναικών σε πολλά ισλαμικά κράτη και –σε προσωπικό επίπεδο– στην επίθεση εναντίον μου.

Πολλοί άνθρωποι, φιλελεύθεροι και συντηρητικοί, δυσκολεύονται όταν καλούνται να επικρίνουν τη θρησκεία. Αν, όμως, κάνουμε την απλή διάκριση ανάμεσα στην ιδιωτική θρησκευτική πίστη και τη δημόσια, πολιτικοποιημένη ιδεολογία, θα είναι ευκολότερο να δούμε το ζήτημα στην πραγματική του διάσταση και να εκφραζόμαστε χωρίς να ανησυχούμε για ευαισθησίες που προσβάλλονται. Στην ιδιωτική ζωή μπορεί κανείς να πιστεύει ό,τι θέλει. Αλλά στον άναρχο αγώνα της πολιτικής και της δημόσιας ζωής δεν μπορεί να περιχαρακώνονται οι ιδέες και να μένουν απρόσβλητες από την κριτική.