Οταν ο Στέφανος Κασσελάκης ήλθε στην Ελλάδα να αναλάβει στους γυμνασμένους ώμους του τις ελπίδες και τα όνειρα του πονεμένου συριζαίου, κι έπειτα από τα πρώτα φάλτσα της παρουσίας του, ο αρχικός ενθουσιασμός άρχισε να υποχωρεί. Ομως ο νέος πρόεδρος αναπτέρωσε το ηθικό όσων επένδυσαν πάνω του όταν άρχισε να διακηρύσσει ότι μπορεί να γίνει γρήγορα πρωθυπουργός και όταν, απαριθμώντας προσόντα που πιστοποιούν τις δυνατότητές του, είπε ότι ξέρει αγγλικά καλύτερα από τον Μητσοτάκη κι ότι μαθαίνει εύκολα.

Το διάστημα που ακολούθησε εμπεριείχε πολύ ενδιαφέρουσες διεργασίες. Οι θέσεις του νέου προέδρου δεν βρήκαν, όπως ήταν αναμενόμενο, ευήκοα ώτα στην επαναστατική πτέρυγα του κόμματος, οι ιδεαλιστές της οποίας πολύ σύντομα διαχώρισαν τη θέση τους και απομακρύνθηκαν να φτιάξουν το μαγαζί των ονείρων τους: πλαισίωσαν την ακτιβιστική μαγιά των παλαιών «μπανιάδων» και ίδρυσαν τη Νέα Αριστερά, έναν πολιτικό χώρο στον οποίο ενταφίασαν τις φιλοδοξίες τους (ή, όσοι είχαν εκλεγεί βουλευτές, άραξαν για να βγάλουν την προνομιούχο τετραετία στην αναπαυτική μεριά της ζωής). Αλλά δεν έφυγαν όλοι οι ιδεαλιστές. Εμειναν κάποιοι για να το παλέψουν.

Τα σπαράγματα της δραστηριότητας αυτών των κάποιων τα εντοπίζει κανείς εύκολα στον επιθετικό τόνο του ξάδελφου Τσίπρα όταν τον καλούν σε κάνα κανάλι ή στα απελπισμένα άρθρα του γνωστού Μεγάλου Δασκάλου της Δημοσιογραφίας, στην κομματική «Αυγή», που πάντα γράφει για το δίκιο και το σωστό.

Ο πρόεδρος Κασσελάκης δεν έχει πρόβλημα με όλα αυτά. Δεν τα θεωρεί εμπόδια στον δρόμο του προς τη δόξα, αφού από την αρχή αντιμετωπίζει το κόμμα σαν επιχείρηση, τους κομματικούς ινστρούχτορες ως μάνατζερ, τα τοπικά στελέχη ως αντιπροσώπους σε διάφορα μέρη και τους υποψήφιους για αξιώματα (εν οις και οι υποψήφιοι για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) σαν προσωπικούς ευνοουμένους του.

Ανάμεσα στους ευνοουμένους αυτούς ήταν και ο τηλεοπτικός σταρ της φτηνής τηλεόρασης, Δημήτρης Παπανώτας. Ο οποίος έκανε μια δήλωση κόντρα στις θέσεις του κόμματος για τις γυναίκες (και στον συμβολισμό τής έως χθες συνευνοουμένης του, Σοφίας Μπεκατώρου) και έφαγε το κεφάλι του. Ο πρόεδρος τον απέπεμψε, και μάλιστα με ηγετική κίνηση: με απόφασή του, δηλαδή με απόφαση Κασσελάκη.

Μόνο που κάνει ένα λάθος. Ενας που σήμερα παριστάνει τον ηγέτη και διώχνει έναν ξένο από το κόμμα του, είναι ο ίδιος που μόλις χθες τον προσέλαβε πάλι με δική του απόφαση. Ως κίνηση έμοιαζε λογική: παίρνουμε σταρ της λαϊκής τηλεόρασης για να μας φέρουν λαϊκές ψήφους, όλοι το κάνουν. Και ήταν κίνηση εξίσου ηγετική. Εκ του αποτελέσματος, αποδείχθηκε ανοησία. Στην πολιτική, οι άνθρωποι είναι και ό,τι κουβαλάνε – αν όχι το παρελθόν τους, τουλάχιστον το παρόν τους και ό,τι διακηρύσσουν για το μέλλον. Και ο Παπανώτας δεν είχε τίποτα ούτε για το παρόν ούτε για το μέλλον.

Πριν φάει τον Παπανώτα, ο πρόεδρος Κασσελάκης είχε προλάβει να ξαναγράψει τη διακήρυξη της Αριστεράς του: πατρίς, θρησκεία, οικογένεια. Είχε προλάβει, δηλαδή, να στείλει την Αριστερά να ψάχνει στην επικράτεια του Βελόπουλου. Επί ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε προσλάβει τον Καμμένο. Τώρα, ο ΣΥΡΙΖΑ μετακομίζει κοντά στους παπούληδες και στα παραμύθια του συνομιλητή του Χριστού. Κάτι μου λέει ότι τέτοιες κινήσεις τις υποδεικνύει μεν επιχειρηματικό πνεύμα, αλλά μάλλον αλλοιώνουν το μαγαζί. Μετατρέποντάς το σε ακροδεξιά Αριστερά. Ωραία εξέλιξη για ευθυμογράφους.