Στις αρχές Ιανουαρίου, η νεαρή γυμνάστρια Τατιάνα έκανε μια διαδρομή εννέα ωρών με το λεωφορείο για να φτάσει στη Μόσχα, με στόχο να επισκεφτεί το υπουργείο Αμυνας και να ζητήσει να επιστρέψει σπίτι το αγόρι της, που στρατολογήθηκε να πολεμήσει στην Ουκρανία.

Ο σύντροφός της είναι μεταξύ των 300.000 Ρώσων που κλήθηκαν σε μια σαρωτική επιστράτευση τον Σεπτέμβριο του 2022 για να σταλούν σε μονάδες που αναπτύχθηκαν στο ουκρανικό μέτωπο. Τώρα, 16 μήνες μετά και χωρίς να φαίνεται το τέλος του πολέμου, οι συγγενείς φωνάζουν όλο και περισσότερο για να επιστρέψουν οι νέοι στα σπίτια τους.

Η αυξανόμενη απογοήτευσή τους φέρνει το Κρεμλίνο, σχεδον δύο χρόνια μετά την εισβολή στην Ουκρανία, σε δυσχερή θέση, παγιδευμένο μεταξύ της ανάγκης να διατηρήσει στρατιώτες στο έδαφος και της πολιτικής επιταγής να μην αποξενωθούν οι οικογένειες των στρατιωτών, η συμβολική ραχοκοκαλιά της πατριωτικής υποστήριξης στον πόλεμο, στο πλευρό της κυβέρνησης.

«Ποτέ δεν είχα ασχοληθεί με την πολιτική πριν» λέει η Τατιάνα στους «Financial Times» λίγο μετά το ταξίδι της στη Μόσχα, όπου παρέδωσε επιστολές στο υπουργείο.

«Αλλά, διάολε, έχει περάσει πάνω από ένας χρόνος. Τα παιδιά είναι κουρασμένα. Οσο για εμάς, οι φυσικοί, συναισθηματικοί και ψυχικοί μας πόροι δεν είναι απεριόριστοι».

Στη Ρωσία, οι άνδρες που εγγράφονται σε ειδικά τάγματα στρατού με μισθό συνήθως μπορούν να πάνε σπίτι τους ύστερα από έξι ή εννέα μήνες.

Πολλοί κατάδικοι, που στρατολογήθηκαν από τη φυλακή από τον επικεφαλής της μισθοφορικής εταιρείας Wagner Γεβγκένι Πριγκόζιν, μπόρεσαν να υπηρετήσουν για έξι μήνες και, αφού τα εγκλήματά τους διαγράφηκαν, να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Ωστόσο, δεν έχει τεθεί χρονικό όριο για τους νεοσυλλέκτους που επιστρατεύτηκαν τον Σεπτέμβριο του 2022.

Οι δηλώσεις ρώσων αξιωματούχων σηματοδοτούν σταδιακά ότι οι άνδρες αυτοί αναμένεται να συνεχίσουν να υπηρετούν μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος.

«Νιώθεις την αδικία» προσθέτει η Τατιάνα.

Για τον σύντροφό της στο πεδίο της μάχης ήταν «πολύ απογοητευτικό να κάθεται εκεί και να αποχαιρετάει κάποιον κατάδικο που είναι στο μέτωπο για έξι μήνες και τώρα μπορεί να επιστρέψει σπίτι του».

Διχασμένες ως προς τους στόχους

Οι σύζυγοι και οι φίλες των στρατιωτών ήταν εκείνες που άρχισαν να απαιτούν την αποστράτευσή τους το περασμένο φθινόπωρο, έναν χρόνο μετά την επιστράτευση. Η Τατιάνα άρχισε να ψάχνει για γυναίκες που ήθελαν να δραστηριοποιηθούν σχετικά και εντάχθηκε σε διάφορες ομάδες στο Διαδίκτυο.

Αναπτύχθηκε μια αίσθηση επείγοντος καθώς οι γυναίκες άρχισαν να αποχωρούν ξαφνικά από τις ομαδικές συνομιλίες με φράσεις όπως: «Κορίτσια, δεν έχει νόημα να μείνω, ο άντρας μου πέθανε». Αυτό ώθησε την Τατιάνα να αρχίσει να κάνει φασαρία, όπως λέει.

Είναι διχασμένες ως προς τους στόχους και την προσέγγισή τους. Μερικές, όπως η Τατιάνα, αποφεύγουν τις διαμαρτυρίες και επικεντρώνονται στη σύνταξη επιστολών και εκκλήσεων που ζητούν την αντικατάσταση των ανδρών τους από πιο νέους φαντάρους, αντί για τον τερματισμό του πολέμου. Αλλες είναι πιο έντονες και απαιτούν να σταματήσει η εντολή κινητοποίησης.

Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, αρκετές δεκάδες γυναίκες βγήκαν στους δρόμους της Μόσχας, στη μεγαλύτερη διαμαρτυρία τους μέχρι σήμερα, φορώντας λευκές μαντίλες και κουβαλώντας κόκκινα γαρίφαλα σε ένα στρατιωτικό μνημείο έξω από το Κρεμλίνο.

Ολα αυτά έγιναν στην επέτειο των «500 ημερών κόλασης», σύμφωνα με το Route Home, μια γυναικεία ομάδα που διοργάνωσε την εκδήλωση. Τα αγαπημένα τους πρόσωπα «δεν είναι ένοχοι για κάτι, αλλά καταδικάστηκαν σε επ’ αόριστον σκλαβιά» είπαν.

Η ομάδα αντιτίθεται ρητά στο να επιστρατευθούν και άλλοι. «Δεν θέλουμε αυτή τη μοίρα για κανέναν» ανέφερε σε ανάρτηση στο κανάλι της ομάδας στο Telegram, όπου έχει σχεδόν 70.000 ακολούθους. «Θεός φυλάξοι, μη χρειαστεί κανείς να περάσει αυτό που περνάμε εμείς κάθε μέρα».

Μερικές συλλήψεις

Αν και η κριτική για τον πόλεμο είναι ουσιαστικά παράνομη στη Ρωσία, η πορεία των Route Home, η οποία ολοκληρώθηκε στα κεντρικά γραφεία της προεκλογικής εκστρατείας του Πούτιν, έγινε σχετικά ελεύθερα. Κάποιοι άνδρες υποστηρικτές και δημοσιογράφοι συνελήφθησαν, με τους περισσότερους να αφήνονται ελεύθεροι αμέσως.

«Μπορείτε να δείτε ότι το Κρεμλίνο δεν καταλαβαίνει πραγματικά πώς να το αντιμετωπίσει» εξηγεί ο Αντρέι Κολέσνικοφ, ανώτερος συνεργάτης στο Carnegie Russia Eurasia Centre με έδρα τη Μόσχα. «Δεν προχωρούν σε σοβαρή καταστολή και αυτό δείχνει ότι διστάζουν».