«Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ». Το άκουσμα του έργου φέρνει στο μυαλό το διάσημο ψυχολογικό θρίλερ της Πατρίσια Χάισμιθ. Αλλά και την ομώνυμη ταινία του Αντονι Μιγκέλα με τους Ματ Ντέιμον, Τζουντ Λο και Γκουίνεθ Πάλτροου και την άλλη «Γυμνοί στον ήλιο» του Ρενέ Κλεμάν με τους Αλέν Ντελόν και Μαρί Λαφορέ.

Η εξοικείωση, ωστόσο, του κοινού με το πρωτογενές αυτό υλικό για τον Μιχάλη Συριόπουλο λειτουργεί ταυτόχρονα σαν ένα θετικό στοιχείο αλλά και μια πρόκληση που καλείται να βγάλει εις πέρας. Ο ηθοποιός πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ» που ανεβαίνει σε μεταφορά και σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια στο Θέατρο Ιλίσια – Βολανάκης.

Ο ίδιος ανέλαβε τον κεντρικό ρόλο του Τομ Ρίπλεϊ, παίζοντας δίπλα στους Μιχαήλ Ταμπακάκη, Ιωάννη Αθανασόπουλο και Ηβη Νικολαΐδου.

«Ολοι τον ξέρουν τον κύριο Ρίπλεϊ και σε κοιτάζουν με τρόμο και θαυμασμό όταν τους λες αυτόν τον ρόλο. Προσπάθησα κάπως να το πάρω στην πλάκα. Πιο πολύ τρόμαξα πριν ασχοληθώ με αυτό παρά όταν μπήκα μέσα στον χορό» αναφέρει ο Μιχάλης Συριόπουλος μιλώντας στα «Πρόσωπα».

«Επικεντρώνομαι σε αυτό που μου τονίζει συνέχεια ο σκηνοθέτης μου.

Οτι είναι ένας άνθρωπος της διπλανής πόρτας, δηλαδή, και προσπαθώ να παντρέψω το αστυνομικό μαζί με το υπαρξιακό και το ανθρώπινο σε ένα ανθρωπάκι που θα μπορούσαμε εν δυνάμει να ήμασταν όλοι. Δεν εννοώ να καταλήξουμε σε φόνους, αλλά στο να μπαίνουμε σε διάφορους ρόλους και να μην ικανοποιούμαστε με κανέναν από αυτούς, επειδή εντέλει δεν έχουμε αποδεχτεί τον εαυτό μας ή δεν είμαστε καλά με εμάς τους ίδιους» προσθέτει ο πρωταγωνιστής.

Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΡΟΛΟΥΣ.

Το ταλέντο του ήρωά του είναι η διπροσωπία.

Ο άσημος και φτωχός Τομ φτάνει να υποδυθεί και να πάρει τη θέση του διάσημου Ντίκι Γκρίνλιφ, ζώντας μια διαδικασία μεταμόρφωσης που θυμίζει πολύ την υποκριτική τέχνη.

«Με την υποκριτική τέχνη μοιάζει ο καθένας μας, από τη στιγμή που έχει τόσους ρόλους κάθε μέρα στη ζωή και είναι τόσο διαφορετικός ο κάθε άνθρωπος σε οποιαδήποτε άλλη αρμοδιότητα έχει, σε οποιαδήποτε άλλη επαφή.

Επομένως αυτό το παιχνίδι της υποκριτικής, κάπως μέσω ρόλων, υπάρχει σε όλους μας. Ως ηθοποιός, έχει τρομερό ενδιαφέρον να παίζεις έναν τέτοιο ρόλο, αλλά είναι σπαρακτικό να καταλαβαίνεις πόση μοναξιά έχει εντέλει πίσω αυτό σε ανθρώπινο επίπεδο, όταν συμβεί στα αλήθεια» τονίζει ο ηθοποιός.

Τη διαδικασία της μεταμόρφωσης την έχει βιώσει και ο Μιχάλης Συριόπουλος τα τελευταία χρόνια, όπου η καραντίνα λόγω της πανδημίας έγινε η αφορμή για να δει τη ζωή του με νέα μάτια. «Ο Ρίπλεϊ μου θυμίζει πολύ τον παλιό μου εαυτό σε πολλά πράγματα.

Θεωρώ ότι τον έχω αφήσει πίσω μου ως Μιχάλης αυτόν τον ήρωα. Ευτυχώς, γιατί αυτός έχει επιλέξει το σκοτάδι κι εγώ το φως στη ζωή μου. Μεταμορφώθηκα σε έναν άνθρωπο που αποδέχτηκε τον εαυτό του. Που σταμάτησε να τρέμει τη σκιά του και να φοβάται τα σενάρια για να μη στεναχωρήσει τους ανθρώπους γύρω του με τις επιλογές του. Αντιμετώπισα κάποιους τεράστιους φόβους μου για το παρακάτω και για την επιβίωση κι έτσι αποφάσισα ν’ ανοίξω το δικό μου θεατρικό εργαστήρι, έχοντας όλες τις ευθύνες πια. Τώρα κατάλαβα ότι δεν είναι να φοβάσαι κάτι όταν είσαι τίμιος και κάνεις τη δουλειά σου.

Κάπως νομίζω ότι ενηλικιώθηκα μέσα στην καραντίνα δηλαδή. Κρυβόμουν αρκετά πίσω από τους ρόλους μου και όταν ξαφνικά μέσα στην καραντίνα όλοι μας δεν είχαμε ρόλους και κοιτούσαμε τον τοίχο, ήταν βασανιστήριο για πολλούς. Για εμένα εντέλει όχι. Την ευγνωμονώ δηλαδή γιατί έτσι μου ήρθαν και πολύ όμορφα πράγματα στη ζωή μου και άνθρωποι. Καμιά φορά τον εφιάλτη τον φτιάχνουμε οι ίδιοι με το μυαλό μας και στήνουμε παιχνίδια, βάζουμε εμπόδια και τρικλοποδιές στον εαυτό μας καλύπτοντας τα θέλω μας και γίνεται μετά κόλαση, ενώ τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά. Βέβαια η αλήθεια είναι πολύ δύσκολη στην κοινωνία μας, η οποία απαιτεί μονίμως καλυμμένα ψέματα» παραδέχεται ο ίδιος.

ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ INSTAGRAM.

Μένοντας στο κομμάτι της κοινωνίας, ο ηθοποιός κάνει αναλογίες του φτωχού και άσημου Τομ και του πλούσιου και διάσημου Ντίκι με το σήμερα και την πραγματικότητα που ζούμε όλοι μας. «Αν όπου Ντίκι και όλη αυτή τη θετικότητα που έχει ο ήρωας βάλω το Instagram και τη σημαντικότητα που αποκτά ο καθένας μας επειδή αποφασίζει να είναι σημαντικός μέσω της προσωπικής του οθόνης, νομίζω ότι έχουμε πάρα πολλούς Ντίκιδες γύρω μας. Με τρόμο το λέω αυτό.

Με τρομάζει πάρα πολύ ότι το φίλτρο που βάζει ο καθένας στη ζωή του αποφασίζει να είναι σημαντικό και οι άλλοι τον πιστεύουν. Ειδικά στο θέατρο, θα καταντήσω γραφικός στο τέλος που το λέω, αλλά με τρομάζει πολύ αυτό και με βάζει σε σκέψεις.

Εγώ είμαι της σχολής και της άποψης χαμηλά την μπάλα, ταπεινά, ευγενικά, με δουλειά και ανασφάλεια. Ομως όλα αυτά τα υλικά είναι για πέταμα αυτή τη στιγμή. Τα ακριβώς αντίθετα κυριαρχούν. Αν αυτό είναι το παιχνίδι, ας το παίξουμε ρε παιδιά. Γιατί να είμαι εγώ το καημενάκι επειδή συνειδητά επιλέγω αυτά στη ζωή μου; Είναι «to be or not to be? That’s the question» αυτή τη στιγμή το δίλημμα το ηθικό» υπογραμμίζει ο Μιχάλης Συριόπουλος και καταλήγει: «Ο καθένας πια ορίζει τον εαυτό του όσο ψηλά θέλει και μπορεί, έχοντας πίσω του σπόνσορες και διαφημιστικές. Ομως μακάρι από πίσω να μην υπάρχει κενό.

Εκεί λοιπόν έρχεται ο κάθε Τομ ο οποίος έχει από πίσω του αγώνα επιβίωσης και αξίες και έχει ένα τεράστιο γαμώτο για τη ζωή, για το πώς τα φέρνουν τα πράγματα και θυμό. Σαφώς και δεν θέλουμε να καταλήγει όλο αυτό σε φόνο, αλλά μέχρι ένα σημείο το καταλαβαίνω. Νομίζω ότι στον κάθε τομέα υπάρχει αυτή η αδικία και εντέλει νομίζω ότι από εποχή σε εποχή αλλάζει τρόπους. Στην εποχή του Ντίκι μπορεί να είναι ακριβά γυαλιά ηλίου και μια ζωή στον ήλιο μακριά, στο Μοτζιμπέλο. Εδώ, μπορεί να είναι η οθόνη του κινητού σου πια και να είσαι οπουδήποτε».